Τις τελευταίες μέρες, την Ορθόδοξη Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Αλβανίας εξέπληξε και παραπίκρανε μια απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, που παραβιάζει την ιδιοκτησία της, καθώς και τις πνευματικές αξίες που αυτή φέρει. Δια της Αποφάσεως αρ. 564/29.9.2018, αποφασίστηκε ώστε ένα εκκλησιαστικό κειμήλιο που είχε διαρπαχτεί απ’ το κομμουνιστικό καθεστώς, και στη συνέχεια για περίπου 30 χρόνια βρισκόταν υπό τη διαχείριση του κράτους, να δωριστεί στην UNESCO στο πλαίσιο της 60ής επετείου απ’ την εισδοχή της Αλβανίας σ’ αυτή την Οργάνωση. Ο λόγος είναι για μια σπάνια εικόνα που δημιουργήθηκε απ’ την Ορθόδοξη Εκκλησία για τις πνευματικές της ανάγκες: «Η Ανάστασις του Λαζάρου», του 18ου αιώνα, των αδελφών Κωνσταντίνου και Αθανασίου Ζωγράφου, που φυλάσσεται στο Μουσείο Μεσαιωνικής Τέχνης στην Κορυτσά.
Κατά πρώτον, είναι θλιβερό για όλους του ορθόδοξους πιστούς, οι πνευματικές αξίες τους, που δημιουργήθηκαν ανά τους αιώνες για τη λατρεία του Θεού και λεηλατήθηκαν βίαια, να θεωρούνται απ’ την πολιτεία ακόμη ως ιδιοκτησία της. Οι πιστοί πίστευαν ότι η επαναπόδoσή τους και ο σεβασμός της ιδιοκτησίας εγγυάται δια του Νόμου υπ.αρ. 10057/22.1.2009: Για την επικύρωση της «Συμφωνίας ανάμεσα στο Υπουργικό Συμβούλιο της Δημοκρατίας της Αλβανίας και της Ορθοδόξου Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Αλβανίας για τον διακανονισμό των αμοιβαίων σχέσεων». Εκεί όπου στο άρθρο 22 αναφέρεται: «1. Η πολιτεία αναγνωρίζει στην Ορθόδοξη Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Αλβανίας το δικαίωμα ιδιοκτησίας σε κινητά και ακίνητα αντικείμενα. 2. Η πολιτεία θα επιστρέψει και αναπληρώσει στην Ορθόδοξη Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Αλβανίας όλες τις περιουσίες, με προτεραιότητα τα κτίσματα λατρείας που κοινώς αναγνωρίζονται ως τέτοια, που επί αιώνες υπήρξαν πνευματικά και εκπολιτιστικά κέντρα της ορθοδόξου κοινότητας και που αποτελούν την ιστορία αυτής της κοινότητας, όπως λατρευτικά κτίσματα, ιερές μονές, περιουσίες, τα αρχεία της, που δημεύτηκαν απ’ το κομμουνιστικό καθεστώς σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία».
Δηλαδή, στην εν λόγω περίπτωση, τα όργανα της πολιτείας έχουν παραβιάσει έναν νόμο της Δημοκρατίας της Αλβανίας, υποχρεωτικά εφαρμόσιμο. Η ιερή εικόνα που δωρίστηκε είναι περιουσία που έχει διαρπαχτεί απ’ την Ορθόδοξη Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Αλβανίας, προσωρινά υπό τη διαχείριση του κράτους, το οποίο δεν μπορεί να συμπεριφέρεται σαν να πρόκειται για περιουσιακό του στοιχείο. Δυστυχώς και στην Απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου (π.χ. σημ.5), η ιερή εικόνα αντιμετωπίζεται ως κρατική περιουσία που απλά θα αλλάξει χέρια. Ομως η εικόνα έχει έναν ιδιοκτήτη: την Ορθόδοξη Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Αλβανίας και σύμφωνα με όλα τα νομικά κριτήρια, εγχώρια ή διεθνή, ουδείς δύναται να δωρίζει κάτι που είναι ιδιοκτησία κάποιου άλλου.
Επί το πλείστον, η UNESCO, που βρίσκεται στην πρώτη γραμμή προστασίας των πολιτιστικών δικαιωμάτων, πώς πρόκειται να αντιδράσει έναντι της δωρεάς μιας κλεμμένης περιουσίας, από κάποιον που δεν είναι ιδιοκτήτης της; Και ακόμη περισσότερο, η εικόνα είναι ορθόδοξη πνευματική αξία και η έκθεσή της στους χώρους του οργανισμού θα αποτελούσε τουλάχιστον παραβίαση των θρησκευτικών δικαιωμάτων. Επίσης, εφόσον το κράτος δεν είναι ο ιδιοκτήτης της εικόνας, η μεταβίβασή της εκτός των ορίων της χώρας παραβιάζει τις ίδιες τις συνθήκες της ΟΥΝΕΣΚΟ, στις οποίες κι εμείς είμαστε συμβαλλόμενοι.
Οπως ορίζει η Συμφωνία ανάμεσα στην Ορθόδοξη Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Αλβανίας και του Αλβανικού Κράτους, τούτο υπόσχεται όχι απλά για την επιστροφή των πνευματικών περιουσιών που δημεύτηκαν απ’ το αυταρχικό καθεστώς, αλλά δεσμεύεται να ενημερώνει την Εκκλησία για κάθε κίνηση σχετική μ’ αυτές, ενώ συνεχίζει να τις έχει υπό προσωρινό καθεστώς διαχείρισης. Εχει εφαρμοστεί αυτό; Στην πράξη καμία φορά. Ειδικά διαπιστώνεται τούτο στην ακατάλληλη χρήση των εκκλησιαστικών κτισμάτων-μνημείων, όπου, χωρίς να εξετάζεται η ευαισθησία των πιστών, έχει επιτραπεί, πολλές φορές με αυθάδεια, να χρησιμοποιούνται αυτά ως τόποι κινηματογραφικών γυρισμάτων, πασαρέλες για διαγωνισμούς ομορφιάς, ή φωτογραφήσεις ημίγυμνων κοριτσιών. Τούτα είναι καταδικαστέα τόσο από πνευματικής πλευράς, όσο και στη λογική του νόμου.
Ωστόσο δεν πρέπει να παραβλέπουμε ότι το πρόβλημα των ιδιοκτησιών της Εκκλησίας μας, που διαρπάχτηκαν απ’ το κομμουνιστικό καθεστώς και ακόμη δεν έχουν αποδοθεί, είναι πολύ πιο ευρύ. Συμπεριλαμβάνονται σ’ αυτό το πλαίσιο πλέον των 100 ναών, χιλιάδες εικόνες, ιερά σκεύη, διάφορα ιερά βιβλία των ακολουθιών, διάφορα αρχεία κλπ. Μάλιστα, σε μουσεία παρακρατούν με τρόπους ιεροσυλίας και ιερά λείψανα των αγίων της Ορθοδοξίας, πολύτιμα για την άπειρη πνευματικής τους αξία, παρόλο που αυτά ούτε εθνικές και ούτε μουσειακές αξίες αποτελούν.
Παρόλο λοιπόν, που υφίσταται υποχρεωτικός νόμος, λείπει η βούληση, καθώς και η θετική διάθεση για την εφαρμογή του στην πράξη. Ολα αυτά οδήγησαν, στην πρόσφατη πράξη μιας εκ νέου απαλλοτρίωσης της εκκλησιαστικής περιουσίας, για την οποία θα θέλαμε να γνωρίζουμε τι εκτιμά η ίδια η ΟΥΝΕΣΚΟ, που είναι επί δεκαετίες δεσμευμένη με τις συνθήκες της, ακριβώς στην καταπολέμηση αυτών των φαινομένων.
Mετάφραση του κυρίου άρθρου της επισήμου μηνιαίας εφημερίδας της Ορθοδόξου Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Αλβανίας, «NGJALLJA» (Ανάστασις), τεύχος 10 (310), μηνός Οκτωβρίου.
Εφημερίδα «Κιβωτό της Ορθοδοξίας»