Με λαμπρότητα και εκκλησιαστική μεγαλοπρέπεια εορτάστηκε στην Αδελαΐδα η μνήμη του Αγίου Αποστόλου Ανδρέου του Πρωτοκλήτου. Επίκεντρο του εορτασμού αποτέλεσε ο φερώνυμος Ιερός Ναός στο προάστιο Noarlunga, όπου των ιερών Ακολουθιών προέστη Σεβασμιωτάτος Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας κ.κ. Μακάριος.
Την παραμονή της εορτής, ο Σεβασμιώτατος χοροστάτησε στον Πανηγυρικό Εσπερινό, πλαισιούμενος από τον ιερό Κλήρο της πόλεως, ενώ συμπροσευχήθηκαν από του Ιερού Βήματος οι Θεοφιλέστατοι Επίσκοποι Σινώπης κ. Σιλουανός, Αρχιεπισκοπικός Επίτροπος Αδελαΐδος, και Μελόης κ. Αιμιλιανός.
Κατά τη διάρκεια της Ακολουθίας, ο Αρχιεπίσκοπος απένειμε, εκ προσώπου του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, στον Ιερατικώς Προϊστάμενο της Ενορίας Αγίου Ανδρέου Noarlunga, π. Χριστόδουλο Βασιλάρη, το οφφίκιο του Αρχιμανδρίτου του Οικουμενικού Θρόνου, σε αναγνώριση της αγάπης του προς τη Μητέρα Εκκλησία, το Οικουμενικό Πατριαρχείο, και του ευγενούς ενεργού ενδιαφέροντός του για την εύκλεια Αυτής. Ο Σεβασμιώτατος τόνισε την τιμή και τη βαθειά αγάπη, την οποία όλοι μας οφείλουμε στη Μητέρα Αγία του Χριστού Μεγάλη Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως και την αντίστοιχη ευθύνη μας για την προστασία των τιμίων πνευματικών εκκλησιαστικών συμφερόντων Αυτής.
Την κυριώνυμο ημέρα της εορτής, ο Αρχιεπίσκοπος κ.κ. Μακάριος χοροστάτησε στον Όρθρο και προεξήρχε της Πανηγυρικής Θείας Λειτουργίας, συμπαραστατούμενος από τους Θεοφιλεστάτους Επισκόπους Σινώπης κ. Σιλουανό και Μελόης κ. Αιμιλιανό, και από ιερείς και διακόνους της Αδελαΐδος και άλλων Αρχιεπισκοπικών Περιφερειών.
Τη λαμπρότητα της πανηγύρεως επαύξησαν οι χειροτονίες του Διακόνου κ. Πέτρου Γεωργιάδη, εις Πρεσβύτερον, και του πρωτοψάλτου κ. Ιωάννου Σαριδάκη, εις Διάκονον, οι οποίες τελέστηκαν σε κλίμα βαθειάς συγκινήσεως και πνευματικής ευφορίας.
Ο νουθετήριος λόγος του Σεβασμιωτάτου προς τον νεοχειροτονούμενο Πρεσβύτερο περιελάμβανε την προτροπή να έχει ως μέτρο και κριτήριο της ιερατικής του διακονίας τον Χριστό. Παραπέμποντας καταρχάς στο ευαγγελικό ανάγνωσμα της ημέρας, του τόνισε: «Πρέπει να ομοιάσεις στους Μαθητές, οι οποίοι Τον αναζητούσαν και, ευθύς μόλις Τον βρήκαν, Τον ακολούθησαν και δε σταμάτησαν ποτέ να Τον ακολουθούν και να τον αναζητούν». Διότι, όπως επισήμανε, «αυτό, ακριβώς, είναι που συνιστά το γεγονός της πίστεως﮲ η εμπιστοσύνη στον Χριστό. Συναντώ τον Χριστό και με εμπιστοσύνη Τον ακολουθώ, χωρίς να ζητώ διασφαλίσεις, δεσμεύσεις, αποδείξεις και ανταποδόσεις».
Απευθυνόμενος στον νεοχειροτονούμενο Διάκονο, ο Αρχιεπίσκοπος τον κάλεσε να προσφέρει την ύπαρξή του ολόκληρη στη διακονία του Χριστού και της Εκκλησίας, γιατί «ὁ μέν θερισμός πολύς, οἱ δέ ἐργάται ὀλίγοι» (Ματθ. 9, 37). Με πατρική αγάπη, τον παρότρυνε με τους εξής λόγους: «Να παραδώσεις τον εαυτό σου στο έλεος και την αγάπη του Θεού, διότι η ιερωσύνη δεν είναι μια “καριέρα” που υπόσχεται ανέσεις, τιμές, δόξες και εφήμερες απολαύσεις. Ο δρόμος της ιερωσύνης, στον οποίο σήμερα εισέρχεσαι, είναι στενός και τεθλιμμένος, αλλά οδηγεί με ασφάλεια στον Χριστό. Είναι μια πορεία κόντρα στις συμβάσεις, στις επιθυμίες και στις προοπτικές του κόσμου τούτου, του κοσμικού δηλαδή πνεύματος, που δίνει προτεραιότητα στο εφήμερο και στο περαστικό και όχι στο μόνιμο και αιώνιο».
Σέ άλλο σημείο, ο Σεβασμιώτατος τόνισε στον χειροτονούμενο: «Μην κάνεις εκπτώσεις στη διακονία σου, αλλά αφιερώσου με πνεύμα θυσίας και εργάσου για την ενότητα της Εκκλησίας μας και τη σωτηρία των ανθρώπων μας. Μόνο έτσι θα καταστείς εργάτης στον θερισμό του Κυρίου και επομένως θα συμπεριληφθείς στην κατηγορία των ολίγων εργατών Του. Ολίγων αλλά τιμίων, πιστών και αφοσιωμένων».
Από την πλευρά του, ο νέος Διάκονος, αφού ευχαρίστησε την οικογένειά του, τους ιερείς και επισκόπους, οι οποίοι διαμόρφωσαν το εκκλησιαστικό του φρόνημα, αναφέρθηκε με λόγους ευγνωμοσύνης στον Ποιμενάρχη του, Αρχιεπίσκοπο κ.κ. Μακάριο, ευχαριστώντας τον για την αγάπη του και μνημονεύοντας τα λόγια του, από προηγούμενη χειροτονία, την οποία τέλεσε: «Άφησέ τα όλα ελεύθερα στην πρόνοια του Θεού και τότε, όπου και να κοιτάξεις γύρω σου, όλα θα σου προξενούν χαρά», τα οποία, όπως είπε, τα κρατάει βαθιά μέσα στην καρδιά του.
Μετά το πέρας των ιερών Ακολουθιών, ο Σεβασμιώτατος ευλόγησε την εορταστική τράπεζα, η οποία παρετέθη στο πολυπληθές εκκλησίασμα.