Όταν 1070 χρόνια πριν ο ασκητής της ερήμου Λουκάς εγκαθίστατο στην αρχαία Στείριδα, κανείς δεν υποψιαζόταν πως η πρόνοια του Θεού μέσα από τον ταπεινό μοναχό Λουκά θα αναδείκνυε αυτό το απομονωμένο και έρημο μέρος σε τόπο λατρείας του Τριαδικού Θεού, τόπο προσκύνησης των ιερών Λειψάνων του Οσίου και φωτεινό φάρο της πίστης και του Γένους μέσα στο διάβα των αιώνων.
Το Μοναστήρι του Οσίου Λουκά, έργο ανθρώπινων χειρών, που θέλησαν να υμνήσουν τα μεγαλεία του Θεού, τιμώντας τον Όσιο, στέκεται 11 αιώνες τώρα μάρτυρας της πίστης των ανθρώπων αλλά κυρίως αψευδής μάρτυρας της παρουσίας του ζώντος Θεού, και του ανθρώπου του Θεού του ταπεινού μοναχού Λουκά, ο οποίος δέχθηκε πλούσια τα θεϊκά χαρίσματα και τα ανάδειξε σε όλο τους το μεγαλείο. Εκεί, έζησε τα τελευταίο κομμάτι της ζωή του ο ταπεινός ασκητής του Στειρίου, που η χάρη του Θεού τον ανέδειξε αληθινό μοναχό, θαυματουργό, προφήτη και μυροβλήτη.
Στην πρόνοια του Θεού εντάσσεται η ύπαρξη και παρουσία του Βασιλομονάστηρου της Ρούμελης αλλά και στα χέρια των ανθρώπων εναποτίθεται η συντήρηση, ανάπτυξη και προβολή του, αφού ο Όσιος και θεοφόρος Λουκάς πριν κλείσει τα μάτια του σε αυτό τον κόσμο, είπε προφητικά ότι ο Θεός πρόκειται να αναδείξει αυτόν τον τόπο, για λόγους που εκείνος γνωρίζει, και πλήθη πιστών θα έρχονται μέχρι τα έσχατα για να δοξάζουν το όνομα Του.
Στο διάβα της ζωής του το Μοναστήρι έζησε στιγμές ακμής, ειρήνης, δημιουργικότητας αλλά και παρακμής, με περιόδους σκλαβιάς, πόνων, ταλαιπωρίας, μέχρι τις καταστροφές του τελευταίου πολέμου από τα ναζιστικά στρατεύματα. Εκεί γιγαντώθηκε για τη Ρούμελη η ιδέα του ξεσηκωμού, εκεί προετοιμάστηκε η εθνεγερσία, αφού κατά τον ιστορικό Γεώργιο Κρέμο: «Η Ιερά Μονή υπήρξε εστία και ορμητήριο του αγώνος του εικοσιένα…» και πολλά προσέφεραν και συνέβαλαν σε αυτό οι ήρωες μοναχοί. Η Μονή ανέδειξε ανθρώπους αρετής αλλά και λογίους που στο σύνολο τους έζησαν και αγωνίστηκαν για τη διαφύλαξη του ωραιότερου ναού στην Ανατολή, μετά την Αγία Σοφία της Κωνσταντινούπολης, όπως έγραφαν οι ξένοι περιηγητές τον 15ο αιώνα με το χέρι του Κυριακού του Αγκωνίτη.
Στους αιώνες που πέρασαν πολυάριθμοι άνθρωποι, κληρικοί και λαϊκοί, συνετέλεσαν στη συνέχιση της ζωής στο Οσιολουκαΐτικο μοναστήρι καθώς και στη διαφύλαξη του μοναστηριακού συγκροτήματος, ώστε σήμερα να αποτελεί παγκόσμιο χριστιανικό μνημείο προστατευόμενο μάλιστα από την UNESCO και πόλο έλξης προσκυνητών από όλο τον κόσμο.
Ο πανδαμάτωρ, όμως, χρόνος αφήνει τα σημάδια του σε κάθε του βήμα. Έτσι και στο Μοναστήρι του Οσίου Λουκά ο χρόνος ή μάλλον οι αιώνες, που πέρασαν άφησαν σημάδια (φθορές και καταστροφές στα κτίρια), όμως, όταν ο άνθρωπος αξιοποιεί τον χρόνο, τότε τα σημάδια της φθοράς από το πέρασμα του γίνονται ευκαιρίες δημιουργίας και ανάδειξης του λαμπρού παρελθόντος.
Χρέος της δικής μας γενιάς να συντηρήσουμε και να αναδείξουμε το πλούσιο παρελθόν όχι απλά για να υπάρχει αλλά για να αποτελεί τον οδηγό μας για το παρόν και το ορμητήριο για το μέλλον.
Σε αυτά τα πλαίσια της συντήρησης και ανάδειξης του θρησκευτικού πλούτου της περιοχής μας εντάσσονται και οι εργασίες αναστήλωσης των υπόγειων στοών της βόρειας πτέρυγας της Μονής. Οι στοές αποτελούν κομμάτι (από τα πιο παλιά) του μοναστηριακού συγκροτήματος του Οσίου Λουκά, που κράτησαν ζωντανή την πίστη και την εθνική συνείδηση των υπόδουλων Ρωμιών. Σύμφωνα με την παράδοση οι στοές οι επονομαζόμενες και «κατοικούμενα» ή «κατηχούμενα» αποτέλεσαν χώρους, όπου την περίοδο της Τουρκοκρατίας έκρυβαν τα παιδιά των χριστιανών κατά τη διάρκεια του παιδομαζώματος για να τα σώσουν από τα τάγματα των γενιτσάρων, επίσης, λειτούργησαν κι ως κρυψώνες για τα γυναικόπαιδα της γύρω περιοχής σε καιρό εχθρικών επιδρομών αλλά και ως χώροι που διέσωσαν την εθνική συνείδηση με τη λειτουργία κρυφού σχολειού.
Οι προσπάθειες συντήρησης και ανάδειξης των στοών άρχισαν από παλιά, από τη δεκαετία του ΄70, χάρη στις άοκνες προσπάθειες του τότε πρωτοσυγκέλλου, είτα Μητροπολίτη Θηβών και Λεβαδείας και νυν Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου και με την αμέριστη συμπαράσταση του δραστήριου Καθηγουμένου της Μονής και νυν Μητροπολίτη Θηβών και Λεβαδείας κ. Γεωργίου. Με δαπάνες της Μονής καθαρίστηκαν οι χώροι, έγινε η αποχωμάτωση και φάνηκε το υπέροχο σύμπλεγμα των στοών. Το 1999 -2002 κατά την αναστήλωση των επάνω ορόφων έγινε και η πρώτη μερική συντήρηση-ανάδειξη των χώρων από τις υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού δίνοντας τη δυνατότητα πρόσβασης και επισκεψιμότητας.
Το έργο «Αποκατάσταση και μετατροπή σε επισκέψιμο χώρο των υπόγειων στοών της βορεινής πτέρυγας στην Ι. Μονή Οσίου Λουκά Βοιωτίας» εγκαινιάζεται και παραδίδεται επίσημα στους προσκυνητές για να γνωρίσουν μια άλλη πτυχή της ιστορίας της Μονής. Το έργο έγινε από την πρώην 23η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων με την επίβλεψη της εφόρου κας Παρή Καλαμαρά και των συνεργατών της με αγάπη και μεράκι από όλους όσοι εργάστηκαν και συνέβαλαν και με τη χρηματοδότηση του ΕΣΠΑ μέσα από την Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας.
Στα πλαίσια, λοιπόν, της ανάδειξης του πλούτου του μοναστηριακού συγκροτήματος του Οσίου Λουκά εντάσσονται και τα εγκαίνια των χώρων, των υπόγειων στοών, που πλέον είναι έτοιμα προς επίσκεψη.
Όμως, τα εγκαίνια αυτά συμπίπτουν με μια επέτειο καθοριστική για την ύπαρξη της Μονής, αφού φέτος συμπληρώνονται 1070 χρόνια ζωής της Μονής του Οσίου Λουκά. Σύμφωνα με το « Βίο» του Οσίου, ο οποίος αποτελεί ιστορική πηγή για την ίδρυση της Μονής, ο Όσιος εγκαταστάθηκε στο χώρο που σήμερα βρίσκεται το μοναστήρι του πριν από 1070 χρόνια, το 946 μ.Χ και έζησε έως 7 Φεβρουαρίου 953 μ. Χ.