του Αρχιμ. Γρηγορίου Κωνσταντίνου, Δρ. Θεολογίας
Σύμφωνα τήν γνώμη τῶν ἁγίων Πατέρων καί τῆς ἱερᾶς παράδοσης ὁ διάβολος δέν εἶναι κάτι τό ἀφηρημένο καί ἀνύπαρκτο, παρότι αὐτό ἐπιδιώκει νά πείσει τούς ἀνθρώπους ὅτι δέν ὑπάρχει1, ἀλλά εἶναι ἕνα πρόσωπο πού δημιουργήθηκε ἀπό τό Θεό ὡς ἄγγελος ἀλλά ἔχασε τήν κοινωνία μαζί του λόγω τῆς ὑπερηφάνειας ἔναντι τοῦ Θεοῦ καί μετετράπη σέ σκοτεινό πνεῦμα, μέ τήν ὀνομασία διάβολος2. Ὁ διάβολος, ὡς πρόσωπο, ἔχει αὐτεξούσιο, δηλαδή ἐλευθερία, τήν ὁποία δέν παραβιάζει, οὔτε καταργεῖ ὁ Θεός.
Αὐτός ὅμως ὡς μισόκαλος ἐξακολουθεῖ νά γεννᾶ τό κακό διαπράττοντας τό καταστροφικό του ἔργο καί μάλιστα ἀπό τή στιγμή τῆς ἐμφάνισης τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ βιβλική καί πατερική παράδοση, ἔξω ἀπό κάθε θεωρητική καί ἠθική θεώρηση τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ, μιλᾶ γιά τόν πονηρό ἀντίπαλο τοῦ Θεοῦ καί αἰώνιο ἐχθρό τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτός εἶναι ὁ Βεελζεβούλ στόν ὁποῖο ἐνδημεῖ μέσα του μόνο ἡ ἄρνηση καταστρέφοντας καί νεκρώνοντας τά πάντα, γιατί εἶναι πνεῦμα νεκρότητας κατ’ ἀποβολή τῆς ὄντως ζωῆς.
Συνεπῶς ὁ διάβολος δέν εἶναι μιά ἀφηρημένη ἀλλά συγκεκριμένη ὀντότητα καί ὕπαρξη. Εἰσέρχεται μέ τήν ὕβρη, τήν ἔπαρση καί τήν πλάνη στήν ἱστορία, ὡς θεοκτόνος καί ἀνθρωποκτόνος, ἐνδεδυμένος τήν ἀπάτη καί τό ψέμα τοῦ μηδενός. Στόχος του εἶναι νά παρωδεῖ καί νά περιπαίζει τή δημιουργία καί τόν ἄνθρωπο. Τά πάθη, ἡ ἁμαρτία, καί ὁ θάνατος εἶναι τά κακά πού ἐκεῖνος γεννᾶ διά μέσου τῆς διαστροφῆς καί τοῦ μίσους του καί πάνω σέ αὐτά ἀσκεῖ τήν ἐξουσία καί τήν κυριαρχία του. Τό κακό δέν εἶναι τό σύνολο τῶν ἀνθρωπίνων πράξεων, ἀλλά ἕνας δραστήριος πειρασμός πού ἔχει τή ρίζα του στή δαιμονική ἀρχή, σέ μία ἀρχή δηλαδή ἔξω ἀπό τόν ἄνθρωπο καί τή φύση του.
Οἱ δαίμονες δέν δημιουργήθηκαν δαίμονες ἀπό τό Θεό ἐξ ἀρχῆς, γιατί ὁ Θεός δέν δημιούργησε τό κακό, ἀφοῦ τά πάντα ἐποίησε καλά λίαν, ἀλλά προῆλθαν ἀπό τή βούληση καί ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Σύμφωνα μέ τήν Ἁγία Γραφή καί τά κείμενα τῶν ἁγίων Πατέρων δημιουργήθηκαν ἄκακοι κατά τήν οὐσία καί τή φύση τους, ἐλεύθεροι, ἀνεξάρτητοι καί αὐτεξούσιοι κατά τή θέληση καί ἐπιθυμία τους, ὅπως ἀκριβῶς συνέβη καί μέ τούς ἀγγέλους. Κατόπιν ὅμως τῆς ἑκούσιας πτώσης ἕνεκα τῆς ἀλαζονείας των τά λεπτά, ἀερώδη καί ἀμίαντα σώματά τους μεταβλήθηκαν σέ σκοτεινά, ὑλικά καί ἐμπαθῆ.
Ἡ Παλαιά Διαθήκη μᾶς πληροφορεῖ πώς οἱ δαίμονες κατά τή δημιουργία τους ἀποτελοῦσαν ἕνα ὁλόκληρο τάγμα, τό δέκατο τάγμα τοῦ Ἑωσφόρου καί εἶναι πολυάριθμοι διακρινόμενοι σέ ὁμάδες καί τάξεις. Τό πλῆθος τῶν δαιμόνων καί ἡ διάκρισή τους σέ ὁμάδες καί διαβαθμίσεις, ὅπως καί στά ἄλλα τάγματα τῶν ἀγγέλων, στηρίζεται στήν πολυωνυμία καί στό ἔργο τους. Ὄντες λοιπόν οἱ δαίμονες πολυάριθμοι καί ποικιλώνυμοι ἀγωνίζονται νυχθημερόν γιά τήν ματαίωση τοῦ σωτηριώδους ἔργου τοῦ Χριστοῦ. Μή μπορώντας ὅμως νά βλάψουν κατευθείαν τό Θεό, στρέφονται πρός τό δημιούργημά του, τόν ἄνθρωπο καί τόν πολεμοῦν μέ μεγάλη μανία, θολώνοντας τίς βουλές των, προξενώντας πειρασμούς. Ἐπιχειροῦν νά κάνουν τά πάντα γιά νά τραυματίσουνε τόν ἄνθρωπο, διά μέσου τῶν παθῶν καί τῶν θλίψεων, φέρνοντας ἐμπόδια στήν προσευχή. Μετέρχονται τόσους πολλούς τρόπους, ὥστε ἐάν ὁ Θεός εἶναι ὁ Ὤν, ὁ διάβολος θά μποροῦσε νά χαρακτηρισθεῖ ὡς ὁ μετασχηματιζόμενος.
******