Toυ π. Σωφρόνιου Γκουτζίνη, Πρωτοσύγκελλου Ι.Μ. Ξάνθης και Περιθεωρίου
Στο προηγούμενο άρθρο μας αναφερθήκαμε στην δύναμη της εικόνας και στη συνάντηση της ποιμαντικής και της θεολογίας με την 7η τέχνη, τον κινηματογράφο. Σήμερα θα εστιάσουμε στη σχέση της ορθόδοξης εκκλησίας με τον κινηματογράφο.
Από τις παραδοσιακά ορθόδοξες χώρες δύο είναι εκείνες οι οποίες ανέπτυξαν αξιόλογη κινηματογραφική παραγωγή: η Ρωσία (παλαιότερα ΕΣΣΔ) και η Ελλάδα. Κατά τη λεγόμενη σοβιετική περίοδο ο κινηματογράφος της μεγάλης αυτής χώρας του βορρά ανέδειξε σπουδαίους δημιουργούς οι οποίοι είτε υπηρέτησαν έναν στρατευμένο στην «οικοδόμηση του υπαρκτού σοσιαλισμού» κινηματογράφο (λ.χ. Αϊζενστάιν) είτε εμπνεύστηκαν, όχι χωρίς κόστος, από την ορθόδοξη παράδοση (Ταρκόφσκι). Και στη μία και στην άλλη περίπτωση άφησαν πίσω τους κάποια κλασικά πλέον έργα της 7ης τέχνης.
Στην Ελλάδα ο κινηματογράφος, ιδιαίτερα από τα μέσα τις δεκαετίας του ’40 ως τα μέσα στης δεκαετίας του ’60, χωρίς να έχει εμπνευστεί ιδιαίτερα από την ορθόδοξη παράδοση, κατόρθωσε να απεικονίσει την «κοινωνική ηθική» η οποία ήταν εν πολλοίς επηρεασμένη από την κρατούσα τότε στην Ελλάδα ηθική των χριστιανικών αδελφοτήτων. Από τη δεκαετία του ’70 και μετά, με τη στροφή του κινηματογράφου από θέματα λαϊκά σε θέματα περισσότερο «σινεφίλ» και των «δημιουργών», η οποία απομάκρυνε εν πολλοίς το πλατύ κοινό από τις κινηματογραφικές αίθουσες, εμφανίστηκε τρόπον τινά ως αντίδραση μία μορφή «ορθόδοξου κινηματογράφου», κυρίως με την παραγωγή «βιντεοταινιών», χαμηλού κόστους και αντίστοιχης αισθητικής, οι οποίες αποπειράθηκαν να αναπαραστήσουν κινηματογραφικά κυρίως βίους αγίων, για χρήση μεταξύ των κατηχητικών σχολείων. Η απήχηση των παραπάνω προσπαθειών υπήρξε αμελητέα και περιλαμβάνονται στο παρόν άρθρο χάριν της αλήθειας.
Μετά την πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού στις ορθόδοξες παραδοσιακά χώρες που αναδύθηκαν από την πρώην Σοβιετική Ενωση (Ρωσία, Ουκρανία, Λευκορωσία) εμφανίστηκε μία μορφή επίσης «στρατευμένου» ορθόδοξου κινηματογράφου, με εντυπωσιακά σε κινηματογραφική αρτιότητα και τεχνική αποτελέσματα. Εταιρείες παραγωγής όπως η «ΠΟΚΡΟΒ» ή η «Ορθόδοξη Εγκυκλοπαίδεια» έδωσαν σπουδαίες ταινίες που έτυχαν ιδιαίτερης διάδοσης και στην Ελλάδα, κυρίως μέσω του διαδικτύου, αφού δεν κατάφεραν να βρουν ποτέ διανομή, σημαντικά δίκτυα διανομής στις κινηματογραφικές αίθουσες.
Οι ταινίες αυτές χρησιμοποιήθηκαν ως ένα πολύ καλό εργαλείο για την κατήχηση και την ποιμαντική. Παράλληλα η Εκκλησία της Ρωσίας παρήγαγε και μία σειρά ταινιών τεκμηρίωσης (documentary films) που αναφέρονταν κυρίως σε σύγχρονους γέροντες και αγίους της Εκκλησίας.
Στην Ελλάδα ουδέποτε τελεσφόρησαν προσπάθειες για τη δημιουργία ενός «ορθόδοξα στρατευμένου» κινηματογράφου. Υπάρχουν όμως σημαντικοί δημιουργοί οι οποίοι εμπνεύστηκαν όχι από μία «αστικοποιημένη θρησκευτική ηθική», αλλά από την ορθόδοξη παράδοση και έδωσαν ταινίες οι οποίες χωρίς διδακτισμό, πέρασαν σημαντικά μηνύματα για την ορθόδοξη ταυτότητα του σύγχρονου Ελληνα.
Από όσα σημειώσαμε μέχρι στιγμής γίνεται εμφανές πως μεταξύ της ρωσικής «ορθόδοξης στράτευσης» και των Ελλήνων κινηματογραφικών δημιουργών που απλώς διασώζουν στα έργα τους στοιχεία της ορθόδοξης παράδοσης, υπάρχει μεγάλη ειδοποιός διαφορά, η οποία μας θέτει ενώπιον ενός σημαντικού ερωτήματος.
Αν η ορθόδοξη εκκλησία στην Ελλάδα θέλει να κάνει μία δημιουργική πρόσληψη του κινηματογράφου, ποιον δρόμο θα πρέπει να ακολουθήσει; Ηδη νομίζουμε πως διάφορες προσπάθειες που έχουν αναληφθεί κυρίως στα όρια της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών δίνουν μία πρώτη απάντηση που μπορεί να συνοψιστεί στη φράση «διάλογος με τον κόσμο».
Η ενορία των Ταξιαρχών του Μοσχάτου, υπό την καθοδήγηση του εφημερίου της, Αιδεσιμολογιώτατου Πρωτοπρεσβυτέρου π. Χριστοδούλου Μπίθα, αλλά και το Πνευματικό Κέντρο της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών στο Ρουφ, υπό την καθοδήγηση του π. Βασιλείου Χριστοδούλου, έχουν ήδη δείξει έναν δρόμο που διαφοροποιεί την «ελληνική» προσέγγιση του κινηματογράφου από εκείνη της μεγάλης χώρας του βορρά. Πρόκειται για την προβολή και τον σχολιασμό ταινιών του παγκόσμιου ρεπερτορίου (από το οποίο δεν εξαιρείται και ο «ορθόδοξα στρατευμένος» ρωσικός κινηματογράφος) μέσα από μία ορθόδοξη υπαρξιακή προσέγγιση. Αντίστοιχη προσπάθεια γίνεται και στο Τμήμα Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Η προβολή ταινιών παγκοσμίου ρεπερτορίου και όχι αποκλειστικά «θρησκευτικών» και η αναζήτηση της αλήθειας που μπορεί να περικλείεται μέσα στην κινηματογραφική αφήγηση, αποτελεί εφαρμογή της επιταγής του Μεγάλου Βασιλείου προς τους νέους, ώστε όπως οι μέλισσες, να παίρνουν τη γύρη από τα λουλούδια, δηλαδή κάθε τι καλό και αγαθό που υπάρχει μέσα στη θύραθεν γνώση και δημιουργικότητα. Επίσης ανταποκρίνεται και στον προσληπτικό χαρακτήρα της ορθόδοξης ποιμαντικής που καλείται να αγκαλιάσει και να προσλάβει κάθε τι το αληθινό. Και ο κινηματογράφος έχει να μας διδάξει πολλές αλήθειες.
Ετσι, χωρίς να απαξιώνουμε τις ιδιαίτερα σημαντικές «στρατευμένες» ταινίες του σύγχρονου ρωσικού ή ουκρανικού κινηματογράφου, ερχόμαστε να δικαιώσουμε την σινεφίλ ματιά των ενοριακών και πνευματικών κέντρων της Εκκλησίας της Ελλάδος, που κρατούν ανοιχτό τον ορθόδοξο ορίζοντα στη σύγχρονη αγωνία του ανθρώπου. Τέτοιες προσπάθειες εξακτινώνονται και πέρα από το «κλεινόν άστυ». Η Φιλοπρόοδη Ενωση Ξάνθης για το 2020 ήδη έχει ξεκινήσει μία σειρά προβολών με την ευθύνη του γράφοντος, η οποία ονομάζεται «Θεολογία και Κινηματογράφος».