Της Μαρίας Κορνάρου
Από τότε που αποκοπήκαμε από τη Θεία Λατρεία δια νόμου της Κυβερνήσεως, οι ζωές ημών των θεοσεβουμένων Ορθοδόξων έχουν μείνει λειψές. Πώς περνά μία εβδομάδα, που δεν έχει τέλος και προορισμό της την Κυριακάτικη Λειτουργία; Πώς ζούμε τη νηστεία της Μεγάλης Τεσσαρακοστής χωρίς τους γλυκείς Χαιρετισμούς στην Παναγία μας κάθε Παρασκευή να μας δυναμώνουν; Τι θα κάνουμε τη Μεγάλη Παρασκευή, όταν ολάκερη η φύση θαρρείς και μαδάει και πεθαίνει μαζί με τον ταφέντα Χριστό, και εμείς δεν επιτρέπεται να προσέλθουμε στην Εκκλησία να τον προσκυνήσουμε; Θα μείνει η πίστη μας ζωντανή χωρίς τη μετοχή στα Άχραντα Μυστήρια, ή θα σβήσει σιγά-σιγά η θεία φλόγα απ’ την καρδιά μας;
Ερωτήματα αποκαρδιωτικά και να τα σκέφτεται κανείς. Ποιος θα μάντευε ότι, ανάξιοι όντες να προσφέρουμε τη Θεία Λατρεία στον πανάγαθο Θεό, θα βρεθούμε και πραγματικά αποκλεισμένοι από αυτήν. Οι Έλληνες! Ο λαός που συγκλονίζεται από τις ακολουθίες της Μεγάλης Εβδομάδος, που στήνει την πιο λαμπρή γιορτή για την Ανάσταση του Χριστού. Θα τον κάνει τώρα μοναχός και φοβισμένος; Χωρίς ούτε παπά να τον κοινωνήσει; Αδύνατον!
Η απόφαση της Κυβερνήσεως να κλείσει ολοκληρωτικά τους ναούς δεν σέβεται την βασική αρχή της αναλογικότητας, δηλαδή της επιλογής του ελαφρύτερου και όχι του βαρύτερου μέσου για την αντιμετώπιση μίας κατάστασης. Την αρχή της αναλογικότητας βλέπουμε σε εφαρμογή, για παράδειγμα, στη σημερινή λειτουργία των σούπερ-μάρκετ. Τα σούπερ-μάρκετ δεν έκλεισαν, διότι ο κόσμος πρέπει κάπως να τραφεί σωματικά. Όμως, για να αποφευχθεί ο συνωστισμός, βλέπουμε ότι επιτρέπεται μόνο συγκεκριμένος αριθμός ατόμων να εισέρχεται στο κατάστημα, τηρουμένων των αποστάσεων ασφαλείας. Γιατί δεν συμβαίνει το ίδιο και με την Εκκλησία, που προφέρει την πολύ σημαντικότερη πνευματική τροφή του ανθρώπου; Το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, δηλαδή. Έχουμε δει να συμβαίνει σε χώρες όπως το Μαυροβούνιο, όπου οι πιστοί εξακολουθούν να εκκλησιάζονται και να κοινωνούν, τηρώντας αποστάσεις ασφαλείας εντός των ναών και προτιμώντας τις Λειτουργίες σε υπαίθριους χώρους. Εμείς γιατί όχι; Βέβαια, γνωρίζουμε ότι η Λατρεία στο Θεό δε θα θέσει σε κίνδυνο την σωματική υγεία μας, έστω όμως από συγκατάβαση στην ολιγοπιστία των συμπολιτών μας, θα δεχόμασταν να εφαρμόσουμε τον εκκλησιασμό με περιοριστικά μέτρα. Σίγουρα θα τον προτιμούσαμε από τη σημερινή καθολική απαγόρευση.
Δεν είναι δυνατόν μία Κυβέρνηση που δηλώνει πίστη στην Ορθοδοξία, να αγνοεί ότι η μετάληψη της Θείας Κοινωνίας αποτελεί τον θεμέλιο λίθο της ζωής κάθε Χριστιανού. Όταν κοινωνούμε τον Χριστό, οδηγούμαστε σε ένωση μαζί του! Έρχεται Εκείνος που είναι ο Θεός των όλων, και κατοικεί στην «άλογο φάτνην» της καρδίας μας. Μας μεταμορφώνει σε κατοικία του Παναγίου του Πνεύματος, μας δίνει φωτισμό. Διαβάζουμε σε ευχή του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, «Ουκ ειμί ικανός, Δέσποτα Κύριε, ίνα εισέλθης υπό την στέγην της ψυχής μου, αλλ’ επειδή βούλει σοι, ως φιλάνθρωπος, οικείν εν εμοί,θαρρών προσέρχομαι. Κελεύεις, αναπετάσω τας πύλας, ας συ μόνος εδημιούργησας, και εισέρχη μετά φιλανθρωπίας, εισέρχη και φωτίζεις τον εσκοτισμένον μου λογισμόν.» Μπαίνει ο Χριστός στην ψυχή μας! Αυτό δεν είναι μόνο απαραίτητο για την ψυχική μας υγεία, μα και διαταγή του Χριστού συνάμα. Εκείνος προέταξε τους μαθητές Του στο Μυστικό Δείπνο, αφού τους έδωσε να μεταλάβουν από τον άρτο και τον οίνο που συμβόλιζαν το Τίμιο Σώμα και Αίμα Του, «τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν.» Εσείς, οι μαθητές μου, για να είστε στ’ αλήθεια μαθητές μου, θα μαζεύεστε και θα μεταλαμβάνετε από το Σώμα και το Αίμα μου εις ανάμνησιν του Μυστικού Δείπνου. Πώς είμαστε λοιπόν μαθηταί του Χριστού την σήμερον, όταν δεν ποιούμε πια μνήμη του Μυστικού Δείπνου; Πώς δεν καταλαβαίνουν οι κυβερνώντες, ότι με τις απαγορεύσεις τους κόβουν σύρριζα την πίστη μας; Πώς περιμένουν ότι δεν θα αντιδράσουμε;
Ο Χριστός δίδαξε, «τα του Καίσαρος τω Καίσαρι και τα του Θεού τω Θεώ.» Η Θεία Κοινωνία είναι του Θεού, και εκφεύγει της αρμοδιότητος του Κράτους να την επιτρέπει ή να την απαγορεύει. Ιδίως ενώπιον των Αγίων ημερών της Μεγάλης Εβδομάδος που πλησιάζουν, ευχόμεθα οι ιθύνοντες να αποκτήσουν ολίγον φόβου Θεού. Μόνο αυτός μπορεί να σώσει τόσο τους ίδιους, όσο και εμάς τους πιστούς Χριστιανούς, που με πόθο αναζητούμε την ένωσή μας με το Χριστό δια της Θείας Κοινωνίας. Την ένωση που άλλοτε είχαμε τόσο δεδομένη ότι θα εύρουμε, κάθε που ξημέρωνε η Κυριακή…