Τῇ ἡμέρᾳ αὐτῇ, τήν θεόσωμον ταφήν καί τήν εἰς Ἅδου κάθοδον τοῦ Κυρίου καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ἑορτάζομεν, δι’ ὧν τῆς φθοράς το ἡμέτερον γένος ἀνακληθέν πρός αἰωνίαν ζωήν μεταβέβηκε.
Σύμφωνα μέ τό ἱερό συναξάρι αὐτή τήν ἅγια ἡμέρα τιμᾶμε καί προσκυνᾶμε τήν ταφή τοῦ Κυρίου μας καί τήν εἰς Ἅδου κάθοδό Του. Σήμερα εἶναι ἡ ἡμέρα τῆς μεγάλης σιγῆς, τῆς μεγάλης ἀναμονῆς, τῆς προσδοκίας, ἡ ἡμέρα τῆς ἀναπαύσεως, τό Σάββατο (διότι στήν Ἀκολουθία τοῦ Ἐπιταφίου ψάλλεται ὁ Ὄρθρος τοῦ Μεγάλου Σαββάτου). Τοῦτο τό Σάββατο πού ὀνομάζεται μεγάλο, εἶναι τό ὑπερευλογημένο Σάββατο, στό ὁποῖο «Χριστός ἀφυπνώσας, ἀναστήσεται τριήμερος». Ὑπνοῖ ἡ Ζωή καί Ἅδης τρέμει. Ἡ σιγή αὐτή εἶναι θρῆνος καί κοπετός γιά τόν θάνατο καί τόν Ἅδη. Ὁ Κύριος συντρίβει τίς πύλες τοῦ θανάτου, λυτρώνει ἀπό τά αἰώνια δεσμά. Μέ τόν θάνατό Του θανατώνει τόν θάνατο. Ἡ Ζωή κατέρχεται στό βασίλειο τοῦ θανάτου. Τό θεῖο φῶς λάμπει στά σκοτάδια του. Φωτίζει ὅλους αὐτούς πού βρίσκονται ἐκεῖ, διότι ὁ Χριστός εἶναι ἡ ζωή ὅλων καί ἡ μοναδική πηγή τῆς ζωῆς. Ἔτσι ὁ Χριστός πεθαίνει γιά ὅλους καί ὅ,τι συμβαίνει στήν ζωή Του συμβαίνει στήν ζωή ὅλων μας.
Ὅλη ἡ ὑμνογραφία τῆς σημερινῆς ἡμέρας, ἀπό τόν κατανυκτικώτατο κανόνα «Κύματι θαλάσσης» καί τά γλυκύκατα ἀνδρώδη Ἐγκώμια, μέχρι τά στιχηρά τῶν Αἴνων, ὅλα τά τροπάρια εἶναι ἕνα κρᾶμα ἀπό σταυρώσιμη λύπη καί ἀναστάσιμη χαρά. Αὐτή εἶναι ἡ μεγάλη καύχηση καί δόξα τῆς Ἐκκλησίας, πού βλέπει τήν Ἀνάσταση μέσα ἀπό τήν Σταύρωση, τήν δέ Σταύρωση ὑπό τίς φωτεινές ἀνταύγειες πάντοτε τοῦ ὄρθρου τῆς Ἀναστάσεως. Γι’ αὐτό καί ὁ ἱερός ὑμνογράφος ξεσπᾶ, μέσα στήν χαρμολύπη του καί τό χαροποιόν πένθος του, σ’ ἕναν ὕμνο, πού εἶναι ἐπιτάφιος καί ἀναστάσιμος: «Ὦ Κύριε καί Θεέ μου! Θέλω νά ψάλω ἕναν ἐπιθανάτιο καί ἐπιτάφιο ὕμνο σ’ ἐσένα, Θεέ μου! Θέλω νά ψάλω ἕναν ἐπιθανάτιο καί ἐπιτάφιο ὕμνο σ’ ἐσένα, Θεέ μου, πού μέ τήν ταφή σου καί τήν ἔξοδό σου ἀπό τήν κάτω ζωή, καί πού μέ τόν θάνατό Σου, ὄχι μονάχα μοῦ ἄνοιξες τίς πύλες τοῦ οὐράνιου Παράδεισου, ἀλλά καί ἐθανάτωσες πλέον τόν θάνατο καί ἐξουθένωσες τήν νίκη του καί τό κέντρο του».
Ὁ Θεός τῶν πνευμάτων καί πάσης σαρκός, ἀφήσας ἤδη τήν σάρκα ἐπί τοῦ Σταυροῦ, κατέρχεται στή χώρα τῶν πνευμάτων καί εἰσδύει στόν Ἅδη ὡς ἐλευθερωτής, γιά νά δώση τήν τελευταία μάχη καί νά ἐλευθερώση τά πεπεδημένα πνεύματα.
Σήμερα, ὅ,τι ἐπιτελοῦμε ἐπιταφίως δέν εἶναι θρῆνος. Εἶναι λατρευτικός θαυμασμός. Δέν εἶναι πίστη στήν ἰσχύ τοῦ θανάτου, ἀλλά στήν ἀλήθεια τῆς Ἀναστάσεως. Γι’ αὐτό ὁ Ἐπιτάφιος στήν Ἐκκλησία δέν εἶναι θρῆνος, ἀλλά προεόρτια καί προσκομιδή τῆς Ἀναστάσεως. Μέ αὐτή τήν πίστη, ἡγουμένων τῶν Χερουβείμ, θά λιτανεύσουμε τόν Ἐπιτάφιο, θά λιτανεύσουμε τόν Ἀρχηγό τῆς Ἀναστάσεως, ἀναφωνοῦντες πρός τόν ἐκ Τάφου προερχόμενο: Ἀνάστα ὁ Θεός καί κρῖνον.
Ὅταν σήμερα τό βράδυ κάνουμε τήν περιφορά τοῦ Ἐπιταφίου δέν κάνουμε μιά ἐπικήδεια πορεία. Ὄχι, εἶναι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ πού πορεύεται μέσα στό σκοτάδι τοῦ Ἅδη καί ἀναγγέλει σέ ὅλες τίς γενιές τοῦ Ἀδάμ τήν χαρά τῆς ἐρχομένης Ἀναστάσεως. Γι’ αὐτό καί ἡ κάθοδος τοῦ Χριστοῦ στόν Ἅδη ταυτίζεται μέ τό γεγονός τῆς Ἀναστάσεως καί μάλιστα μέχρι σημείου, πού ἡ βυζαντινή εἰκόνα τῆς Ἀναστάσεως νά φέρη γιά ἐπιγραφή: «Ἡ εἰς ᾍδου Κάθοδος». Τό δοξαστικό πού θά ψαλῆ ἐκφράζει θαυμάσια αὐτή τήν ἀλήθεια. Ὅταν, μετά τήν περιφορά τοῦ Ἐπιταφίου, γυρίζουμε στόν Ναό, γνωρίζουμε πιά τό μυστήριο τοῦ ζωοδότου θανάτου τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Ἅδης πατήθηκε. Ὁ Ἅδης τρέμει. Τό Εὐλογημένο Σάββατο, ἡ Ἑβδόμη Ἡμέρα, ὁλοκληρώνει τήν ἱστορία τῆς σωτηρίας, τῆς ὁποίας ἡ τελευταία πράξη ὑπῆρξε τό ξεπέρασμα τοῦ θανάτου. Γι’ αὐτό θά ἀκούσουμε νά διαβάζεται ἡ προφητεία τοῦ Ἰεζεκιήλ, γιά τά ξηρά ὀστά. Στήν προφητεία παρουσιάζεται ὁ θρίαμβος τοῦ θανάτου πάνω στόν κόσμο. Ἀλλά ὁ Θεός μιλάει στόν προφήτη Ἰεζεκιήλ. Τοῦ ἀναγγέλει, ὅτι αὐτή ἡ καταδίκη δέν εἶναι ὁ τελικός καί ἀμετάκλητος προορισμός τοῦ ἀνθρώπου. Τά ὀστά τά ξηρά θά ἀκούσουν τούς λόγους τοῦ Κυρίου. Οἱ νεκροί θά ζήσουν καί πάλι. «Τάδε λέγει Κύριος Κύριος: Ἰδού ἐγώ ἀνοίγω τά μνήματα ὑμῶν καί ἀνάξω ὑμᾶς ἐκ τῶν μνημάτων ὑμῶν…». Ὁ Ἰησοῦς Χριστός, τό ἡμέτερον Πάσχα, εἶναι τό φύραμα τῆς Ἀναστάσεως ὅλων μας. Ὅπως ὁ θάνατός Του νικάει τόν ἄρχοντα τοῦ θανάτου, ἔτσι καί ἡ Ἀνάστασή Του εἶναι ἡ ἀπόδειξη τῆς ἀναστάσεως ὅλων μας.
Σήμερα βρισκόμαστε μπροστά στόν Τάφο τοῦ Χριστοῦ. Ὅλα ὅσα ἔγιναν αὐτή τήν ἡμέρα καί τά γιορτάζουμε σήμερα εἶναι ἡ ἀληθινή εἰκόνα τῶν συνθηκῶν τῆς ἀνθρωπότητας σήμερα, πού ζεῖ τό κακό, τήν ἀπόγνωση, τήν ἀπελπισία, ἀλλά καί προσδοκᾶ. Πιστεύουμε στήν Ἀνάσταση καί προσδοκοῦμε τήν Ἀνάσταση. Ξέρουμε ὅτι ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ ἐκμηδένισε τήν δύναμη τοῦ θανάτου. Καί περιμένουμε μέ ἀγάπη, ἐλπίδα καί πίστη. Ὅταν βαπτιζόμαστε στό ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος, βαπτιζόμαστε στό θάνατο τοῦ Χριστοῦ καί ἀπό κείνη τήν στιγμή συμμετέχουμε στήν ζωή Του πού βγῆκε ἀπό τόν Τάφο. Κοινωνοῦμε τό Σῶμα καί τό Αἷμα Του, πού εἶναι ἡ τροφή τῆς ἀθανασίας, τῆς αἰωνιότητας.
Ὁ Χριστός μας, πού μέ τίς ἁμαρτίες μας, τίς ἀστοχίες μας, τά πάθη καί τίς ἀδυναμίες μας, ξανασταυρώνεται καί ἐνταφιάζεται, σήμερα ἔρχεται κοντά μας, ἔρχεται στήν καρδιά μας, ἔρχεται μέσα μας, γιά νά μᾶς ἀναγεννήση καί νά μᾶς ἀναστήση. Εἶναι ἡ ἀγάπη Ἐκείνου πού δημιουργεῖ ἐκ τοῦ μηδενός ἀνθρώπινες ὑπάρξεις, κατά τήν εἰκόνα Του. Αὐτή ἡ ὀδυνώμενη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ περνᾶ ἀπό τόν Σταυρό καί τόν θάνατό Του. Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι ἄπειρη δύναμη καί αἰώνια ζωή, διαποτίζει τό ξύλο τοῦ Σταυροῦ, γι’ αὐτό καί μεταμορφώνεται σέ δύναμη καί ἀνάσταση. Ἄς πᾶμε καί μεῖς κοντά σ’ Ἐκεῖνον, γιά νά γιορτάσουμε, μαζί μέ τήν δική Του, καί τήν δική μας Ἀνάσταση.