Μ. Γ. ΒΑΡΒΟΥΝΗΣ Καθηγητής Λαογραφίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης
Τα φαινόμενα της εισαγωγής, αναπαραγωγής και διάδοσης πολιτισμικών προτύπων είναι κοινά στη σύγχρονή μας εθιμική πραγματικότητα, καθώς αποτελούν βασικά και ουσιώδη γνωρίσματα της νεωτερικότητας. Αυτό είναι βέβαια φυσικό στις συνθήκες μιας συνεχώς μεταβαλλόμενης καθημερινότητας και μάλιστα με τις ταχύτητες που επιβάλλει η ευρεία χρήση του διαδικτύου και των ποικίλων μέσων κοινωνικής δικτύωσης, η οποία έχει καταστήσει σαφώς ταχύτερους και πιο επιτακτικούς τους ρυθμούς της ζωής.
Αυτό σημαίνει ότι στις μέρες μας, οι ρυθμοί ανανέωσης και μεταβολής των παραδοσιακών -με τη σύγχρονη έννοια του όρου- μορφών ζωής είναι πλέον καταιγιστικοί, άρα δίνουν τη δυνατότητα για καθημερινές αλλαγές σε ό,τι θεωρείται «παραδοσιακό». Υπακούουν οι ρυθμοί αυτοί στο σχήμα που υπαγορεύει η σχέση ανάμεσα στην υλική βάση και το πνευματικό εποικοδόμημα, υπό την έννοια ότι πλέον η τεχνολογία αποτελεί την κύρια μορφή της υλικής βάσης και η μεταβολή και πρόοδός της, ταυτοχρόνως δε και η διάχυσή της σε όλο και περισσότερους χρήστες, οδηγεί σε αλλαγές που διαπιστώνονται άμεσα και στο πνευματικό εποικοδόμημα, μέρος του οποίου είναι ο σύγχρονος λαϊκός πολιτισμός.
Οι εξελίξεις μάλιστα αυτές παρατηρούνται και σε τομείς που από τη φύση τους είναι πιο συντηρητικοί και παρουσιάζουν μοιραία μικρότερους και βραδύτερους ρυθμούς μετασχηματισμού και μετεξέλιξης, όπως είναι εκείνος της λαϊκής θρησκευτικότητας, που εκφράζεται με τις μορφές της παραδοσιακής θρησκευτικής συμπεριφοράς. Αλλωστε, η ύπαρξη παγιωμένων πολιτισμικών προτύπων στις λαϊκές θρησκευτικές τελετουργίες έχει επισημανθεί αρκετά νωρίς από τη θρησκειολογική και την ανθρωπολογική έρευνα.
Με την κυριότερη μορφή αυτών των αλλαγών, που σχετίζεται με την εισαγωγή και επικράτηση νέων πολιτισμικών προτύπων στην ελληνική λαϊκή θρησκευτικότητα θα ασχοληθούμε στη συνέχεια, μέσα από ορισμένα παραδείγματα προερχόμενα από τον αστικό χώρο, η έρευνα του οποίου παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον. Πρέπει μάλιστα να σημειωθεί εδώ ότι η κατηγορία του «αστικού», όπως στη συνέχεια εκλαμβάνεται και μελετάται, δεν έχει χωρική αλλά πολιτισμική διάσταση, υπό την έννοια ότι δεν προσδιορίζει μόνο τον χώρο των πόλεων και των αστικών κέντρων, αλλά τις αστικές, αστικοποιημένες και εξαστισμένες μορφές λαϊκού πολιτισμού, ασχέτως του τόπου όπου αυτές επιχωριάζουν και εκδηλώνονται.
Η βασική πολιτισμική διαδικασία που υποστηρίζει αυτές τις εξελίξεις είναι η σταδιακή μετακίνηση από την πνευματικότητα στη θεαματικότητα, από τη λειτουργική παράδοση στη φολκλοροποίηση της λατρείας και από την εσωτερική βίωση του θρησκευτικού γεγονότος στην εξωστρεφή κοινωνική του πραγμάτωση, η οποία αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό της εποχής μας. Πρέπει μάλιστα να σημειώσουμε ότι τα τελευταία χρόνια η θεαματικότητα κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος στις εκδηλώσεις της λαϊκής λατρείας, και αποτελεί τη βάση για την εκδήλωση των μορφών της νεωτερικής ελληνικής θρησκευτικότητας, με ορισμένες από τις οποίες έχουμε ήδη ασχοληθεί σε προγενέστερα μελετήματα.
Από την άλλη πλευρά, η διαδικασία της εισαγωγής, αναπαραγωγής και διάδοσης πολιτισμικών προτύπων από άλλες πολιτισμικές ενότητες, κυρίως από χώρες του εξωτερικού, αποτελεί πραγματικότητα με ολοένα αυξανόμενη επίδραση στην ελληνική κοινωνία, ήδη από τις αρχές του 20ού αιώνα. Με αφετηρία τα αστικά κέντρα, τα πρότυπα αυτά άρχισαν να υιοθετούνται και να διαδίδονται σταδιακά στον ελληνικό πολιτισμικό χώρο, διαμορφώνοντας μια νέα εθιμική πραγματικότητα. Ετσι συνήθειες όπως η επικράτηση του άσπρου νυφικού ως παραδοσιακού ενδύματος της νύφης, η χρήση του στολισμένου χριστουγεννιάτικου δένδρου και της γλυκιάς -αντί της παραδοσιακής πίτας ή του αντίστοιχου τελετουργικού άρτου του εορταστικού τραπεζιού- βασιλόπιτας κατά τα έθιμα του Δωδεκαημέρου, οι ανθοστολισμοί των ναών και της κολυμβήθρας κατά τη βάπτιση, το γάμο ή την κηδεία κ.λπ. αποτέλεσαν επιδράσεις οθνείες, που εισήλθαν πρώτα στην εθιμοταξία των κατοίκων των αστικών κέντρων, για να εξαπλωθούν αργότερα διά της μιμήσεως και στον υπόλοιπο ελληνικό χώρο και να αποτελούν σήμερα τον εθιμικό κανόνα, σε ανάλογες εθιμικές περιστάσεις.