Τοῦ Μητροπολίτου Ἐλευθερουπόλεως ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
«ὑπήντησαν αὐτῷ δύο δαιμονιζόμενοι ἐκ τῶν μνημείων ἐξερχόμενοι…» (Ματθ.8,28)
Τὴν θλιβερὴ ἱστορία δύο δαιμονιζομένων μᾶς ὑπενθύμισε σήμερα, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, τὸ Εὐαγγέλιον τῆς θείας Λειτουργίας. Χαρακτηρίζομε θλιβερή τήν ἱστορία τους, διότι εἶναι γεγονός ἀδιαμφισβήτητο, ὅτι δὲν ὑπάρχουν πιὸ ἀξιολύπητοι συνάνθρωποί μας ἀπὸ ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι, κρίμασιν οἷς οἶδεν Κύριος, εἶναι κάτω ἀπὸ τὴν ἐξουσία τῶν πονηρῶν καὶ κακούργων πνευμάτων. Οἱ δυστυχεῖς αὐτοὶ ἄνθρωποι δὲν ἐξουσιάζουν οὔτε τὸ σῶμα τους, οὔτε τὴν ψυχή τους. Εἶναι στὴν κυριολεξία ἕρμαια τῶν ἀνθρωποκτόνων διαθέσεων τῶν κακοποιῶν πνευμάτων.
Ὅπως ἀκριβῶς ἦσαν καὶ οἱ δύο δαιμονιζόμενοι, τοὺς ὁποίους συνάντησε ὁ Κύριος μας, ὅταν μαζὶ μὲ τοὺς μαθητές Του, περιώδευε τὴν περιοχὴ τὴν λεγομένη Γάδαρα, ἀνατολικά τῆς ὡραίας λίμνης τῆς Γεννησαρέτ. Ἦλθε καὶ ἐκεῖ ὁ φιλάνθρωπος Διδάσκαλος γιὰ νὰ σπείρη μὲ ἄπειρη ἀγάπη τὸν σπόρο τὸν σωτήριο τῆς ἀληθείας τοῦ Εὐαγγελίου Του, ὅταν ξαφνικὰ «ὑπήντησαν αὐτῶ δύο δαιμονιζόμενοι ἐκ τῶν μνημείων ἐξερχόμενοι».
Εἶδε τότε νὰ ἐμφανίζωνται μπροστὰ Του δυὸ ἀνθρώπινα ὄντα, μὲ μορφὴ ἄγρια καὶ ζωώδη, καί νὰ βγαίνουν τρομαγμένα μέσα ἀπὸ τοὺς τάφους. Οἱ τάφοι αὐτοί, λίγο ἔξω ἀπὸ τὴν κατοικημένη περιοχή, ἦσαν λαξευμένοι μέσα στοὺς βράχους. Γιατί ὅμως ἔμεναν μέσα σὲ τάφους, μαζὶ μὲ ὀστᾶ νεκρῶν συνανθρώπων των καὶ ἄλλα φρικτά λάφυρα τοῦ θανάτου, ὅπως συμβαίνει σὲ παρόμοιους τόπους; Δὲν εἶχαν σπίτια νὰ κοιμηθοῦν; Δὲν εἶχαν συγγενεῖς νὰ τοὺς κρατήσουν κοντά τους, δὲν εἶχαν γονεῖς, δὲν εἶχαν συζύγους καὶ παιδιὰ νὰ μείνουν μαζί τους, ὅπως ὅλοι οἱ συνάνθρωποί τους στὴν πόλι, ἀλλὰ εἶχαν βρῆ μοναδικό καταφύγιο καὶ σκέπη τοὺς τάφους καὶ συντροφιὰ ἀνθρώπινα λείψανα; Ἀπὸ ποιὰ διαστροφὴ καὶ μανία καὶ παράνοια ἔπασχαν οἱ δυστυχεῖς αὐτοί, ὥστε νὰ προτιμήσουν γιὰ κατοικία τους τὴν κατοικία τῶν νεκρῶν;
Ὄχι! δὲν ἦσαν χωρὶς συγγενεῖς στὸν κόσμο αὐτό. Καὶ συγγενεῖς εἶχαν καὶ σπίτι εἶχαν. Ἀπὸ ποῦ τὸ γνωρίζομε; Ἀπὸ τὴν ἀπάντηση τοῦ Κυρίου μας στὸν ἕναν ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς συνανθρώπους μας, ὅταν ἐκεῖνος εὐγενικὰ καὶ μέσα ἀπὸ τὴν καρδιὰ του Τὸν παρεκάλεσε θερμά νὰ τὸν πάρη μαζί Του, παρέα μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους μαθητὲς καὶ Ἀποστόλους. «Ὑπόστρεφε», τοῦ εἶπε μὲ ἠρεμία ὁ θεῖος Διδάσκαλος καὶ μέγας Ἰατρός του, «ὑπόστρεφε εἰς τὸν οἶκον σου καὶ διηγοῦ ὅσα ἐποίησέ σοι ὁ Θεός» (Λουκ. 8,39).
Ὄχι, παιδί μου! Δὲν θέλω νὰ ἔρθης μαζί μου, ὅπως μὲ τόση εὐγνωμοσύνη στὴν καρδιά σου, μὲ παρακαλεῖς. Πήγαινε στὸ σπίτι σου καὶ ἐκεῖ νὰ πεῖς ὅσα μεγαλεῖα καί θαυμαστά σοῦ ἔκαμε ὁ Θεός…!
Ἄρα, ἀγαπητοί μου, εἶχε σπίτι, ὅπως καὶ συγγενεῖς εἶχε γιὰ νὰ διηγηθῆ τὸ θαῦμα τῆς σωτηρίας του, σύμφωνα μέ τήν ἐντολή τοῦ Λυτρωτού του. Εἶχε τὸ σπίτι, τὸ ὁποῖο μέχρι πρὶν λίγο εἶχε ἀντικαταστήσει μὲ τὸν τάφο, τὸν σπηλαιώδη καὶ βρωμερό. Εἶχε συγγενεῖς, τούς ὁποίους ὄχι κάποια ἀσθένεια στὸν ἐγκέφαλο ἤ στὸ νευρικὸ σύστημα, ἀλλὰ οἱ πονηροὶ καὶ κακοῦργοι δαίμονες τὸν εἶχαν ἐξαναγκάσει νὰ τούς ἀπαρνηθῆ καὶ νὰ περιφέρεται ἔτσι ἄσκοπα, σὰν θηρίο ἀνήμερο, στὶς ἐρημιὲς καὶ στὸ δάσος.
Εἴδατε ποιὸς ἐμπνέει τέτοιες σκέψεις καὶ παρόμοια αἰσθήματα ἀποστροφῆς καὶ ἀηδίας γιὰ τὸ σπίτι, γιὰ τοὺς γονεῖς, γιὰ τὴν οἰκογένεια, γιά τή σύζυγο καὶ γιά τά παιδιὰ; Ὄχι πάντως ὁ Χριστός μας, ὄχι τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, τὸ ἀγαθὸν καὶ φιλάνθρωπον. Ἀλλὰ τὸ πονηρὸ πνεῦμα, ποὺ ἀποβλέπει στὴν καταστροφή, τὸν ὁριστικὸ ὄλεθρο τοῦ ἀνθρώπου.
Καὶ βέβαια θὰ ἀντείπη ἴσως κάποιος ἀκούοντας τὴ διδασκαλία αὐτή. Καὶ ἂν φεύγουν ἀπὸ τὸ σπίτι, παιδιά, ἄνδρες,σύζυγοι, δὲν πᾶνε νὰ κατοικήσουν στὰ νεκροταφεῖα καὶ μέσα στοὺς τάφους. Ποῦ, λοιπόν, ἡ ἠθικὴ ἀντιστοιχία μεταξὺ τῶν δαιμονιζομένων τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου καὶ ὅσων ἐγκαταλείπουν τὴν πατρικὴ ἤ οἰκο- γενειακὴ ἑστία;
Ναὶ δὲν καταφεύγουν στοὺς τάφους, ὅπως οἱ δυστυχεῖς καὶ ἀξιολύπητοι δαιμονιζόμενοι τοῦ Εὐαγγελίου μας. Πηγαίνουν σὲ κέντρα καὶ σὲ σπίτια καὶ σὲ τόπους γιὰ νὰ διασκεδάσουν, νὰ ξεχάσουν καθήκοντα καὶ ὑποχρεώσεις μέσα στοὺς ἀτμοὺς τοῦ οἰνοπνεύματος καί τή ζάλη τῶν ναρκωτικῶν, νὰ πνίξουν τὴ φωνὴ τῆς συνειδήσεως στὸ ποτὸ ἤ, τό χειρότερο, μέσα στὸ βοῦρκο μὲ τὶς πρόσκαιρες καὶ ἄνομες ἡδονές.
Ἀλλὰ καὶ τὰ μέρη ἐκεῖνα, ποὺ ἀντικαθιστοῦν τὸ σπίτι μὲ τοὺς καλοὺς γονεῖς καὶ τὴ σύζυγο καὶ τὰ παιδιά, στὴν οὐσία δὲν διαφέρουν ἀπὸ τάφο. Διότι ἐκεῖ διαπράττονται τὰ νεκρὰ ἔργα τῆς ἁμαρτίας. Καὶ τὰ μέρη ἐκεῖνα, ποὺ προτιμοῦν μερικοὶ παρακινούμενοι ἀπὸ τὸ πονηρὸ πνεῦμα ἀντὶ γιὰ τὸ σπίτι τους, εἶναι χειρότερα ἀπὸ τὸ τάφο, τὸν σκοτεινὸ καὶ δυσώδη.
Ἀγαπητοὶ Γονεῖς, ἐλᾶτε πιὸ κοντὰ στὰ παιδιά σας. Πατέρες καὶ μητέρες κάμετε ἑλκυστικὸ καὶ ὄχι ἀπωθητικὸ τὸ σπίτι γιὰ τὰ παιδιά σας. Σύζυγοι, πιστές χριστιανές, φροντίστε στὴν οἰκογενειακὴ θαλπωρὴ νὰ βρῆ ὁ σύζυγος, ὄχι γκρίνια και ἀδιάκοπα παράπονα, ἀλλά ξεκούραση καὶ ἀγάπη, ἄνεση καὶ γαλήνη, ὥστε νὰ μὴν ἀναζητήση ἔξω, μακρυὰ ἀπὸ τὸ σπίτι, τὰ πολύτιμα αὐτὰ ἀγαθά. Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός ἄς σᾶς ἐνδυναμώνη στόν ἀγώνα σας αὐτό. Ἀμήν.