Ομιλία Πανοσιολογιοτάτου Αρχιμανδρίτου π. Διονυσίου Χατζηαντωνίου κατά τον Εσπερινόν της μνήμης του Αγίου Θεράποντος
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!
Προ ολίγων ημερών εορτάσαμε την ζωηφόρο Ανάσταση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και μόλις χθες τιμήσαμε τη μνήμη των πρώτων μαρτύρων της Αναστάσεως του Χριστού, των Αγίων Μυροφόρων.
Αναμφισβήτητα το δόγμα της Ανάστασης του Χριστού είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της χριστιανικής πίστης. Γι’αυτό και ο Απόστολος Παύλος, αντιτασσόμενος στους πρώτους στην ιστορία αιρετικούς, οι οποίοι κήρυτταν στους Κορινθίους ότι δεν θα γίνει ανάσταση των νεκρών και ότι ο Χριστός δεν αναστήθηκε, τονίζει: «Εάν δεν υπάρχει ανάσταση νεκρών, τότε ούτε ο Χριστός έχει αναστηθεί. Εάν ο Χριστός δεν αναστήθηκε, τότε είναι κενό και χωρίς περιεχόμενο το κήρυγμα μας, κούφια και ανωφελής η πίστη σας. «Εἰ δὲ Χριστὸς οὐκ ἐγήγερται͵ ματαία ἡ πίστις ὑμῶν» και είστε άκομη βυθισμένοι στις αμαρτίας σας. Επομένως, και εκείνοι που έχουν πεθάνει πιστεύοντας στον Χριστό, έχουν χαθεί. …..
Ο Χριστός όμως έχει αναστηθεί εκ των νεκρών. Αναστήθηκε πρώτος από όλους και έγινε η αρχή της αναστάσεως όλων των κοιμηθέντων» (Α’ Κορ. 15,12-20).
Αναφορικά με το μέγα δόγμα της ενανθρώπησης του Θεού Λόγου, ο Απόστολος Παύλος, αλλά κατόπιν και όλοι οι Πατέρες της Εκκλησίας, δεν επιμένουν σε τίποτε άλλο και δεν ζητούν πίστη σε τίποτε άλλο, παρά στην Ανάσταση του Χριστού. Δεν λέγουν λοιπόν, αν ο Χριστός δεν γεννήθηκε, δεν θαυματούργησε, δεν δίδαξε, δεν πέθανε, δεν ετάφη, τότε είναι «ματαία η πίστις υμών», αλλά αν ο Χριστός δεν αναστήθηκε, τότε είναι «ματαία η πίστις υμών».
Στον ορισμό που δίδει ο ουρανοβάμων Παύλος στην λέξη «πίστις», γράφει: «Ἔστι δὲ πίστις, ἐλπιζομένων ὑπόστασις, πραγμάτων ἔλεγχος οὐ βλεπομένων» (Εβρ. 11,1). Πίστη είναι, η ακλόνητη πεποίθηση στην πραγματική και βεβαία ύπαρξη αγαθών, στα οποία ελπίζουμε˙ απόδειξη και βεβαιότητα περί πραγμάτων, που δεν βλέπονται με τα μάτια του σώματος.
Δεν είναι λοιπόν θέμα πίστεως το ότι υπήρξε πριν δύο χιλιετίες ένας άνθρωπος που ονομαζόταν Ιησούς, ο οποίος όπως όλοι οι άνθρωποι γεννήθηκε, μεγάλωσε, έζησε για 33 χρόνια, απέθανε και ετάφη, αλλά είναι απόλυτο θέμα πίστεως το ότι αυτός ο Ιησούς είναι το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος που έγινε άνθρωπος, απέθανε και ετάφη, αλλά και αναστήθηκε εκ νεκρών.
Κατά συνέπεια, από όλη την επίγεια πορεία του Κυρίου μας, στο μοναδικό γεγονός που ζητείται η πίστη μας, είναι η Ανάστασή Του, η οποία είναι και η απαρχή των άλλων τεσσάρων σωτήριων για την ανθρωπότητα γεγονότων: Της Αναλήψεως, της εκ δεξιών του Πατρός καθέδρας, της Πεντηκοστής και της Δευτέρας Αυτού Παρουσίας.
Αν λοιπόν ο Χριστός ήταν απλά ένα ιστορικό πρόσωπο, το οποίο είπε ωραίες και ωφέλιμες διδασκαλίες αλλά απέθανε και ετάφη, αλλά δεν αναστήθηκε, τότε ούτε ανελήφθη στους ουρανούς συνανυψώνοντας την ανθρώπινη φύση στο υπερουράνιο θυσιαστήριο, ούτε εκάθισεν εκ δεξιών του Πατρός, ούτε απέστειλε κατά την Πεντηκοστή το Άγιο Πνεύμα στην Εκκλησία, ούτε βέβαια θα έλθει πάλι «μετά δόξης κρίναι ζώντας και νεκρούς»˙ και τελικά, κάθε προσδοκία μας για σωτηρία, κάθε προσδοκία μας για ανάσταση των νεκρών και για ζωήν του μέλλοντος αιώνος είναι μάταιη και ψευδής.
Και κατά την αναστάσιμη περίοδο που διανύουμε, η Εκκλησία μας τιμά την μνήμη δεκάδων, ίσως και εκατοντάδων Αγίων της, οι οποίοι ευαρεστώντας τον Θεό, έγιναν μάρτυρες της Αναστάσεώς του, όπως οι Άγιοι Απόστολοι και οι Αγίες Μυροφόρες˙ ο Απόστολος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος και οι πεντακόσιοι αδελφοί, αλλά και αυτός ο Απόστολος Παύλος (Α’ Κορ. 15,6-7). Όλοι αυτοί είδαν και επίστευσαν, ενώ οι Άγιοί μας, τα εκατομμύρια των Αγίων μας, ανήκουν σε εκείνους που μακαρίζει ο Χριστός, λέγοντας: «Μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες». Εκείνος άλλωστε διαβεβαίωνε τους Μαθητές ότι «ὁ ἔχων τὰς ἐντολάς μου καὶ τηρῶν αὐτὰς ἐκεῖνός ἐστιν ὁ ἀγαπῶν με· ὁ δὲ ἀγαπῶν με ἀγαπηθήσεται ὑπὸ τοῦ πατρός μου͵ κἀγὼ ἀγαπήσω αὐτὸν καὶ ἐμφανίσω αὐτῷ ἐμαυτόν» (Ιω. 14,21).
Ο αναστημένος Κύριος δεν εμφανίσθηκε λοιπόν μόνο στις Μυροφόρες και σε 513 ανθρώπους, όπως τους απαριθμεί ο Απόστολος Παύλος στην Α’ προς Κορινθίους Επιστολή του, αφού Εκείνος διαβεβαιώνει ότι, όποιος με αγαπά και τηρεί τις εντολές μου, αυτόν τον αγαπώ κι εγώ, «καὶ ἐμφανίσω αὐτῷ ἐμαυτόν».
Η εμφάνιση όμως του αναστημένου Χριστού, αδελφοί μου, δεν πραγματοποιείται ατομικά. Ο αναστημένος Χριστός εμφανίζεται μόνο στην Εκκλησία Του, η οποία κατά τον ιερό Αυγουστίνο είναι αυτός ο Χριστός παρατεινόμενος εις τους αιώνας, και εκείνη είναι που προσφέρει την εμπειρία της Αναστάσεως απλόχερα σε όλους τους πιστούς, ανάλογα βέβαια με την δεκτικότητα και τον προσωπικό αγώνα τους.
Ο άγιος Συμεών ο νέος Θεολόγος, αναφερόμενος στην προσευχή, “Ανάστασιν Χριστού θεασάμενοι προσκυνήσωμεν άγιον, Κύριον, Ιησούν, τον μόνον αναμάρτητον….», διδάσκει ότι δεν αναφερόμαστε στην Ανάσταση που είδαν οι Μαθητές, δηλαδή δεν πρόκειται μόνο για μια ιστορική αναφορά, αλλά για την Ανάσταση, ή μάλλον τον Αναστάντα Χριστό που τον βλέπουμε μέσα στην Εκκλησία. Δεν λέμε “ανάστασιν Χριστού πιστευσάμενοι“, αλλά “θεασάμενοι”! Βέβαια, υπάρχουν πολλοί που πιστεύουν στην Ανάσταση, αλλά υπάρχουν και άλλοι, έστω και ολίγοι, που βλέπουν και κάθε ώρα τον Αναστάντα Χριστό λαμπροφορούντα, και απαστράπτοντα “τάς της αφθαρσίας και Θεότητος αστραπάς”. Γιατί, πραγματικά, η Ανάσταση του Χριστού “η ημετέρα υπάρχει ανάστασις, των κάτω κειμένων”. Έτσι, άλλοι είναι μάρτυρες της Αναστάσεως του Χριστού “εξ ακοής” και άλλοι μάρτυρες “από θέας”. Οι τελευταίοι είναι και οι κατ’ εξοχήν μάρτυρες της Αναστάσεως του Χριστού.
Ένας όχι απλά εξ ακοής, αλλά όπως οι Μυροφόρες, «από θέας» μάρτυρας της Αναστάσεως του Κυρίου είναι και ο σήμερα τιμώμενος Άγιος Θεράπων επίσκοπος Κύπρου ο θαυματουργός. Απειροελάχιστες πληροφορίες έχουμε για τον βίο του. Όπως σημειώνει ο συναξαριστής του, δεν γνωρίζουμε ούτε την καταγωγή του, ούτε πότε έζησε, ούτε σε ποια περιοχή της Κύπρου έδρασε, ούτε και πώς μαρτύρησε, «καθ’ότι τα υπομνήματα του βίου αυτού απωλέσθησαν υπό του πανδαμάτορος χρόνου». Παρόλο όμως που δεν γνωρίζουμε σχεδόν τίποτα από τον βίο του, εμείς τον τιμούμε. Χιλιάδες πιστοί σήμερα και αύριο κατακλύουμε τους ναούς του στην Κωνσταντινούπολη, την Κύπρο, την Θεσσαλονίκη, τη Μυτιλήνη και στον περικαλλέστατο τούτο ναό του.
Και τον τιμούμε επειδή ολόθερμα αγάπησε τον Χριστό, τήρησε τις εντολές του και εν υπομονή σήκωσε τον σταυρό του.
Και τον τιμούμε επειδή ο Χριστός, όπως υπσχέθηκε, εμφάνισε σε εκείνον τον εαυτό του, εποίησε μονήν εντός του, τον έχρισε ποιμένα των λογικών προβάτων Του και του έδωσε το χάρισμα της θαυματουργίας.
Και τον τιμούμε χάριν της Αναστάσεως του Χριστού ως έτι ζώντα επειδή μετά το μαρτύριό του ο Χριστός αναπαύει την αγία ψυχή του στην Βασιλεία Του, αφού τα αναρίθμητα θαύματα που επιτελεί, αλλά και η παρουσία όλων ημών εδώ, αποδεικνύουν περίτρανα ότι ο Άγιος Θεράπων δεν χάθηκε μετά τον θάνατό του, αλλά ζει˙ η αγία ψυχή του ζει κοντά στον Χριστό, τον βλέπει «πρόσωπον προς πρόσωπον» (Α’ Κορ.13,12) και «καθώς εστί» (Γ’ Ιω. 2) και για όσους τον επικαλούνται είναι μεσίτης σε Αυτόν.
Και τον τιμούμε και ως μάρτυρα της Αναστάσεως του Κυρίου, γιατί ως επίσκοπος τελούσε τα Μυστήρια της Εκκλησίας και παροντοποιούσε και μετέδιδε δι’αυτών τον αναστάντα Χριστό.
Και τον τιμούμε και ως μάρτυρα της Αναστάσεως γιατί απέδειξε το δόγμα της Αναστάσεως μέσω της αγίας ζωής του και του μαρτυρίου του.
Τέλος, τον τιμούμε και ως μάρτυρα της Αναστάσεως, γιατί το άγιο λείψανό του έγινε και αυτό αναμφισβήτητος μάρτυρας του δόγματος της Αναστάσεως, αφού, όπως όλα τα λείψανα των αγίων της πίστεώς μας, δεν είναι «ξηρά οστά», αλλά είναι ένα σώμα ζωντανό, ένα σώμα δοξασμένο από τον Θεό, ένα σώμα που βρύει ιάματα, ένα σώμα που είναι κατοικητήριο του Αγίου Πνεύματος, ένα σώμα που αναμένει και αυτό την Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου και την «κοινήν Ανάστασιν».
Σεβασμιώτατε,
Σεβαστοί Πατέρες και αγαπητοί αδελφοί,
Προσήλθαμε εδώ σήμερα, κλήρος και λαός, για να τιμήσουμε τον Άγιο Θεράποντα. Ποιο είναι το μήνυμα που μάς δίδει ο Άγιος, σύμφωνα με τα όσα αναφέραμε: Το μήνυμά του είναι ότι, όπως εγώ έζησα την εμπειρία του Αναστάντος Χριστού, καλώ κι εσάς να τη ζήσετε, για να εμφανίσει και σ’εσάς ο Χριστός τον εαυτό Του!
Ο μόνος χώρος που βρίσκεται για πάντα και αποκλειστικά ο αναστημένος Χριστός είναι ΜΟΝΟΝ η Εκκλησία Του. Όπως διαβάζουμε στην προ της υψώσεως του Αγίου Άρτου ευχή της Θείας Λειτουργίας του ιερού Χρυσοστόμου, ο Χριστός είναι «ὧδε ἡμῖν ἀοράτως συνών», και αυτοί που Τον βλέπουν διά της Εκκλησίας και εν τη Εκκλησία, είναι ΜΟΝΟΝ όσοι προσπαθούν, αγωνίζονται να έχουν καθαρή την καρδιά τους από τα πάθη και τις αμαρτίες. Γιατί Εκείνος είναι ο ειπών: «Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία ότι αυτοί τον Θεόν όψονται». Κατά το μέτρο λοιπόν που καθαρίζουμε την καρδιά μας από τα πάθη και τις αμαρτίες, αναμφισβήτητα μπορούμε να δούμε τον αναστάντα Χριστό.
«Γεύσασθε και ίδετε ότι Χριστός ο Κύριος», μάς προτρέπει ο προφητάναξ, κι αυτό γιατί ο Χριστός δεν είναι θεωρία, αλλά είναι εμπειρία. Και αυτή την εμπειρία την βίωσε ο Άγιος Θεράπων, αλλά και όλοι οι Άγιοι της πίστεώς μας.
Ο Χριστός είναι η μεγαλύτερη εμπειρία που μπορεί να ζήσει ένας άνθρωπος. Γι’ αυτό και δεν θέλει να Τον πιστεύουμε άκριτα και με αφέλεια, να μην επαναπαυόμαστε σε όσα, πολλά ή λίγα, περί της πίστεώς μας γνωρίζουμε, αλλά καλοπροαίρετα, όπως ο Απόστολος Θωμάς, να ερευνούμε, αφού Εκείνος, ‘’χαίρει ερευνώμενος’’, και είπε, ‘’ερευνάτε τας Γραφάς’’.
Από εμάς λοιπόν εξαρτάται, αν θα πορευθούμε μόνοι μας, σε τούτο τον δύσκολο, γεμάτο θλίψεις και πειρασμούς κόσμο, χωρίς την παρουσία του Αναστάντος Χριστού σταυρούμενοι και θαπτόμενοι, αλλά ουδέποτε ανιστάμενοι, ή αν θα έχουμε μέσα μας, «ενοικούντα» και «εμπεριπατούντα» τον αναστάντα Χριστό, σταυρούμενοι, θαπτόμενοι μαζί Του, αλλά καί ανιστάμενοι μαζί Του. Αμήν.