Συναντάμε καθημερινά στις διαπροσωπικές μας σχέσεις μία πολύ εύκολη αμαρτία, όπως την αποκαλεί ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, την κατάκριση.Αυτή όμως η εύκολη αμαρτία είναι παράλληλα και θανάσιμη, επιφέρει κόλαση.
Όταν κατακρίνουμε τους αδελφούς μας, είναι σαν να χύνουμε δηλητήριο σ’ αυτούς, δείχνουμε ότι δεν τους αγαπάμε. Αυτή η αθλιότητα της γλώσσας συμβαίνει και στους ανθρώπους της Εκκλησίας που πιστεύουν στο Χριστό, τηρούν τις νηστείες, εκκλησιάζονται, μα τη γλώσσα δεν τη νηστεύουν από την κατάκριση, όπως ο Φαρισαίος.
Το να συζητούν οι άνθρωποι π.χ. οι γιατροί για την ιατρική, οι τεχνίτες για την τέχνη τους δεν είναι κακό, αλλά να κατηγορούν συναδέλφους για σφάλματα είναι κατάκριση, και μάλιστα όταν γίνεται πίσω από την πλάτη τους· αυτό δεν είναι χάδι, αλλά αγκάθι που τους πληγώνει. Ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος παρομοιάζει την κατάκριση με παχιά βδέλλα που ρουφάει το αίμα της αγάπης. Όπως η βδέλλα κολλάει στο στόμα του ζώου που πίνει νερό και ρουφάει το αίμα του, έτσι και η κατάκριση, κρυμμένη και αφανής, ρουφάει τη Χάρη του Θεού και την αγάπη.
Ο Ιερός Χρυσόστομος λέει ότι είναι προτιμότερο να τρώμε κρέας Σαρακοστή, παρά τις σάρκες των αδελφών μας με την κατάκριση. Βεβαίως δεν εννοεί να αρταινόμαστε, αλλά υπογραμμίζει ότι η κατάκριση είναι βαρύτερο αμάρτημα.
Όταν εμείς κρίνουμε σε μια παρέα, παρασύρουμε και τους συνανθρώπους μας στην κατάκριση. Για παράδειγμα στην εθνική οδό που τα αυτοκίνητα τρέχουν με 180 χλμ., αν κάποιο σταματήσει απότομα από βλάβη, πέφτουν απότομα πάνω του όσα είναι από πίσω, γίνεται καραμπόλα, αλυσίδα ατυχημάτων. Παρόμοια με την κατάκριση όποιος κάνει αρχή παρασύρονται και οι άλλοι. Αρπάζουμε όμως το δικαίωμα που ανήκει μόνο στο Θεό.
Μὴ κρίνετε, ἵνα μὴ κριθῆτε(Ματθ.,ζ,1) Αυτός είναι ο ευκολότερος δρόμος για τη Βασιλεία του Θεού.
ΑΙΤΙΑ: το μίσος, ο φθόνος: π.χ. γιατί ο άλλος να έχει καλύτερα ρούχα; Και για να τον μειώσουμε ψάχνουμε ψεγάδια. Βλέπουμε το σκουπιδάκι στο μάτι του αδελφού μας και όχι το δοκάρι στο δικό μας. Αντί να ασχοληθούμε με το δικό μας καρκίνο, κοιτάμε το συνάχι των άλλων, έχουμε φιλαυτία.
ΠΩΣ ΘΑ ΑΠΑΛΛΑΓΟΥΜΕ;
1ον: Να κατηγορούμε το διάβολο που τον έσπρωξε στην αμαρτία και όχι τον άνθρωπο που την έκανε.
2ον: Όταν βλέπουμε τον αδελφό μας να αμαρτάνει, να προσευχόμαστε. Παραδείγματος χάριν, κάποιος έπεσε σε βαλτώδες έδαφος και βούλιαξε μέχρι τη μέση και ήρθαν κάποιοι να τον βοηθήσουν και τον έχωσαν μέχρι το λαιμό· έτσι γίνεται και με την κατάκριση, σπρώχνουμε τον άλλο ακόμα πιο βαθιά στη λάσπη.
3ον: Όταν ακούμε να κρίνουν να μη συμμετέχουμε, αλλά να λέμε: «εγώ είμαι χειρότερος, σήμερα αυτός αύριο εγώ, αν δεν προσέξω».
4ον: Να μην κρίνουμε, γιατί μπορεί να μην έχουμε ακριβείς πληροφορίες. Ο Χριστός έχει πει: «Αν συγχωρείτε στους ανθρώπους τα παραπτώματά τους, θα συγχωρήσει ο Ουράνιος Πατέρας και τα δικά σας αμαρτήματα» (Ματθ.,στ΄,14). Και στους μακαρισμούς αναφέρει ο Κύριος: «Μακάριοι οἱ ἐλεήμονες, ὅτι αὐτοὶ ἐλεηθήσονται». Όποιος είναι ελεήμων δεν κρίνει με ασπλαχνία τον πλησίον. Να κάνουμε ότι κάνει ο καλός ραγολόγος στο αμπέλι που διαλέγει τις καλές ρόγες των σταφυλιών. Έτσι και εμείς να αναφέρουμε τα θετικά που έχει κάποιος και όχι τα ελαττώματά του.
Να συνηθίσουμε να λέμε την προσευχή του Αγίου Εφραίμ του Σύρο: «Ναί, Κύριε Βασιλεῦ, δώρησαί μοι τοῦ ὁρᾶν τὰ ἐμὰ πταίσματα καὶ μὴ κατακρίνειν τὸν ἀδελφόν μου. Ὅτι εὐλογητὸς εἶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν».
Θα πει όμως κάποιος ότι η κρίση είναι δώρο του Θεού, για να ξεχωρίζεις το σωστό από το άδικο. Η κρίση και ο έλεγχος ακόμα της αδικίας, της διαφθοράς για όσα γίνονται δημόσια είναι απαραίτητη και τη συναντάμε παντού στην Αγία Γραφή. Ακούμε καμιά φορά συνανθρώπους μας να λένε: «Τον βλέπω να εκτρέπεται και δεν θα προσπαθήσω να τον διορθώσω;Διόρθωσέ τον», απαντά ο ιερός Χρυσόστομος, αλλά να το κάνεις όχι ως εχθρός που τον σύρει σε δίκη, αλλά ως γιατρός που παρασκευάζει το κατάλληλο φάρμακο για να θεραπεύσει τον ασθενή. Η Αγία Γραφή δεν λέει «μην παύσεις τον αμαρτάνοντα», αλλά «μην κατακρίνεις τον αμαρτάνοντα, δηλαδή μη γίνεσαι πικρός δικαστής του. Δεν απαγορεύει τη φιλάγαθη και διορθωτική κρίση, ούτε τον έλεγχο που γίνεται για την ωφέλεια του αδελφού. Απαγορεύει την κατάκριση που γίνεται με ασπλαχνία και ασυμπάθεια, για να εξουδενώσουμε τον αδελφό μας.
Δεν κατηγορούμε τον Πρόδρομο γιατί ήλεγχε τη σκανδαλώδη ζωή του Ηρώδη. Μπορεί να σταθεί μια οικογένεια αν ο πατέρας δεν ελέγχει τα παιδιά του; Ένα σχολείο, αν ο δάσκαλος δεν ελέγχει με βαθμούς και αποβολές τους μαθητές; Ο στρατός μπορεί να σταθεί αν οι αξιωματικοί δεν ελέγχουν τους στρατιώτες;
Ο Σωκράτης ήταν ο έλεγχος της αθηναϊκής κοινωνίας. Όταν έμαθε ότι κάποιος θα αναλάμβανε την κυβέρνηση του είπε πως άκουσε φωνές περνώντας από το σπίτι του και εκείνος του απάντησε: «η γυναίκα μου είναι απείθαρχη». Τότε του λέει ο Σωκράτης: «πώς λες ότι θα κυβερνήσεις ολόκληρη Αθήνα, αφού δεν μπορείς να βάλεις τάξη στο σπίτι σου;».
Ο Χριστός κατηγορούσε τους Φαρισαίους: «οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαίοι ὑποκριταί» και τους αποκαλούσε «μωρούς καὶ τυφλούς», ενώ από την άλλη λέει ότι όποιος αποκαλέσει περιφρονητικά τον αδελφό του «ῥακά», «ανόητε» είναι αξιοκατάκριτος. Στην 1η περίπτωση ο Χριστός κατηγορεί την υποκρισία, το κάνει από αγάπη, από ιερή αγανάκτηση, για να φέρει ψυχικό σεισμό μετανοίας, ενώ στη 2η περίπτωση εννοεί ότι δεν πρέπει να οργιζόμαστε εναντίον του αδελφού μας, αλλά να έχουμε αγάπη και να συμφιλιωνόμαστε μαζί του.
Και οι προφήτες ήλεγχαν τους βασιλιάδες, τους ιερείς, τους δικαστές. Ο Δαυίδ, διέπραξε το φοβερό αμάρτημα της μοιχείας. Τον επισκέφτηκε ο προφήτης Νάθαν, απεσταλμένος από το Θεό και του είπε μία παραβολή: «Εδώ στην περιοχή μας ήταν ένας πλούσιος που είχε πολλά πρόβατα και ένας άλλος φτωχός είχε μία μικρή προβατίνα. Ο πλούσιος σκοτώνει τον φτωχό και του παίρνει το πρόβατο». Εξοργίζεται ο Δαυίδ και ρωτάει ποιος είναι αυτός και που είναι. Ο Νάθαν του λέει: «Βασιλιά μου αυτός δεν είναι μακριά, εδώ είναι, εσύ είσαι». Η στιγμή είναι συγκλονιστική. Ο Δαυίδ συναισθάνεται βαθύτατα το μέγεθος της αμαρτίας του, την μεγάλη πτώση του, μετανοεί όμως και ο Θεός τον συγχωρεί. Στην Παλαιά Διαθήκη πάλι ο Δανιήλ ελέγχει τους δικαστές που συκοφάντησαν την όμορφη Σωσάννα. Οι δικαστές αυτοί ορέγονταν την Σωσάννα που ήταν παντρεμένη με τον Ιωακίμ και επειδή αυτή δεν ενέδωσε στις ορέξεις τους, την κατηγόρησαν ότι απάτησε τον άνδρα της μ’ ένα νεαρό στον κήπο του σπιτιού της και την καταδίκασαν σε θάνατο. Ο Δανιήλ από θείο φωτισμό πληροφορήθηκε ότι αυτό ήταν ψέμα και αρνήθηκε να συμμετάσχει στην καταδίκη. Ζήτησε να εξετάσει έναν- έναν χωριστά τους δικαστές. Ρώτησε λοιπόν τον 1ον : «Κάτω από ποιο δέντρο είδες τη Σωσάννα να διαπράττει την αμαρτία;». «Κάτω από ένα σχίνο» απάντησε εκείνος. «Να που είπες ψέματα, γιατί ο άγγελος του Θεού έχει λάβει κιόλας εντολή από το Θεό να σε σχίσει στα δύο», του είπε ο Δανιήλ. Μετά απευθύνθηκε στον άλλο δικαστή χωριστά : «Εσύ κάτω από ποιο δέντρο την έπιασες;». «Κάτω από ένα πουρνάρι», απάντησε εκείνος. «Νάτο, ψέμα είπες κι εσύ, ο άγγελος του Θεού σε περιμένει με το ξίφος του για να σε κόψει στα δύο», του είπε ο Δανιήλ. Και οι 2 δικαστές καταδικάστηκαν σε θάνατο από τη σύναξη σύμφωνα με το νόμο του Μωυσή.
Ελέγχει και ο Πέτρος το Σίμωνα που ήθελε να γίνει ιερέας με πληρωμή. Ο Σίμων ήταν μάγος πριν, αλλά όταν άκουσε το κήρυγμα του αποστόλου Φιλίππου βαπτίστηκε και έγινε χριστιανός. Βλέποντας ο Σίμων ότι οι απόστολοι με την επίθεση των χεριών τους στους βαπτισμένους χριστιανούς, έδιδαν το Άγιο Πνεύμα, πρόσφερε χρήματα στους αποστόλους και ζήτησε να του δώσουν την εξουσία να το κάνει και αυτός. Τότε ο Πέτρος του είπε: «Το χρήμα σου να χαθεί μαζί μ’εσένα, διότι νόμισες ότι είναι δυνατό να αποκτήσεις με χρήματα τη δωρεά του Θεού». Ο έλεγχος όμως αυτός του Πέτρου είχε ως αποτέλεσμα να μετανοήσει ο Σίμων.(Πράξεις των Αποστόλων, 8,14-25)
Ήλεγξε και ο Απόστολος Παύλος το μάγο Βαριησού, όταν πήγε να κηρύξει το λόγο του Θεού στην Κύπρο. Ο μάγος αυτός ήταν μαζί με το Σέργιο Παύλο τον ανθύπατο, άνθρωπο συνετό που κάλεσε το Παύλο να του μιλήσει για το Χριστό. Ο Βαριησούς όμως ήθελε να αποτρέψει τον ανθύπατο από την αληθινή πίστη του Χριστού, γι’ αυτό ο Παύλος του είπε: «Συ που είσαι γεμάτος από κάθε δόλο και ραδιουργία…να τώρα το χέρι του Κυρίου θα σε χτυπήσει, θα είσαι τυφλός και δεν θα βλέπεις τον ήλιο για ένα διάστημα». Και αμέσως τυφλώθηκε. Τότε ο ανθύπατος πίστεψε στη διδασκαλία του Χριστού (Πρ.Αποστ.,13,4-12).
Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, επειδή ήλεγχε την κάθε αδικία, ήλεγξε και την βασίλισσα Ευδοξία για τις παρανομίες και τις αδικίες που έκανε, κυρίως επειδή με τυραννικό τρόπο αφαίρεσε τον αγρό μιας χήρας, ονομαζόμενης Καλλιτρόπης.
Σε όλες αυτές λοιπόν τις περιπτώσεις ο έλεγχος γίνεται για τη διόρθωση του άλλου και την αποκατάσταση του δικαίου και όχι από ζήλεια ή μίσος. Ο έλεγχος είναι χρέος αγάπης. Μερικοί από δειλία, φιλαρέσκεια, νοσηρότητα, δεν παίρνουν θέση όταν ακούνε ότι γίνεται κάτι κακό και μ’αυτό τον τρόπο δεν συμβάλλουν στη διόρθωση της κατάστασης, αλλά αφήνουν το κακό να διαιωνίζεται.
Ερώτηση:Γιατί ο Μέγας Κωνσταντίνος είπε ότι αν έβλεπε κάποιον ιερέα να αμαρτάνει θα τον κάλυπτε;
Το είπε σε περίπτωση που δεν είχε γίνει δημόσιο σκάνδαλο. Τότε πρέπει κατ’ ιδίαν να συμβουλέψουμε με αγάπη, για να διορθωθεί ο αμαρτάνων. Να προσευχόμαστε να φωτίζει ο Θεός τους σκανδαλοποιούς και να τους συνετίζει.