«Ἄκου ἕνα βιβλίο»
μέ τόν ἀρχιμανδρίτη Ἰάκωβο Κανάκη
Τό ὄνομα Δανιήλ μεταφράζεται ὡς «ὁ Θεός κρίνει ἤ κριτής μου εἶναι ὁ Θεός» καί τό ἔχουν ἐκτός ἀπό τόν ὁμώνυμο Προφήτη καί ἄλλα πρόσωπα στήν Παλαιά Διαθήκη (Α´Παραλ. 3,1.2. Ἐσδρ. 8,2 καί Νεεμ.10,6), ὅπως ἐπίσης ἀπαντᾶ καί σέ ἐξωβιβλικά κείμενα.
Ὁ Προφήτης, ὅπως φαίνεται ἀπό τίς πληροφορίες πού παρέχει τό ἴδιο τό βιβλίο του, κατάγεται ἀπό τήν Ἰερουσαλήμ καί εἶναι ὁ ἴδιος πού μαζί μέ τούς συμπατριῶτες του θά βρεθεῖ αἰχμάλωτος στήν Βαβυλῶνα ἐπί βασιλείας τοῦ Ἰωακείμ (605 π.Χ.). Στά χρόνια τῆς αἰχμαλωσίας ὁ Δανιήλ λόγῳ τῶν ἰδιαιτέρων σωματικῶν καί πνευματικῶν του χαρισμάτων θά ὑπηρετήσει στήν βασιλική αὐλή μαζί μέ τρεῖς ἄλλους «παῖδες», τόν Ἀνανία, τόν Μισαήλ καί τόν Ἀζαρία. Κατά τήν διάρκεια τῆς παραμονῆς του στήν Βαβυλῶνα ὁ Δανιήλ θά λάβει τήν παιδεία τῶν ντόπιων, ἀλλά θά παραμείνει πιστός στά δικά του πιστεύω καί τίς ἱερές παραδόσεις. Τό ἰδιαίτερο χάρισμά του νά ἐξηγεῖ ἐνύπνια τόν ἀνεβίβασε σέ ὑψηλά πολιτικά ἀξιώματα καί μάλιστα διά τῶν ἀξιωμάτων αὐτῶν βρῆκε τήν εὐκαιρία νά μιλήσει γιά τήν Πίστη του στό Θεό ἀκόμα καί στούς προϊσταμένους του, τούς βασιλεῖς δηλαδή πού τόν εἶχαν ἐμπιστευθεῖ. Τό ἔργο αὐτό ὅμως θά δημιουργήσει τόν φθόνο τῶν συνεργατῶν τοῦ βασιλιά Δαρείου (Δαν. 6,4) καί ἔτσι θά λάβει ὡς τιμωρία τήν ρίψη του στό γνωστό «λάκκο τῶν λεόντων», ἀπό τόν ὁποῖο θά διασωθεῖ μέ θεία ἐπέμβαση. Μετά τήν διάσωσή του θά ἀποκτήσει καί πάλι τήν θέση του στά βασιλικά ἀνάκτορα μέχρι καί τό 3ο ἔτος τοῦ βασιλιά Κύρου (Δαν.10,1) ἀφοῦ πιθανόν ἀρνήθηκε νά ἐπιστρέψει πίσω στήν πατρίδα του. Ἡ δράση του χρονικά λαμβάνει χώρα μεταξύ 605-561 π.Χ.
Ἡ προσωπικότητα καί τό ἔργο τοῦ προφήτη Δανιήλ εἶναι ἴδιο ὡς πρός τήν οὐσία του μέ τούς ἄλλους προφῆτες, ἀλλά ἔχει καί κάποιες ἰδιαιτερότητες. Ἄς δοῦμε πῶς περιγράφεται αὐτή ἡ ἀλήθεια: «Ὁ Δανιήλ ὡς ἐκ τῆς θέσεως του εἶχε νά διαδραματίσῃ ὡς προφήτης ὅλως ἰδιάζον ἔργον ἐν ἀντιθέσει πρός τούς λοιπούς προφήτας. Ἡ ἀνατροφή του, ἡ παιδεία του καί ἡ ὑψηλή διοικητική του θέσις εἰς ξένην αὐλήν καθίστα τήν ἀποστολήν του ἐν Βαβυλῶνι, ὡς ἄλλοτε τοῦ Ἰωσήφ ἐν Αἰγύπτῳ, δυσχερεστάτην. Ὡς Ἰουδαῖος ὤφειλεν οὐχί μόνον νά μείνῃ πιστός εἰς τό πάτριον νόμον, φροντίζων περί τούτου καί τῶν συμπατριωτῶν του, ἀλλά καί νά διδάξῃ τόν ἀληθινόν Θεόν εἰς τούς τιμήσαντας αὐτόν εἰδωλολάτρας βασιλεῖς καί τόν λαόν των. Ἐπί πλέον ὑπεχρεοῦτο οὐχί μόνον νά παραμυθήσῃ τό ἐν αἰχμαλωσίᾳ ἰουδαϊκόν ἔθνος διά τῆς περί ἀποκαταστάσεώς του διδασκαλίας, ἀλλά καί νά ἀποδείξῃ εἰς τούς εἰδωλολάτρας ἐμπράκτως τήν ὕπαρξιν ὡς μόνου ἀληθινοῦ Θεοῦ, τοῦ Θεοῦ του».
Ἡ διδασκαλία του γενικά τονίζει τόν Ὑπερβατικό καί Παντοδύναμο Θεό «τῶν Πατέρων». Τονίζεται ἀκόμα τήν δικαιοσύνη Του καί τήν αἰωνιότητά Του. Διά τῆς ἑρμηνείας τῶν ἐνυπνίων τοῦ Ναβουχοδονόσορα ὁ Προφήτης ἀναφέρεται στήν μεσσιακή βασιλεία, ἀλλά καί στό ὅτι ὁ Θεός παραχωρεῖ στούς πιστούς δούλους του ὄχι μόνον προστασία καί σωτηρία ἀπό κάθε κίνδυνο, ἀλλά καί σοφία γιά νά ἑρμηνεύουν τά ἱστορικά συμβάντα καί νά ἀποκαλύπτουν τό προφητικό τους νόημα. Σημαντική εἶναι δέ ἡ ἀναφορά του στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν καί τήν ἀγγελολογία.
Ἡ συγγραφή τοῦ βιβλίου ἀποσκοπεῖ στό νά τονώσει τήν πίστη τῶν ἰουδαίων καί ἀκόμα νά ἐνισχύσει τήν ἐλπίδα τους γιά τήν ἔλευση τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ στή γῆ. Σέ αὐτήν τήν ἀλήθεια βρίσκεται καί ἡ ἑρμηνεία τῶν ὁραμάτων ἀπό τόν Δανιήλ, ἀφοῦ ἀποκαλύπτεται μέν τό ἐπίκαιρο τῶν λεγομένων γιά τήν ἐποχή ἐκείνη, ἀλλά ταυτόχρονα γίνεται ἀναφορά καί γιά τήν μελλοντική ἐποχή, ὅπου θά ἀνοίξει τό «σφραγισμένο βιβλίο», ἔννοια πού παραπέμπει στά σχετικά μέ τό βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως τοῦ Ἰωάννη. Καθοριστικό πρόσωπο τοῦ μέλλοντος εἶναι ὁ μεσσίας, ὡς «υἱός τοῦ ἀνθρώπου» καί αὐτή ἡ ἔννοια παραπέμπει στό Εὐαγγέλιο τοῦ Ματθαίου (10,23. 13,41. 16,27.19,28. 24,30).
Εἶναι ἀναγκαῖο ἐδῶ νά γίνει μιά διάκριση μεταξύ τῆς προφητείας καί τῆς λεγομένης Ἀποκαλυπτικῆς Γραμματείας. Στήν μέν πρώτη ἔχουμε προφορική ἐκφορά τῆς προφητείας καί στήν συνέχεια καταγραφή της, ἐνῶ στήν «ἀποκαλυπτική» ἔχουμε μόνο γραπτή. Ἐπίσης, στήν προφητεία ὑπάρχει ἐσωτερική πληροφόρηση τοῦ προφήτη γιά γεγονότα τοῦ μέλλοντος, ἐνῶ στήν Ἀποκαλυπτική Γραμματεία ἔχουμε ἑρμηνεία ὁραμάτων καί ἐνυπνίων μέ κάποιον ἄγγελο ὡς θεῖο ἑρμηνευτή. Τό βιβλίο τοῦ Δανιήλ περιέχει καί τά δύο εἴδη.
Συγγραφέας τοῦ βιβλίου θεωρεῖται ὁ Δανιήλ, ἀλλά ὅπως ἰσχύει σχεδόν σέ ὅλα τά βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἡ κριτική ἔρευνα προβάλλει καί ἄλλες ὑποθέσεις. Τό ἴδιο συμβαίνει καί ὡς πρός τό χρόνο σύνταξης του. Ἡ πορεία τοῦ βιβλίου εἶναι πιθανόν νά περιέχει διηγήσεις καί ὁράματα ἀπό τήν περίοδο τῆς ἐξορίας στήν Βαβυλῶνα τίς ὁποῖες ἔγραψε ὁ Δανιήλ. Στήν περσική ὅμως περίοδο ὑπῆρξε ἕνα νέο κείμενο σέ ἀραμαϊκή γλῶσσα, πού περιελάμβανε διηγήσεις βιογραφικοῦ χαρακτήρα ἀπό ἄγνωστο συντάκτη. Στήν συνέχεια στήν Παλαστίνη κατά τήν μακκαβαϊκή ἐποχή (2ος αἰ. π.Χ.) συνετέθη τό βιβλίο ὅπως εἶναι σήμερα ἀπό τόν Δανιήλ μέ βάση τά δύο προηγούμενα κείμενα. Στό κείμενο αὐτό διατηρεῖται ὁ τρόπος προσέγγισης καί τό ὕφος τοῦ Προφήτη.
Ἐνδιαφέρον παρουσιάζει τό γεγονός ὅτι στό πρωτότυπο κείμενο τοῦ Προφήτη χρησιμοποιοῦνται δύο γλῶσσες, ἡ ἑβραϊκή καί ἡ ἀραμαϊκή. Αὐτό ὅπως εἶναι φυσικό δημιουργεῖ μιά εὔλογη ἀπορία καί οἱ εἰδικοί ἔχουν ἀσχοληθεῖ γιά τήν ἐπίλυσή της. Ὑποστηρίχθηκε ὅτι αὐτό εἶχε γραφεῖ ἀρχικά στήν ἀραμαϊκή γλῶσσα, ἀλλά γιά νά μπεῖ στόν ἰουδαϊκό κανόνα μεταφράσθηκε στήν ἀρχή καί στό τέλος στήν ἑβραϊκή. Ἄλλοι εἶπαν ὅτι χρησιμοποιήθηκε ἡ ἑβραϊκή γιά τούς λογίους ἀναγνῶστες,ἐνῶ ἡ ἀραμαϊκή γιά ὅσους δέν κατανοοῦσαν τήν γλῶσσα αὐτή. Τέλος, ἄλλοι εἶπαν ὅτι ὅπου στό κείμενο μιλοῦσαν ἰουδαῖοι χρησιμοποιοῦσαν τήν ἑβραϊκή, ἐνῶ ὅταν μιλοῦν βαβυλώνιοι τότε γινόταν χρήση τῆς ἀραμαϊκῆς.
Στό τέλος μόνο τοῦ βιβλίου αὐτοῦ, στό ἑλληνικό κείμενο, ὅπως διασώζεται στήν Μετάφραση τῶν Ο´ καί στήν μετάφραση τοῦ Θεοδοτίωνα ὑπάρχουν τέσσερα Δευτεροκανονικά τεμάχια. Αὐτά τά κείμενα ἔχουν παρόμοιο περιεχόμενο μέ τό πρόσωπο τοῦ Δανιήλ. Πρωτότυπη γλῶσσα τους εἶναι πιθανόν καί σέ αὐτήν τήν περίπτωση ἡ ἑβραϊκή ἤ ἡ ἀραμαϊκή. Οἱ περικοπές αὐτές εἶναι: α) Ἡ προσευχή τοῦ Ἀζαρία πού παρακαλεῖ τό Θεό γιά τό ἔλεός του. β) Ὁ ὕμνος τῶν τριῶν παίδων πού δοξολογοῦν τόν Θεό γιά τήν διαφύλαξή τους ἀπό τό πῦρ τῆς καμίνου. γ) Ἡ ἱστορία τῆς Σωσάννας, μιᾶς ἐνάρετης γυναίκας πού συκοφαντήθηκε καί δ) τά ἐπεισόδια Βήλ καί Δράκων.
Νά σημειώσουμε ὅτι στήν Καινή Διαθήκη γίνεται χρήση τοῦ προφητικοῦ βιβλίου, ἀφοῦ βλέπουμε ὅτι ἀνεπτυγμένες ἰδέες του παρουσιάζονται σ᾽αὐτήν. Ἐκτός τῆς ἔκφρασης «υἱός ἀνθρώπου» στό κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιο ἔχουμε ἀναφορές γιά τό ζήτημα τῆς Ἀνάστασης τῶν νεκρῶν καί τῆς μέλλουσας κρίσης ὅπως στά Μτθ. 25, 31-46 καί Ἰω. 5,24-29.
Ἡ Ἐκκλησία χρησιμοποιεῖ τό βιβλίο τοῦ Δανιήλ στά λειτουργικά της ἀναγνώσματα, ἐνῶ καί οἱ Πατέρες καί Ἐκκλησιαστικοί συγγραφεῖς ὑπομνημάτισαν τό βιβλίο. Τά κείμενά του μπορεῖ νά ἀναζητήσει ὁ ἐνδιαφερόμενος στά Ἰωάννου Χρυσοστόμου (PG 56, 193-246), Θεοδωρήτου Κύρου (PG 81, 1255-1546) καί Ἀμμωνίου Ἀλεξανδρείας (PG 85, 1363 -82).
Γίνετε συνοδοιπόροι μας στην γνώση και την ενημέρωση. Στείλτε στο [email protected] άρθρα, φωτογραφίες, βίντεο ή κάτι που πιστεύετε ότι αξίζει να μοιραστείτε τόσο με εμάς όσο και με τους αναγνώστες μας.