τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
† Μνήμη τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Πατρικίου καί τῶν σύν αὐτῷ Ἀκακίου, Μενάνδρου καί Πολυαίνου τῶν μαρτύρων.
Εἶναι ἄγνωστος ὁ τόπος καταγωγῆς καί ὁ χρόνος τοῦ μαρτυ-ρίου τους. Ἀπό αὐτούς ὁ Ἅγιος Πατρίκιος, λόγῳ τῆς βαθείας θεολογικῆς μορφώσεώς του, ἀλλά καί τοῦ ἔνθερμου ζήλου του πρός τή Χριστιανική πίστη, ἀναδείχθηκε Ἐπίσκοπος Προύσσης, ὅπου βοηθούμενος ἀπό τούς πρεσβυτέρους Ἀκάκιο, Μένανδρο καί Πολύαινο, ἐκήρυττε τό Εὐαγγέλιο καί ἀγωνίσθηκε γιά τήν ἐπιστροφή ἀπό τήν πλάνη των εἰδώλων πολλῶν ἀνθρώπων.
Αὐτό ὅμως ἐξόργισε τούς ἱερεῖς των εἰδώλων, οἱ ὁποῖοι τόν κατήγγειλαν στόν ἄρχοντα Ἰουλιανό τόν Ὑπατικό, ὁ ὁποῖος διέταξε τή σύλληψή τους. Ὁ ἄρχοντας προσπάθησε ἀνεπιτυχῶς μέ φιλοσοφικές συζητήσεις νά πείσει τόν Πατρίκιο καί τούς ἄλλους Ἁγίους, ὅτι ὁ Χριστός δέν εἶναι Θεός. Ὁ Ἅγιος δέν ἐδείλιασε καί μέ τή ρητορική του δεινότητα καί τήν ἄριστη θεολογική του κατάρτιση καί τήν πλούσια ἁγιολογική του ἐπιχειρηματολογία ἀνέτρεψε ὅλα τα σαθρά ἐπιχειρήματα τοῦ Ἰουλιανοῦ, ὁ ὁποῖος, βλέποντας τήν ἰδεολογική του συντριβή, τούς κατεδίκασε σέ θάνατο καί διέταξε τόν ἀποκεφαλισμό τους. Ἔτσι οὁ Ἅγιοι ἔλαβαν τόν στέφανο τοῦ μαρτυ-ρίου καί εἰσῆλθαν στή χαρά τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Πούδη.
Ὁ Ἅγιος Μάρτυρας Πούδης ἦταν συγκλητικός καί ἐμαρτύ-ρησε τόν 2ο αἰώνα μ.Χ. στή Ρώμη. Ὁρισμένοι ἐρευνητές τόν ταυτί-ζουν μέ τόν Ἀπόστολο Πούδη ἐκ τῶν Ἑβδομήκοντα († 14 Ἀπριλίου).
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῆς ἁγίας μάρτυρος Πουδεντιαννῆς.
Βλ. ἀφιέρωμα στό POIMIN.GR (πατήστε εδώ)
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων Καλοκερίου καί Παρθενίου, τῶν αὐταδέλφων.
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Καλοκέριος καί Παρθένιος ἦσαν ἀδελφοί καί ὑπηρετοῦσαν, ὡς εὐνοῦχοι, στό παλάτι τῆς Ἁγίας Τρυφωνίας († 18 Ὀκτωβρίου), συζύγου τοῦ αὐτοκράτορος Δεκίου. Ἐμαρτύρησαν γιά τήν πίστη τους στόν Χριστό, ἀφοῦ ἐκάησαν ζωντανοί, τό ἔτος 250 μ.Χ.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Φιλοτέρου.
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Φιλότερος καταγόταν ἀπό εὐγενῆ οἰκογέ-νεια καί ὑπηρετοῦσε στήν αὐλή τοῦ αὐτοκράτρος Διοκλητιανοῦ (284-305 μ.Χ.). Ἐμαρτύρησε γιά τήν πίστη τοῦ Χριστοῦ, τό ἔτος 303 μ.Χ., στή Νικομήδεια.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Ἀκολούθου.
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ἀκόλουθος καταγόταν ἀπό τή Θηβαῒδα τῆς Αἰγύπτου καί ἐμαρτύρησε, τό ἔτος 303 μ.Χ., κατά τούς χρόνους τοῦ αὐτοκράτρος Μαξιμιανοῦ (286-305 μ.Χ.). Ἔνθερμος Χριστιανός ἐκήρυττε τό λόγο τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό συνελήφθη καί ἐπειδή ἀρνή-θηκε νά θυσιάσει στά εἴδωλα, ἀφοῦ πρῶτα έβασανίσθηκε ἀνηλεῶς, στή συνέχεια ἐρρίφθηκε ἐπί τῆς πυρᾶς, ὅπου ἔλαβε καί τόν ἀμά-ραντο στέφανο τοῦ μαρτυρίου.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῆς ἁγίας μάρτυρος Κυριακῆς καί τῶν σύν αὐτῇ.
Ἡ Ἁγία Μάρτυς Κυριακή ἐμαρτύρησε μαζί μέ ἄλλες ἕξι Χριστιανές νέες, τό ἔτος 307 μ.Χ., στή Νικομήδεια, ἀφοῦ τίς ἔκαψαν ζω- ντανές, ἐπί Μαξιμιανοῦ Γαλερίου.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῆς ἁγίας μάρτυρος Θεοτίμης.
Ἡ Ἁγία Μάρτυς Θεοτίμη ἐτελειώθηκε δι’ ἀποκεφαλισμοῦ.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τῆς ἀνακομιδῆς τῶν ἱερῶν λειψάνων τῶν ἁγίων Ἰουλίου Πρεσβυτέρου καί Ἰουλιανοῦ Διακόνου, τῶν ἐξ Αἰγίνης.
Ὅπως ἀναφέρεται στό Συναξάρι τους, ἐγεννήθησαν ὁ μέν Ἰουλιανός τό 319 μ.Χ., ὁ δέ Ἰούλιος τό 330 μ.Χ. ἀπό εὔπορους καί εὐσεβεῖς γονεῖς πού τούς ἀνέθρεψαν μέ παιδεία καί νουθεσία Κυ-ρίου. Ἔμαθαν τά ἐγκύκλια γράμμτα στήν Αἴγινα καί στή συνέχεια ἐσπούδαν στήν Ἀθήνα, μαζί μέ τούς Ἁγίους Βασίλειο καί Γρηγόριο. Ἀφοῦ ἐπανέκαμψαν στήν Αἴγινα, ἀπεφάσισαν νά μιμηθοῦν τόν Ἀπόστολο τῶν Ἐθνῶν Παῦλο καί νά κηρύξουν τόν Χριστό. Ἔτσι ἐπῆραν ἀποστολικές ράβδους καί παρέδωσαν τόν ἑαυτό τους στόν Κύριο. Ὁ Ἐπίσκοπος τῶν Ἀθηνῶν ἐχειροτόνησε τόν Ἰούλιο πρεσβύ-τερο καί τόν Ἰουλιανό διάκονο. Κοσμημένοι μέ τή χάρη τῆς ἱερω-σύνης ἐξῆλθαν γιά νά κηρύξουν τό Εὐαγγέλιο. Στήν Κόρινθο προ-εκάλεσαν τήν ὀργή τῶν Ἀρειανῶν, οἱ ὁποῖοι ἐπεδίωξαν τό θάνατό τους. Οἱ Ἅγιοι, μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, διεφυλάχθησαν καί ἀνεχώ-ρησαν σέ ἔρημο τόπο γιά νά ἀσκηθοῦν στήν προσευχή. Τό 337 μ.Χ. ἀνεχώρησαν ἀπό τήν Κόρινθο γιά τήν Ἰταλία. Ὁ Θεός ὅμως οἰκο-νόμησε διαφορετικά τά πράγματα καί τά τῆς ἀποστολικῆς τους διακονίας. Ἔτσι, βρέθηκαν στίς παραδουνάβειες χῶρες κηρύττοντες τό Χριστό στή σημερινή Βοημία, Πολωνία καί Οὑγγαρία. Μάλιστα σέ κάποια πόλη ἐθεράπευσαν ἕνα νέο ἀπό δαιμόνιο καί ὁδήγησαν πλήθη εἰδωλολατρῶν στήν πίστη τοῦ Χριστοῦ.
Τό 379 ἔγινε αὐτοκράτορας ὁ Θεοδόσιος ὁ Μέγας, ὁ ὁποῖος ἐπολέμησε τίς κακοδοξίες τῶν Ἀρειανῶν καί ἐστήριξε τήν ὀρθόδοξη πίστη. Μόλις ἐπληροφορήθησαν αὐτό οἱ Ἅγιοι, ἦλαθαν στή Ρώμη, ὅπου προσκύνησαν τούς τάφους τῶν Μαρτύρων καί ἔλαβαν γραπτή ἄδεια ἀπό τό Θεοδόσιο καί τήν εὐλογία τοῦ Ἁγίου Δαμάσου Α´ νά περιοδεύουν τήν αὐτοκρατορία καί νά κηρύττουν τόν Χριστό. Τό 388 μ.Χ. ὁ Πάπας Δάμασος Α´ ἀπέστειλε τούς Ἁγίους στό Μιλᾶνο, πλησίον τοῦ Ἁγίου Ἀμβροσίου. Ἐκεῖνος τούς ἀνέθεσε τήν ἐκκλησία τῆς Ναβάρας πού ἦταν περικυκλωμένη ἀπό εἰδωλολάτρες. Οἱ Ἅγιοι ἐπεδόθησαν στήν ἵδρυση Ἐκκλησιῶν καί ὁδήγησαν στήν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ πολλούς ἀνθρώπους.
Στά τέλη τοῦ βίου τους ἐχώρισαν γιά πρώτη φορά μετά τήν ἀπόφασή τους νά διέλθουν τό ὑπόλοιπο τῆς ζωῆς τους ἀσκητικά καί ἡσυχαστικά. Γι’ αὐτό καί ἀνεχώρησαν ὁ μέν Ἅγιος Ἰουλιανός στό Γκοτσάνο τῆς λίμνης Μαντζόρε, ὅπου καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη στίς 7 Ἰανουαρίου τοῦ ἔτους 391 μ.Χ., ὁ δέ Ἅγιος Ἰούλιος στό Κούσιον τῆς λίμνης Ὄρτα, ὅπου καί κοιμήθηκε μέ εἰρήνη στίς 31 Ἰανουαρίου τοῦ ἔτους 401 μ.Χ. Ἡ ἀνακομιδή τῶν ἱερῶν λειψάνων αὐτῶν τελεῖται στίς 19 Μαΐου στήν τοπική Ἐκκλησία τῆς Αἴγινας.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Κυρίλλου, ἐπισκόπου Τρεβήρων.
Ὁ Ἅγιος Κύριλλος ἔζησε τόν 5ο αἰώνα μ.Χ. καί ἐξελέγη Ἐπί-σκοπος Τρεβήρων. Ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη καί τό σεπτό σκήνωμά του ἐνταφιάσθηκε στή βασιλική τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ματθαίου τῶν Τρεβήρων.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Ἁδούλφου.
Ὁ Ἅγιος Ἁδοῦλφος ἀσκήτεψε στή μονή τοῦ Ἁγίου Βεδάστου († 6 Φεβρουαρίου) καί ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Ἄρρας, στή νοτιο-ανατολική Γαλλία. Ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό ἔτος 728 μ.Χ. Τό ἱερό λείψανό του ἐνταφιάσθηκε στό ἀββαεῖο τοῦ Ἁγίου Βεδάστου.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Δουνστάνου, ἀρχιεπισκόπου Καντουαρίας.
Ὁ Ἅγιος Δουνστᾶνος ἐγεννήθηκε τό ἔτος 909 μ.Χ. στήν πόλη Γκλαστένμπουρυ τῆς Ἀγγλίας ἀπό εὐγενεῖς καί εὔπορους γονεῖς1. Εὐτύχησε νά ἔχει ὡς διδασκάλους διαπρεπεῖς μοναχούς ἐπό τήν Ἰρλανδία, Οἰ ὁποῖοι διέμεναν τότα στήν πόλη. Ἐκάρη μοναχός καί ἐχειροτονήθηκε διάκονος καί πρεσβύτερος ὑπό τοῦ Ἐπισκόπου τοῦ Οὐῒνσεστερ Ἐλφεγίου. Ἐξελέγη ἀρχικά Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Οὐῒνσεστερ καί κατόπιν, τό ἔτος 961 μ.Χ., Ἀρχιεπίσκοπος Καντουα-ρίας. Ἐπέβαλε μεγάλη πειθαρχία καί ἐπανέφερε τήν κοσμιότητα καί ἱεροπρέπεια στούς κληρικούς καί μοναχούς. Ἐπίσης, ἐπέβαλε πει-θαρχία στούς λαϊκούς, ἰδίως ὁσον ἀφορᾶ στό οἰκοφγενειακό δίκαιο. Ἡ προσπάθειά του γιά τήν ἐπιβολή τάξεως ἦταν ἀναγκαία, διότι κατά τήν ἐπακολουθήσασα περίοδο τῶν Δανικῶν εἰσβολῶν, παρετηρεῖτο μεγάλη ἔκκλιση τῶν ἠθῶν.
Ὁ Ἅγιος Δουνστᾶνος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη, τό ἔτος 988 μ.Χ.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων ὁσιομαρτύρων τῆς ἱερᾶς μονῆς Παναγίας τῆς Καντάρας τῆς Κύπρου Βαρνάβα, Γενναδίου, Γερασίμου, Γερμανοῦ, Θεογνώστου, Θεοκτίστου, Ἱερεμίου, Ἰωάννου, Ἰωσήφ, Κόνωνος, Κυρίλλου, Μαξίμου καί Μάρκου.
Ἡ Κυπριακή Ἐκκλησία διετήρησε τή λυχνία τῆς Πατρίδος καί τῆς Ὀρθοδοξίας σταθερά ἀκοίμητη καί σέ χρόνους κατά τούς ὁποίους χωρίς τήν Ἐκκλησία ἡ λυχνία θά εἶχε πρό πολλοῦ σβε-σθεῖ2.
Μέσα ἀπό τό φωτόλαμπρο νέφος τῶν δαδοφόρων ἡρωϊκῶν ἀθλητῶν τῆς Κυπρακῆς Ἐκκλησίας, ὁλόφωτες προβάλλουν οἱ μορ-φές τῶν Ἁγίων δέκα τριῶν Μοναχῶν καί Ὁμολογητῶν τῆς ἱερᾶς μονῆς Παναγίας Καντάρας.
Οἱ Ἅγιοι αὐτοί Ὁσιομάρτυρες ἔζησαν τόν 13ο αἰώνα μ.Χ., κατά τούς χρόνους πού ἡ νῆσος τῆς Κύπρου εὑρισκόταν κάτω ἀπό τή φράγκικη κυριαρχία. Οἱ κατακτητές ἔκαναν τό πᾶν, γιά νά ὑπο-τάξουν τήν Ἐκκλησία ὑπό τήν ἐξουσία τοῦ Πάπα. Ἡ προσπάθειά τους ἄρχισε ἀπό τό ἔτος 1220. Σέ ἕνα συνέδριο, πού ἔγινε στήν πόλη τῆς Λεμεσοῦ καί στό ὁποῖο ἔλαβαν μέρος ἀντιπρόσωποι τοῦ κλήρου τῶν Λατίνων καί τῆς ἄρχουσας τάξεως, ἀποφασίσθηκε νά ἐπιβλη-θοῦν καταπιεστικά μέτρα γιά τήν ὁλοκληρωτική ἐπικράτηση τῆς Λατινικῆς Ἐκκλησίας. Μπροστά στά μέτρα αὐτά ἡ στάση τοῦ Ὀρθοδόξου κλήρου καί τῶν μοναχῶν ὑπῆρξε πραγματικά ὑπέροχη καί ἀξιοθαύμαστη.
Περί τό ἔτος 1228 οἱ ἀσκητές Ἰωάννης καί Κόνων, πού ἐγκα-ταβιοῦσαν σέ ἕνα ἀπό τά μοναστήρια τοῦ Καλοῦ Ὄρους τῆς Σίδης (Ἀλλαγιᾶς) τῆς Μικρασιατικῆς Παμφυλίας3 καί πού διακρίνονταν γιά τήν εὐσέβειά τους, ἄφησαν τό μοναστήρι τους καί ἦλθαν στήν Κύπρο. Στήν ἀρχή ἐπῆγαν στή μονή Μαχαιρᾶ. Ἀργότερα ἀπο-σύρθηκαν ἀπό ἐκεῖ μαζί μέ ἕναν ἄλλο ἀσκητή, τόν Θωμᾶ, στήν ἱερά μονή τοῦ Χρυσοστόμου. Μά καί ἐδώ δέν εὑρῆκαν ἀνάπαυση. Ἔτσι ἐκταταστάθηκαν στό ἀπόμερο μοναστήρι τῆς Παναγίας τῆς Καντά-ρας καί ἄρχισαν τήν ἄσκησή τους.
Ἡ εὐλάβεια τῶν ἀσκητῶν μαζί μέ τήν ἐκκλησιαστική τους δραστηριότητα, τή φιλανθρωπία καί τήν ἀγάπη γιά τούς πάσχοντες ἀδελφούς, ἔκαμαν ὥστε σέ λίγο καιρό νά προστεθοῦν καί ἄλλοι μοναχοί στήν ἀσκητική τους παλαίστρα. Ἡ φήμη τῆς εὐλάβειας καί τῆς ἀρετῆς τῶν ταπεινῶν Ὁσίων ἔφθασε καί στά ὦτα τῶν Λατίνων. Στό ἄκουσμα τῆς φήμης αὐτῆς ὁ φθόνος ἄναψε στήν καρδιά τῶν Λατίνων. Ὁ Φράγκος Ἀρχιεπίσκοπος Εὐστόργιος, πού ἔμενε στή λευκωσία, ἀμέσως ἐκάλεσε κοντά του τόν ἱεροκήρυκά του Ἀνδρέα καί τόν διέταξε νά πάρει τό βοηθό του, κάποιον Ἡλίερμο, γιά νά πᾶνε στό μοναστήρι τῆς καντάρας. Ἔπρεπε οἱ ἴδιοι νά δοῦν καί νά πιστοποιήσουν τά λεγόμενα, μά καί νά παρασύρουν τούς Ὁσίους στό ἰδικό τους δόγμα. Ὅμως αὐτό δέν ἦταν δυνατόν. Οἱ ἀντιπρό-σωποι τοῦ Εὐστόργιου ἐφυγαν ἀπό τή μονή ἄπρακτοι καί προσβε-βλημένοι.
Οἱ Πατέρες τῆς Καντάρας ἐκλήθησαν νά λογοδοτήσουν στόν Λατίνο Ἀρχιερέα στή Λευκωσία. Ἔτσι καί ἔγινε. Οἱ Ὅσιοι, ἐνώπιον τοῦ Εὐστοργίου, ἔμειναν ἀμετάθετοι στήν Ὀρθόδοξη πίστη καί ὑπερασπίσθηκαν τήν Ὀρθόδοξη διδασκαλία. Τό ἀποτέλεσμα ἦταν νά συλληφθοῦν, νά μαστιγωθοῦν καί νά ριφθοῦν στή φυλακή, ὅπου παρέμειναν ἔγκλειστοι ἐπί τρία χρόνια. Στίς 5 Ἀπριλίου τοῦ ἔτους 1231 οἱ ἀβάσταχτες κακουχίες προεκάλεσαν τό θάνατο τοῦ Ὁσιο-μάρτυρος Θεογνώστου. Οἱ Λατίνοι ἐπῆραν τό τίμιο λείψανο, τό ἔσυ-ραν στούς δρόμους τῆς Λευκωσίας καί στή συνέχεια τό ἔρριψαν στή φωτιά καί τό ἔκαψαν.
Ὁ Φράγκος Ἀρχιεπίσκοπος, ὄντας ὑποχρεωμένος νά ἀπου-σιάσει ἀπό τήν Κύπρο, ἔγραψε στόν Πάπα τῆς Ρώμης Γρηγόριο Θ΄ (1227-1241) καί ἐζήτησε ὁδηγίες τί νά κάμει μέ τούς μοναχούς τῆς μονῆς Καντάρας. Καί αὐτός συνεβούλευσε νά κληθοῦν γιά τρίτη φορά οἱ μοναχοί καί νά ἐρωτηθοῦν τί πιστεύουν. Ἐάν ἐπιμένουν στή γνώμη τους, τότε νά τιμωρηθοῦν ὡς αἱρετικοί.
Ὕστερα ἀπό τήν ὑπόδειξη αὐτή, ὁ Εὐστόργιος ἀνέθεσε τήν ὑπόθεση τῶν Ὁσίων Πατέρων στό ἀντιπρόσωπό του Ἀνδρέα. ΟὉ Ἅγιοι ὁμολόγησαν καί πάλι τήν Ὀρθόδοξη πίστη τους καί διεκή-ρυξαν τό Συνοδικόν τῆς Ζ΄ Ἁγίας καί Οἰκουμενικῆς Συνόδου, τό ὁποῖο ἀναγινώσεται τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἔτσι ἐκάησαν, κατόπιν πολλῶν βασανιστηρίων, «ράβδοις ἀνηλεῶς τυπτόμενοι καί τήν σάρκα κατατεμνόμενοι», ὅπως λέγει ἀνώνυμος χρονογράφος, ἀπό τούς Φράγκους, τό ἔτος 1231, ἐπειδή ἐνέμεναν μέ πνευματική ἀνδρεία τήν Ὀρθόδοξη πίστη, ἀρνούμενοι τίς καινοτομίες τῶν Λα-τίνων.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Κορνηλίου, τοῦ Θαυματουργοῦ.
Ὁ Ὅσιος Κoρνήλιος τοῦ Κομέλ ἐγγενήθηκε στήν πόλη Ρο-στώβ τῆς Ρωσίας, τό ἔτος 1455, καί καταγόταν ἀπό τήν εὐγενή οἰκο-γένεια Κριούκωφ τῶν βογιάρων. Ὁ ἀδελφός του Λουκιανός ὑπηρε-τοῦσε στό δικαστήριο τοῦ μεγάλου πρίγκηπος τῆς Μόσχας Βασι-λείου Βασίλεβιτς Τέμνυϊ. Ὅταν ὁ Λουκιανός ἀπεφάσισε νά ἀπο-συρθεῖ στή μονή τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου τῆς Λευκῆς Λίμνης, αὐτό ἐπη-ρέασε καί τόν Κορνήλιο, ὁ ὁποῖος ἀγαποῦσε πολύ τό μοναχικό βίο. Τόν ἀκολούθησε, λοιπόν, στή μονή, ὅπου ἄρχισε τήν αὐστηρή ἄσκηση. Ἀκόμη καί στό ἀρτοποιεῖο τῆς μονῆης, ὅπου διακονοῦσε, ἐφοροῦσε βαρειές ἁλυσίδες, γιά νά ἀσκεῖται περισσότερο, ἐνῶ ἠσχολεῖτο καί μέ τήν ἀντιγραφή ἐκκλησιαστικῶν βιβλίων. Λίγο ἀργότερα ὁ Ὅσιος Κορνήλιος κατέφυγε στή μονή τοῦ Ὁσίου Γεννα-δίου, στό Νόβγκοροντ, ἀλλά προτιμώντας νά ζήσει τόν ἡσυχαστικό βίο κατέφυγε τελικά, τό ἔτος 1497, στό δάσος τοῦ Κομέλ. Ἐδῶ, τό ἔτος 1501, ἀνήγειρε ἕνα ξύλινο ναό πρός τιμήν τῆς Θεοτόκου καί λίγο ἀργότερα ὁ ὁ Μητροπολίτης Σίμων τόν ὅρισε ὡς ἱερομόναχο τῆς μονῆς. Σιγά-σιγά ὁ ἀριθμός τῶν μοχαχῶν ἀυξήθηκε καί ὁ Ὅσιος Κορνήλιος οἰκοδόμησε καί νέο ναό καί συνέγραψε μοναχικό Κα-νόνα μέ βάση τό Τυπικόν τοῦ Ὁσίου Ἰωσήφ Βολοκολάμσκ καί τοῦ Ὁσίου Νείλου τῆς Σόρα.
Ὁ Ὅσιος διακρίθηκε γιά τή φιλανθρωπία καί τήν ἀγάπη πρός τούς πάσχοντες, τούς πτωχούς καί τά ὀρφανά. Ἐπίσης, ἔκτισε ναό πρόςε τιμήν Ἁγίου Ἀντωνίου τοῦ Μεγάλου, πρός τόν ὁποῖο ἔτρεφε ἰδιαίτερο σεβασμό καί τόν ὁποῖο ἀξιώθηκε νά βλέπει σέ ὁράματα.
Ὁ Ὅσιος Κορνήλιος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη, τό ἔτος 1537.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Κορνηλίου, τοῦ ἐκ Ρωσίας.
Ὁ Ὅσιος Κορνήλιος τοῦ Παλεοστρόβο ἐγεννήθηκε στήν πόλη Πσκώφ τῆς Ρωσίας καί ἔζησε κατά τόν 14ο καί 15ο αἰώνα μ.Χ. Ἀσκήτεψε στή νῆσο Πάλι τῆς λίμνης Ὀνέγκα, ὅπου ἵδρυσε μονα-στική κοινότητα καί ἀνήγειρε ναό πρός τιμήν τοῦ Γενεσίου τῆς Θεο-τόκου. Γιά μεγαλύτερη ἄσκηση ὁ Ὅσιος ἔζησε μέσα σέ ἕνα σπήλαιο κοντά στή μονή, ὅπου προσευχόταν ἀδιάλειπτα. Ἐκεῖ ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη, τό ἔτος 1420.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου Δημητρίου, τοῦ μεγάλου πρίγκηπος.
Ὁ Ἅγιος Δημήτριος Ντονσκόϊ ἐγεννήθηκε τό ἔτος 1350. Τήν πνευματική ἀνατροφή του εἶχε ἀναλάβει ὁ Ἐπίσκοπςο τῆς Μόσχας Ἀλέξιος. Ἡ εὐσέβεια τοῦ Δημητρίου συνδυαζόταν μέ τήν ἱκανότητά του στή διοίκηση. Ἔτσι ἀφιέρωσε τόν ἑυατό του στήν ἕνωση τῆς Ρωσικῆς γῆς καί στήν ἀπελευθέρωσή της ἀπό τό ζυγὸ τῶν Ταταρο-μογγόλων, ὡς στή διακονία τῆς Ἐκκλησίας.
Προετοιμαζόμενος γιά τήν ἀποφασιστική μάχη μέ τός ὀρδές τοῦ Μαμάϊ, ὁ Ἅγιος Δημήτριος ἐζήτησε τήν εὐλογία τοῦ Ὁσίου Σεργίου τοῦ Ραντονέζ. Ὁ Ὅσιος Γέροντας ἐνθάρρυνε τήν πρίγκηπα καί τοῦ ἔστειλε ὡς συσμπαραστές τούς μοναχούς Ἀλέξανδρο (Περεσβιάτ) καί Ἀνδρέα (Ὀσλιάμπι). Γιά τή νίκη του στό πεδίο τῆς μάχης Κουλικώφ (μεταξύ τῶν ποταμῶν Ντόν καί Νεπριάντβα), κατά τήν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τοῦ Γενεσίου τῆς Θεοτόκου, ὁ πρίγκηπας Δημήτριος ἐπῆρε τό ὄνομα Ντονσκόϊ.
Ὁ Ἅγιος οἰκοδοόμησε τή μονή Οὐσπένσκι στόν ποταμό Ντουμπένκα καί ἔκτισε τό ναό τοῦ Γενεσίου τῆς Θεοτόκου στό κοιμητήριο, ὅπου εἶχαν ἐνταφιασθεῖ οἱ στρατιῶτες πού ἔπεσαν στή μάχη.
Ὁ Ἅγιος Δημήτριος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τὀ ἔτος 1389 καί ἐνταφιάσθηκε στό ναό τῶν Ἀρχαγγἐλων τοῦ Κρεμλίνου τῆς Μό-σχας.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Σεργίου τῆς Σουχτόμα.
Ὁ Ὅσιος Σέργιος τῆς Σουχτόμα, κατά κόσμον Στέφανος, ἐγεννήθηκε στήν πόλη Καζάν τῆς Ρωσίας ἀπό φιλόθεους καί εὐσε-βεῖς γονεῖς. Γιά τρία ἔτη ἐταξίδεψε ὡς προσκυνητής σέ ἱερές μονές τὴς Παλαιστίνης καί τῆς Ἑλλάδος καί τελικά, μετά τήν ἐπιστρογή του στό Νόβγκοροντ, ἀπεφάσισε νά ἐγκαταβιώσει στή μονή Σο-λόφκι. Τό ἔτος 1603 ἐκάρη μοναχός ἀπό τήν ἀρχιμανδρίτη Ἡσαῒα, ὁ ὁποῖος ἀργότερα ἁγιογράφησε τήν εἰκόνα τοῦ Ὁσίου.
Ἀμέσως μετά τή μοναχική κουρά του ὁ Ὅσιος ἄρχισε τόν σκληρό πνευματικό ἀγώνα καί ἐπιδόθηκε στήν ἀδιάλειπτη προ-σευχή. Ἔτσι ὁ Τριαδικός Θεός τόν ἐπροίκησε μέ τό χάρισμα τῆς προορατικότητος.
Ὁ Ὅσιος Σέργιος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό ἔτος 1609.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἰγνατίου, ἡγεμόνος τοῦ Οὔγκλιχ.
Ὁ Ὅσιος Ἰγνάτιος, κατά κόσμον Ἰωάννης, ἐγεννήθηκε, τό ἔτος 1477, στή Ρωσία καί ἦταν υἱός τοῦ πρίγκηπος Ἀνδρέου Βασίλε-βιτς Μπλαγκοβέρνογκο καί τῆς Ἑλένης. Σέ ἡλικία τριάντα δύο ἐτῶν ἐγκατέλειψε τόν κόσμο καί ἐκάρη μοναχός μέ τό ὄνομα Ἰγνάτιος.
Ὁ Ὅσιος Ἰγνάτιος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη, τό ἔτος 1522, καί κατά τήν ἡμέρα τοῦ ἐνταφιασμοῦ του τό τίμιο λείψανό του εὐωδί-αζε.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων νεομαρτύρων ἐν Σλομπόντσκαγια τῆς Οὐκρανίας.
Οἱ Ἅγιοι Νεομάρτυρες τῆς περιοχῆς Σλομπόντσκαγια τῆς Οὐκρανίας, κοντά στό Χάρκωβ, εἶναι:
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Βαρσανούφιος, κατά κόσμον Βαλεντί-νος Μιχαήλοβιτς Μάμτσιτς. Ἦταν ἱερομόναχος στή μονή τοῦ Τόλ-γκα, στήν Ἐπισκοπή τοῦ Γιαροσλάβλ, καί ἐμαρτύρησε τό ἔτος 1937.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Κυπριανός, κατά κόσμον Λέων Νικο-λάεβιτς Γιανκόβσκϊυ, ὁ ὁποῖος ἐγεννήθηκε στίς 31 Ὀκτωβρίου 1897 στό Χάρκωβ καί ἐμαρτύρησε τό ἔτος 1938.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἰάκωβος Ἰβάνοβιτς Ρεντοζούμπωφ, πρωτοπρεσβύτερος, ὁ ὁποῖος ἐγεννήθηκε στήν πόλη Κούγκουεβ, στήν ἐπαρχία τοῦ Χάρκωβ, καί ἐμαρτύρησε κατά μῆνα Δεκέμβριο τοῦ ἔτος 1937.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Νικόλαος Μιχαήλοβιτς Ζαγκορόφσκϊυ, πρωτοπρεσβύτερος, ὁ ὁποῖος ἐγεννήθηκε τό ἔτος 1872 στήν πόλη Ἀχτύρκα, στήν Ἐπισκοπή τοῦ Χάρκωβ, καί ἐμαρτύρησε τό ἔτος 1941.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Πέτρος Βαρθολομέεβιτς Ντοροσένκο, πρωτοπρεσβύτερος, ὁ ὁποῖος ἐγεννήθηκε στήν πόλη Κούγκουεβ καί ἐμαρτύρησε κατά μῆνα Δεκέμβριο τοῦ ἔτους 1937.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἰωάννης Θέντοροφ, διάκονος τῆς ἐκκλησίας τοῦ Ἀργαγγέλου Μιχαήλ τοῦ Κρασνοκούτσκ, ὁ ὁποῖος ἐμαρτύρησε τό ἔτος 1941.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἱλαρίων Νικολάεβιτς Ζούκωφ, διάκο-νος, ὁ ὁποῖος ἐγεννήθηκε στό χωριό Καμπάνοβκα τοῦ Σταρομπέλσκ καί ἐμαρτύρησε κατά μῆνα Δεκέμβριο τοῦ ἔτους 1937.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Σέργιος Παύλοβιτς Ζίπουλιν, διάκονος, ὁ ὁποῖος ἐγεννήθηκε στίς 21 Δεκεμβρίου 1872 στήν πόλη Μπέλσκ καί ἐμαρτύρησε τό ἔτος 1940.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἀντώνιος Ἀρτέμοβιτς Γκόρμπαν, διάκονος, ὁ ὁποῖος ἐγεννήθηκε στίς 22 Ἰανουαρίου 1866 στό χωριό Γκόρμπαν τῆς ἐπαρχίας τῆς Πολτάβα και ἐμαρτύρησε κατά μῆνα Νοέμβριο τοῦ ἔτος 1937.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἰωάννης Βασίλεβιτς Τίμονωφ, διάκονος, ὁ ὁποῖος ἐγεννήθηκε στό χωριό Κερνγιάνσκ τῆς Ἐπισκοπῆς τοῦ Κούρσκ καί ἐμαρτύρησε κατά μῆνα Όκτώβριο τοῦ ἔτος 1937.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Βλαδίμηρος Νικολάεβιτς Βασιλέφσκϊυ, διάκονος, ὁ ὁποῖος ἐγεννήθηκε στίς 6 Ἰανουαρίου 1892 στήν πόλη τῆς Τασκένδης καί ἐμαρτύρησε κατά μῆνα Δεκέμβριο τοῦ ἔτος 1937.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Νικόλαος Τιμοφέεβιτς Μιγκούλιν, διά-κονος, ὁ ὁποῖος ἐγεννήθηκε στίς 4 Δεκεμβρίου 1872 στό χωριό Μαλάγια Βόλκα τῆς ἐπαρχίας Χάρκωβ καί ἐμαρτύρησε κατά μῆνα Σεπτέμβριο τοῦ ἔτους 1937.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Βίκτωρ Νικολάεβιτς Γιαβόρσκϊυ, διάκο-νος, ὁ ὁποῖος ἐγεννήθηκε στίς 2 Ἀπριλίου 1873 στό χωριό Κοροσίνο καί ἐμαρτύρησε κατά μῆνα Δεκέμβριο τοῦ ἔτους 1937.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Διονύσιος Ἀντρέεβιτς Καγκόβετς, ὁ ὁποῖος ἐγεννήθηκε στό χωριό Ντεργκάτσι τῆς Ἐπισκοπῆς τοῦ Χάρκωβ καί ἐμαρτύρησε κατά μῆνα Δεκέμβριο τοῦ ἔτους 1937.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Στέφανος Ἀλεξάντροβιτς Ἀντρόνωφ, ὁ ὁποῖος ἐγεννήθηκε στίς 15 Σεπτεμβρίου 1867 στό χωριό Ζολόκεφ τῆς Ἐπισκοπῆς τοῦ Χάρκωβ καί ἐμαρτύρησε κατά μῆνα Ὀκτώβριο τοῦ ἔτους 1937.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἰβωάννης Πέτροβιτς Θεοντόρωφ, ὁ ὁποῖος ἐγεννήθηκε στό χωριό Σεσλαβίνο τῆς ἐπαρχίας τοῦ Ταμπώφ καί ἐμαρτύρησε κατά μῆνα Αὔγουστο τοῦ ἔτους 1937.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Λουκιανός Πέτροβιτς Θεντότωφ, ὁ ὁποῖος ἐγεννήθηκε στίς 13 Ὀκτωβρίου 1895 στήν πόλη Ἰζγιούμ τῆς ἐπαρχίας τοῦ Χάρκωβ καί ἐμαρτύρησε κατά μῆνα Ὀκτώβριο τοῦ ἔτους 1937.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἀλέξιος Νικολάεβιτς Ταταρίνωφ, ὁ ὁποῖος ἐγεννήθηκε στίς 30 Μαρτίου 1885 στό χωριό Κοῦνε τῆς ἐπαρχίας τοῦ Χάρκωβ καί ἐμαρτύρησε κατά μῆνα Δεκέμβριο τοῦ ἔτους 1937.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἰάκωβος Ἰλίτς Ματυνένκο, ὁ ὁποῖος ἐγεννήθηκε στίς 4 Ἰανουαρίου 1878 στό χωριό Κορότιτς τῆς ἐπαρ-χίας τοῦ Χάρκωβ καί ἐμαρτύρησε κατά μῆνα Ὀκτώβριο τοῦ ἔτους 1937.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Παῦλος Μιχαήλοβιτς Κρασνοκούτσκϊυ, ὁ ὁποῖος ἐφυλακίσθηκε τό ἔτος 1930.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Παῒσιος Γρηγόρεβιτς Μόσκοτ, ὁ ὁποῖος ἐγεννήθηκε στίς 8 Δεκεμβρίου 1869 στό χωριό Πέσκι Ραντκόφσκι τῆς ἐπαρχίας τοῦ Χάρκωβ καί ἐμαρτύρησε κατά μῆνα Ὀκτώβριο τοῦ 1937.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Συμεών Κυρίλλοβιτς Ὀσκίν, ὁ ὁποῖος ἐγεννήθηκε στίς 24 Μαῒου 1880 στό χωριό Πεσκανόε τῆς ἐπαρχίας τοῦ Χάρκωβ καί ἐμαρτύρησε κατά μῆνα Ἰούνιο 1937.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Νικόλαος Σεργκέεβιτς Ἐφίμωφ, ὁ ὁποῖος ἐγεννήθηκε στίς 3 Φεβρουαρίου 1890 στό χωριό Βέρχνϊυ Σάτωφ τῆς ἐπαρχίας τοῦ Χάρκωβ καί ἐμαρτύρησε κατά μῆνα Δεκέμβριο τοῦ 1937.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Γαβριήλ Ἀλεξάντροβιτς Προτόποπωφ, ὁ ὁποῖος ἐγεννήθηκε στίς 26 Μαρτίου 1880 στό χωριό Πετσενέγκι καί ἐμαρτύρησε κατά μῆνα Μάρτιο τοῦ ἔτους 1938.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Σπυρίδων Μακάροβιτς Ἐβτουσένκο, ὁ ὁποῖος ἐγεννήθηκε στίς 31 Ὀκτωβρίου 1883 στό χωριό Σολονισέβκα τῆς Ἐπισκοπῆς τοῦ Χάρκωβ καί ἐμαρτύρησε κατά μῆνα Μάρτιο τοῦ 1938.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἰωάννης Ἀντρέεβιτς Κονονένκο, ὁ ὁποῖος ἐγεννήθηκε στίς 7 Ἰανουαρίου 1880 στό χωριό Σολόχι τῆς ἐπαρχίας τοῦ Χάρκωβ καί ἐμαρτύρησε κατά μῆνα Ἀπρίλιο τοῦ 1938.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Φίλιππος Μιχαήλοβιτς Ὀρντίνετς, ὁ ὁποῖος ἐγεννήθηκε τήν 1η Ἰουνίου 1888 στήν Μυρόπολη καί ἐμαρ-τύρησε κατά μῆνα Μάρτιο τοῦ 1938.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἀνδρέας Νικήτοβιτς Μισένκο, ὁ ὁποῖος ἐγεννήθηκε στίς 30 Ὀκτωβρίου 1893 στό Χάρκωβ καί ἐμαρτύρησε κατά μῆνα Ἀπρίλιο τοῦ 1938.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Ὀνουφρίου, ἐπισκόπου Κούρσκ τῆς Ρωσίας.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ὀνούφριος, κατά κόσμον Ἀντώνιος, ἐγεννήθηκε στίς 2 Ἀπριλίου 1889 στήν ἐπαρχία τοῦ Χόλμ. Τό ἔτος 1915 ἐτελείωσε τήν ἐκκλησιαστική ἀκαδημία τῆς Ἁγίας Πετρουπό-λεως καί τό ἔτος 1915 ἐχειροτονήθηκε πρεσβύτερος καί ἐτοποθετή-θηκε ὡς ἐφημέριος σέ μιά ἐνορία. Στίς 8 Ἰανουαρίου 1923 ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τῆς Ὀδησσοῦ καί ὠφέλησε πνευματικά τόν λαό τῆς πόλεως καί ἰδιαίτερα τούς νέους. Συνελήφθη ἀπό τό καθεστώς τῶν Μπολσεβίκων τό ἔτος 1924, ἀλλά ἀφέθηκε ἐλεύθερος, γιά νά περά-σει καί πάλι τή δοκιμασία τῆς συλλήψεως τό ἔτος 1927. Τό ἔτος 1934 ἐκλέγεται Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Κούρσκ. Ἐκεῖ ἀγωνίζεται καθημερινά νά συμπαρασταθεῖ στούς διωκόμενους Χριστιανούς καί στούς φτωχούς. Τό ἔτος 1935 μετατίθεται στά Οὐράλια καί τό ἔτος 1938 δολοφονεῖται, γιά τή δράση του, ἀπό ἀνθρώπους τοῦ κάθε-στῶτος. Λίγο πρίν τή δολοφονία του ἔγραψε στή μητέρα του: «Εὐ-χαριστῶ τόν Θεό γιά τά πάντα!».
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῆς εἰσόδου τῆς Ἁγίας Νίνας τῆς Ἰσαποστόλου εἰς Γεωργίαν.
Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν!