H αξιοποίηση της εκκλησιαστικής περιουσίας από το 1975 και μετά πέρασε από 40 κύματα χωρίς μέχρι σήμερα να υπάρχουν αποτελέσματα παρά τις προσπάθειες που έγιναν επί των μακαριστών αρχιεπισκόπων Σεραφείμ και Χριστόδουλου αλλά και του κ. Ιερώνυμου.
Μετά την μεγάλη σύγκρουση μεταξύ της Εκκλησίας και του Αντώνη Τρίτση για τη μοναστηριακή περιουσία, στην Ιερά Σύνοδο άρχισαν να παρουσιάζονται σκέψεις και να αναπτύσσονται πρωτοβουλίες για την αξιοποίηση της περιουσίας, το μέγεθος της οποίας ακόμη και σήμερα δεν μπορεί να υπολογιστεί. Αποκορύφωμα της όλης προσπάθειας ήταν η εταιρεία που δημιούργησε ο Μακαριώτατος κ. Ιερώνυμος για την αξιοποίηση, με στόχο τα μισά έσοδα να πηγαίνουν στο Κράτος και τα άλλα μισά στο κοινωνικό κράτος.
Το ζήτημα όμως δεν προχώρησε αρκετά. Ο Αρχιεπίσκοπος στη συνέχεια επιχείρησε να αξιοποιήσει τουλάχιστον ακίνητα των οποίων το ιδιοκτησιακό καθεστώς ήταν ξεκάθαρο. Μάλιστα για τον λόγο αυτό συμφώνησε με τον πρώην πρωθυπουργό κ. Τσίπρα να προχωρήσουν οι διαδικασίες και να δοθεί μέρος της περιουσίας στο κράτος. Η συμφωνία όμως αυτή έμεινε στα χαρτιά αφού αντέδρασε το σύνολο των μητροπολιτών.
Τότε, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας Χρυσόστομος τονίζει ότι «υπάρχουν δυσκολίες που προέρχονται από την υφιστάμενη νομοθεσία, γι’ αυτό και ο Μακαριώτατος μιλάει για συνδρομή της Πολιτείας. Πρέπει δηλαδή, να γίνουν τροποποιήσεις στο υπάρχον νομοθετικό πλαίσιο όσον αφορά στη διαχείριση της εκκλησιαστικής περιουσίας».
Υποστηρίζει ακόμη, ότι πρέπει να προσδιοριστεί ποια είναι η εκκλησιαστική περιουσία που δεν μπορεί να καταστεί εκμεταλλεύσιμη, αλλά να οριστούν και οι προϋποθέσεις κάτω από τις οποίες πρέπει να δοθεί η περιουσία.
Το θέμα δεν προχώρησε και έτσι με απόφαση της Ιεράς Συνόδου, συστάθηκε Επιτροπή για την αξιοποίηση και διαχείριση της Εκκλησιαστικής Περιουσίας, υπό την Προεδρία του Μητροπολίτου Μεσσηνίας κ. Χρυσοστόμου.
Σκοπός της Επιτροπής θα είναι η διεξαγωγή διαλόγου με τα αρμόδια όργανα της Κυβέρνησης για την Εκκλησιαστική Περιουσία.
Με απόφαση του Πρωθυπουργού, από πλευράς Κυβέρνησης στον ως άνω διάλογο θα συμμετάσχουν οι Υπουργοί: Επικρατείας Γ. Γεραπετρίτης, Εσωτερικών Π. Θεοδωρικάκος, Οικονομικών Χ. Σταϊκούρας, Παιδείας Ν. Κεραμέως και Επενδύσεων Α. Γεωργιάδης.
Ηδη η πρώτη συνάντηση των επιτροπών έγινε λίγο πριν τα Χριστούγεννα σε πολύ καλό κλίμα και αναμένεται το επόμενο διάστημα να γίνουν και άλλες, ωστόσο είναι πολλά τα αγκάθια ώσπου να φτάσουμε ως την αξιοποίηση. Το μεγάλο πρόβλημα είναι τα ακίνητα των οποίων το ιδιοκτησιακό καθεστώς δεν είναι ξεκάθαρο αλλά και αυτά τα οποία οι δήμοι τα έχουν δεσμεύσει για πράσινο.
Η συζήτηση θα ξεκινήσει από μηδενική βάση αλλά η καλή διάθεση που υπάρχει ανάμεσα στις δύο πλευρές ίσως ανοίξει νέους δρόμους για μία διένεξη Κράτους και Εκκλησίας για την εκκλησιαστική περιουσία, μεγάλο μέρος της οποίας ανήκει στις Μονές και χρονολογείται ήδη από την ίδρυση του ελληνικού κράτους το 1830.
Τότε μία από τις πρώτες αποφάσεις της βαυαρικής αντιβασιλείας υπήρξε η έκδοση, τον Σεπτέμβριο 1833, Διατάγματος με το οποίο διαλύθηκαν 434 μονές, που αντιστοιχεί σε ποσοστό 74,2%.
Ακολούθησε ευρείας έκτασης απαλλοτρίωση της εκκλησιαστικής περιουσίας από το Κράτος, για την οποία έως και το 1939 το αντάλλαγμα που είχε καταβληθεί υπολειπόταν της αξίας της. Το αδιέξοδο δεν ήρθε, αλλά επιτάθηκε με τη Σύμβαση μεταξύ Εκκλησίας και Ελληνικού Δημοσίου που υπογράφηκε το 1952 σχετικώς με την παραχώρηση των 4/5 της μοναστηριακής περιουσίας για την αποκατάσταση ακτημόνων καλλιεργητών. Η σύμβαση αυτή δεν υλοποιήθηκε με συνευθύνη των εμπλεκομένων, με αποτέλεσμα η κατάσταση να παραμείνει έκτοτε ανεκκαθάριστη.
Το τοπίο έγινε ακόμα πιο θολό με τη νομοθετική πρωτοβουλία που ανέλαβε το έτος 1987 η κυβέρνηση Α. Παπανδρέου, η οποία υλοποιήθηκε με τον γνωστό «νόμο Τρίτση». Ο νόμος αυτός (ν. 1700) «ακυρώθηκε» εν τοις πράγμασι με απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στα τέλη 1994, ως αντίθετος με το δικαίωμα στην ιδιοκτησία των Μονών, παραμένει ωστόσο, αν και ανενεργός, σήμερα σε ισχύ, εκ παραλλήλου με μεταγενέστερο συναφές νομοθέτημα (ν. 1811/1988), γεγονός το οποίο δημιουργεί ένα υδαρές νομοθετικό πλαίσιο, που επιτείνει την ανασφάλεια δικαίου…
Τον Σεπτέμβριο 2013 υλοποιήθηκε αίτημα του Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου για την αξιοποίηση της διαφιλονικούμενης μοναστηριακής περιουσίας, με τη σύσταση (Ν. 4182) επί πρωθυπουργίας Α. Σαμαρά, μεταξύ Αρχιεπισκοπής Αθηνών και ελληνικού κράτους, εταιρείας συνεκμετάλλευσης της εκκλησιαστικής περιουσίας, η οποία πάντως συνάντησε αξεπέραστα γραφειοκρατικά εμπόδια.
Αυτά τα εμπόδια θέλει τώρα να ξεπεράσει η επιτροπή της Εκκλησίας η οποία έχει ως πρόεδρο έναν ιεράρχη ο οποίος γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα το πρόβλημα, έχει τις γνώσεις, αλλά και τον δυναμισμό να ανατρέψει μία αρνητική κατάσταση δεκαετιών προς το συμφέρον όλων.