Εάν η ανθρωπότης, κατά την ιστορική της πορεία, θαυμάζει και τιμά τούς αριστείς του πνεύματος που προήγαγαν τα υψηλά ιδανικά της προόδου και του πολιτισμού, αναμφίβολα και δικαιολογημένα οι Τρεις Ιεράρχες, Βασίλειος ο Μέγας, Γρηγόριος ο Θεολόγος και Ιωάννης ο Χρυσόστομος, αποτελούν ανά τους αιώνας φωτεινά παραδείγματα ευσεβών επιστημόνων και εκκλησιαστικών ποιμένων, προς τούς οποίους οι γενιές των ανθρώπων θα προσκομίζουν την ευγνωμοσύνη τους ως εκδήλωση τιμητική και στα πρόσωπά τους θα χαιρετίζουν το ηθικό μεγαλείο, μπροστά στην αίγλη του οποίου καμμία άλλη λαμπρότης δεν θα είναι δυνατόν να παραβληθεί.
Επί τη μνήμη των Τριών Ιεραρχών, την Κυριακή, 30η μηνός Ιανουαρίου ε.έ., ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Διδυμοτείχου, Ορεστιάδος και Σουφλίου κ. Δαμασκηνός προέστη της Ευχαριστιακής Συνάξεως στον Ιερό Ενοριακό Ναό Αγίου Γεωργίου της παραμεθορίου κωμοπόλεως της Νέας Βύσσας. Τήν Θεία Λειτουργία παρακολούθησαν ο Διοικητής της XVI Μεραρχίας Υποστράτηγος Αναστάσιος Αλεξιάδης, ο Διοικητής της 3ης Ταξιαρχίας Ταξίαρχος Αναστάσιος Κολέζας, ο Δημοτικός Σύμβουλος Ευάγγελος Μαρασλής, ως εκπρόσωπος του Δημάρχου Ορεστιάδος, ο Πρόεδρος της Δημοτικής Κοινότητας Βύσσας και ικανό εκκλησίασμα. Επίσης προσήλθε αντιπροσωπεία μαθητών του Δημοτικού Σχολείου της κωμοπόλεως με τη σημαία τους, συνοδευομένων από τον υποδιευθυντή Σαράντη Σαραντίδη.
Ο Σεβασμιώτατος αναφερόμενος στο μήνυμα της εορτής, μεταξύ άλλων, τόνισε:
«Οἱ Τρεῖς «Φωστῆρες τῆς Τρισηλίου Θεότητος» ἐκπροσωποῦν διαχρονικά τόν ἄνθρωπο πού πιστεύει καί συγχρόνως κατέχει τήν γνώση καί ἀνεδείχθησαν τά πρότυπα ἐκεῖνα πού ἁρμονικά συνέδεσαν τήν πίστη στό Χριστό μέ τήν θύραθεν παιδεία. Μέ τή σοφία τους ἐλάμπρυναν τήν Ἐκκλησία καί βαθυστόχαστα ἑρμήνευσαν τήν Ἁγία Γραφή, ἀνέπτυξαν τά χριστιανικά δόγματα καί εὔστοχα ὑπερασπίσθησαν τήν πίστη ἀπό τήν πλάνη τῆς κακοδοξίας τῶν αἱρετικῶν. Ἡ ἀρετή ὑπῆρξε τό προσφιλές καί περισπούδαστο μέλημα τῆς ζωῆς τους. Ἡ κοινή τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ Γένους συνείδηση ἀνέκαθεν ἀνεγνώρισε αὐτούς ὡς τούς κατεξοχήν ἐμπνευστές καί προστάτες τῆς Ἑλληνικῆς καί τῆς Χριστιανικῆς Παιδείας.
»Σήμερα ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ τιμᾶ τούς Τρεῖς Ἱεράρχες, τόν Μέγα Βασίλειο, τόν Γρηγόριο τόν Θεολόγο καί τόν Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο, ὡς προστάτες τῶν ἑλληνικῶν Γραμμάτων καί τῆς Παιδείας μας, διότι κατεῖχαν σέ βάθος τή χριστιανική καί τήν ἑλληνική σοφία καί κυρίως γιατί ἁρμονικά συμπλήρωσαν τήν πρώτη μέ τήν δεύτερη καί ἔκαναν πράξη ὅσα πίστευαν καί δίδασκαν. Ἔτσι τά ἔργα τους συμφωνοῦσαν ἀπόλυτα μέ τόν λόγο τους. Ὁ λόγος τους ἠχοῦσε σάν βροντή, γιατί ἡ ζωή τους ἔλαμπε σάν ἀστραπή, γράφει ὁ βιογράφος τους.
»Οἱ Τρεῖς μεγάλοι αὐτοί Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἔζησαν σέ μία ἐποχή μέ πολλά ἐκκλησιαστικά, κοινωνικά, καί πολιτικά καί ἄλλα προβλήματα. Μέ τόν προσωπικό τους ἀγῶνα καί τή Χάρη τοῦ Θεοῦ ἀξιώθηκαν νά γίνουν φωτεινά παραδείγματα ἐνάρετης ζωῆς καί προσφορᾶς στό συνάνθρωπο. Διακρίθηκαν γιά τή φιλομάθεια τους, γιά τήν καθαρή πίστη τους ἀλλά καί γιά τήν πλούσια κοινωνική δράση τους. Ἡ φιλανθρωπία τους δέν περιοριζόταν μόνο στά ἱδρύματα πού δημιούργησαν, τά συσσίτια τῶν πτωχῶν καί τήν περίθαλψη τῶν πονεμένων. Ἐπεκτεινόταν στούς συνεχεῖς ἀγῶνες τους γιά τή διάδοση τῶν κοινωνικῶν ἀξιῶν τῆς συναδέλφωσης, τῆς ἀλληλεγγύης, τῆς δικαιοσύνης καί τῆς ἰσοτιμίας.
»Σύμφωνα μέ τή διδασκαλία τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, ἡ παιδεία εἶναι τό βασικὀ ἀγαθό πού μορφοποιεῖ ἐσωτερικά καί ἀναγεννᾶ πνευματικά τόν ἄνθρωπο. Πρώτιστη ἐπιδίωξη τῆς ἀγωγῆς θεώρησαν τήν πνευματική πρόοδο τοῦ ἀνθρώπου καί τήν ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν καί τῶν ἀξιῶν τῆς ζωῆς. Τό μήνυμα τῆς ἀγάπης, μέ ἔμφαση στή συγχωρητικότητα, τή συνεχῆ δηλαδή καί ἀμέριστη συμπαράσταση πρός τόν συνάνθρωπο, εἶναι στοιχεῖο δομικό τοῦ ὀρθόδοξου πολιτισμοῦ μας. Ἐπιπλέον, οἱ ἀρχές τῆς ἰσότητας, τῆς ἀλληλλεγγυης καί τῆς συμπάθειας πρός τόν ἀδικούμενο, τόν ἀνίσχυρο καί ἀνυπεράσπιστο ἄνθρωπο, εἶναι ἡ πολύτιμη κληρονομιά τοῦ εὐαγγελικοῦ λόγου καί τῆς πολιτιστικῆς παραδόσεώς μας».
Και κατέληξε:
«Ἡ μνήμη, ἀγαπητοί μου, τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν σέ μία ἐποχή ἀμφισβήτησης τῆς συμβολῆς τῆς Ἐκκλησίας γιά τήν πρόοδο τῆς ἐπιστήμης ἐπιβεβαιώνει δύο τινά, πρῶτον· ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἀδελφικά συμπορεύται μέ τήν Ἐπιστήμη, ἡ Πίστη καί ἡ Εὐσέβεια μέ τήν Γνώση καί ὅτι ἡ Παιδεία εἶναι ὑπόθεση ἀρετῆς καί διαμόρφωσης ἤθους καί δεύτερον· ὅτι τό ὀρθόδοξο ἦθος εἶναι ἡ κοινωνία τοῦ προσώπου μέ τό Θεό Πατέρα ἐν Χριστῷ διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ὅτι ὁ ἁγιασμός τοῦ ὅλου ἀνθρώπου στήν ὁδό τῆς θεώσεως, εἶναι κάτι πού προϋποθέτει τήν ὀρθή πίστη (Ὀρθοδοξία) καί τήν ὀρθή ἔκφρασή της στήν καθημερινότητα (ὀρθοπραξία)».