Την Παρασκευή 17 Μαρτίου το εσπέρας ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων χοροστάτησε στην Ακολουθία της Γ΄Στάσεως των Χαιρετισμών προς την Υπεραγία Θεοτόκο στον Ιερό Ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου Ναούσης και στη συνέχεια κήρυξε το θείο λόγο.
Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ
«Χαῖρε τῶν πιστῶν ἀναμφίβολον καύχημα».
Κάθε ἄνθρωπος στή ζωή του αἰσθάνεται συχνά τήν ἀνάγκη νά καυχηθεῖ γιά κάτι πού ἔχει ἤ γιά κάτι πού εἶναι. Καί ἀνάλογα μέ τήν κατάστασή του καί τήν πνευματική του καλλιέργεια κάθε ἄνθρωπος καυχᾶται γιά διαφορετικούς λόγους. Ἄλλοι καυχῶνται γιά ὑλικά πράγματα, καυχῶνται γιά τόν πλοῦτο, γιά τήν κοινωνική τους θέση, γιά τήν τιμή καί τή δόξα πού ἀπολαμβάνουν, γιά τά σωματικά τους προσόντα καί τήν ὡραιότητα τῆς μορφῆς τους. Ἄλλοι πάλι καυχῶνται γιά τίς γνώσεις τους, γιά τήν καλλιέργειά τους, γιά τά ἔργα τους καί τίς ἀρετές τους.
Ἡ καύχηση ὅμως γιά ὅλα αὐτά μπορεῖ, ἀδελφοί μου, νά εἶναι μάταιη καί ἐπικίνδυνη. Διότι ἀφενός πολλά ἀπό αὐτά γιά τά ὁποῖα συχνά καυχώμεθα, καί ἰδίως τά ὑλικά ἀγαθά καί οἱ ἀνθρώπινες ἰδιότητες, ἔρχονται καί παρέρχονται, καί ἀφήνουν πίσω τους τήν ἀπογοήτευση καί τήν πικρία σέ ἐκείνους πού στηρίχθηκαν σέ αὐτά, πού στηρίχθηκαν στά χρήματα, στίς θέσεις, στή γνώμη καί τόν ἔπαινο τῶν ἀνθρώπων, στή δύναμη καί τήν ἐξουσία πού διέθεταν, καί τούς κάνουν νά αἰσθάνονται ὅτι ἔχουν χάσει τά ἐρείσματά τους καί ὅτι ζοῦν σέ ἕνα κενό.
Καί ἀφετέρου ἡ καύχηση εἶναι ἐπικίνδυνη, ἰδίως ὅταν ἀφορᾶ στά πνευματικά, ὅταν εἶναι καύχηση γιά τά καλά μας ἔργα ἤ γιά τίς ἀρετές μας, γιατί ἀποτελεῖ ἔνδειξη ὑψηλοφροσύνης καί ὑπερηφανείας, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο στήν πτώση καί στήν ἀπομάκρυνση ἀπό τή χάρη τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος ἐπανειλημμένα μᾶς ὑπενθυμίζει μέ τόν λόγο του ὅτι ὁτιδήποτε καί ἐάν ἔχουμε εἶναι δικό του δῶρο καί ὄχι δικό μας ἐπίτευγμα καί κατά συνέπεια δέν θά πρέπει νά ὑπερηφανευόμασθε γιά ὅσα ἔχουμε ἀλλά νά τά ἀντιμετωπίζουμε μέ ταπείνωση.
Αὐτό ὅμως δέν σημαίνει ὅτι δέν μποροῦμε νά καυχώμεθα γιά τίποτε. Μποροῦμε, ὅπως μᾶς συστήνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, νά καυχώμεθα «ἐν Κυρίῳ». «Ὁ καυχώμενος», λέγει ὁ ἀπόστολος, «ἐν Κυρίῳ καυχάσθω». Νά καυχώμεθα, δοξάζοντας τόν Θεό γιά τίς δωρεές του στή ζωή μας. Καί μία ἀπό τίς μεγαλύτερες δωρεές του Θεοῦ στή ζωή μας, στή ζωή τῶν πιστῶν, εἶναι ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, εἶναι ἡ Παναγία μας, τήν ὁποία ἀκούσαμε ἀπόψε τόν ἱερό ποιητή τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου νά τήν ἐγκωμιάζει ὡς τό «ἀναμφίβολον καύχημα» τῶν πιστῶν.
«Χαῖρε πιστῶν ἀναμφίβολον καύχημα».
Γιατί ὅμως εἶναι ἡ Παναγία μας τό καύχημα τῶν πιστῶν;
Διότι, ἀδελφοί μου, ἡ Παναγία μας εἶναι μία σταθερή καί ἀδιαμφισβήτητη ἀξία καί πραγματικότητα στή ζωή, ὄχι μόνο τοῦ κάθε πιστοῦ, ἀλλά καί στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας καί στή ζωή ὁλοκλήρου τοῦ κόσμου. Ἡ Παναγία μας εἶναι καί παραμένει πάντοτε Μητέρα τοῦ Θεοῦ· εἶναι καί παραμένει πάντοτε Παρθένος καί ὑψηλοτέρα τῶν οὐρανῶν· εἶναι καί παραμένει μεσίτρια τῶν ἀνθρώπων ἐνώπιον τοῦ Υἱοῦ της· εἶναι καί παραμένει σκέπη καί προστάτις ὅλων ὅσων προστρέχουν σ᾽ αὐτήν καί ἐπικαλοῦνται τή βοήθειά της.
Κανείς καί τίποτε δέν μπορεῖ νά μεταβάλει τή θέση της. Κανείς καί τίποτε δέν μπορεῖ νά τήν κλονίσει ἀπό αὐτή. Κανείς καί τίποτε δέν μπορεῖ νά ἀλλοιώσει τή σχέση της μέ τούς πιστούς. Ἑπομένως ἡ παρουσία της καί ὁ ρόλος της στή ζωή μας καί στή σωτηρία εἶναι ἀδιαμφισβήτητος, ἀδελφοί μου. Καί γι᾽ αὐτό μποροῦμε νά καυχώμεθα, ἐπειδή ἔχουμε τήν Παναγία μας προστάτιδα καί βοηθό μας, συναντιλήπτορα καί σκέπη μας στόν ἀγώνα τῆς καθημερινῆς μας ζωῆς ἀλλά καί στόν πνευματικό μας ἀγώνα καί στήν προσπάθειά μας νά πλησιάσουμε στόν Θεό.
Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος ὅμως, ἀδελφοί μου, ἀποτελεῖ καί γιά ἕννα ἄλλο λόγο τό ἀναμφίβολο καύχημα τῶν πιστῶν. Καί αὐτός εἶναι διότι εἶναι ἡ ἐκείνη ἡ ὁποία εὐαρέστησε μέ τή ζωή της, μέ τήν καθαρότητά της καί μέ τήν ὑπακοή της τόσο πολύ τόν Θεό πού τήν ἀξίωσε νά γίνει Μητέρα τοῦ Υἱοῦ του, πού τήν ἀξίωσε νά γίνει συνεργός του στό σχέδιό του γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους.
Γι᾽ αὐτό καί ἐμεῖς, ἀδελφοί μου, ὅσοι πιστεύουμε στόν Υἱό της, ὅσοι πιστεύουμε στόν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό, μποροῦμε νά καυχώμεθα, γιατί εἶναι ἡ ἐκπρόσωπός μας στόν θρόνο τοῦ Θεοῦ, γιατί εἶναι αὐτή πού δάνεισε στόν Χριστό τήν ἀνθρώπινη σάρκα, τήν ὁποία Ἐκεῖνος ἀνεβίβασε κατά τήν ἡμέρα τῆς Ἀναλήψεώς του στόν οὐρανό θεώνοντάς την. Μποροῦμε νά καυχώμεθα γιά τήν Παναγία μας, γιατί ὁ Χριστός δέν τήν κράτησε μόνο ὡς δική του Μητέρα, ἀλλά μᾶς ἔδωσε τό δικαίωμα νά τήν ἔχουμε καί ἐμεῖς μητέρα καί νά εἶναι αὐτή πού μᾶς συνδέει μαζί του καί μεσιτεύει πάντοτε γιά τή σωτηρία μας.
Γι᾽ αὐτό, ἀδελφοί μου, ἄς μήν παραλείπουμε καί ἐμεῖς ποτέ νά ἐγκωμιάζουμε τήν Παναγία μας, ψάλλοντας εὐλαβικά τούς Χαιρετισμούς της, καί νά δοξάζουμε τόν Θεό πού μᾶς τήν χάρισε ὡς ἀληθινό καύχημα τῆς ζωῆς μας, ἀλλά καί ὡς παρηγορία καί στήριγμά μας στόν ἀγώνα μας. Καί νά εἴμαστε βέβαιοι ὅτι ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος δέν θά ἀπογοητεύσει καί δέν θά ἐγκαταλείψει ποτέ τούς ὑμνητές της καί τά πιστά τέκνα της.