τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
† Μνήμη τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Τερεντίου ἤ Τερτίου, ἐπισκόπου Ἰκονίου.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Τερέντιος ἤ Τέρτιος ἦταν Ἐπίσκοπος Ἰκονίου καί ἔζησε τόν 1ο αἰώνα μ.Χ. Ἐτελειώθηκε, ἀφοῦ τόν ἔριξαν μέσα σέ ἀγκάθια. Ὁρισμένοι τόν ταυτίζουν μέ τόν Ἅγιο Τέρτιο († 30 Ὀκτωβρίου), ὁ ὁποῖος διετέλεσε δεύτερος Ἐπίσκοπος Ἰκονίου, μετά τόν Σωσίπατρο, καί ἀναφέρεται στήν πρός Ρωμαίους Ἐπιστο-λή τοῦ Ἀποστόλου Παύλου1.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Ἰουλιανοῦ, τοῦ ἐξ Ἀναζαρβοῦ τῆς Κιλικίας.
Βλ. † 16 Μαρτίου.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Ἰουλιανοῦ, τοῦ Αἰγυπτίου ἤ Λίβυος.
Βλ. † 8 Ἰανουαρίου.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων τῶν ἀθλησάντων μετά τοῦ ἁγίου Ἰουλιανοῦ, ἤτοι Ἀντωνίου πρεσβυτέρου, Ἀνα-στασίου τοῦ ἐκ νεκρῶν ἀναστάντος, Κελσίου, Βασιλίσσης τῆς μητρός αὐτοῦ, εἴκοσι δεσμοφυλάκων καί ἑπτά συγγόνων, ἤτοι ἀδελφῶν.
Βλ. † 8 Ἰανουαρίου.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Ἀφροδισίου, ἐκ Κι-λικίας.
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ἀφροδίσιος καταγόταν ἀπό τήν περιοχή τῆς Κιλικίας καί προερχόταν ἀπό χριστιανική οἰκογένεια. Συνελήφθη ἀπό τούς εἰδωλολάτρες ἐξ αιτίας τῆς πίστεώς του στόν Ἰησοῦ Χρι-στό καί ὁδηγήθηκε ἐνώπιον τοῦ ἄρχοντος τῆς περιοχῆς Διονυσίου ὁμολογώντας τήν πίστη του. Γι’ αὐτό τό λόγο ἐβασανίσθηκε ἀφοῦ τοῦ ἔκαψαν τήν πλάτη μέ πυρωμένα σίδερα, τόν ἔβαλαν μέσα σέ καζάνι μέ βραστό μολύβι καί τόν ἐκρέμασαν ἀνάποδα. Ὁ Ἅγιος ὅμως, ἐκ θαύματος, δέν ἔπαθε τίποτα. Τότε ἔριξαν μιά λέαινα στό χῶρο βασανισμοῦ του, ἀλλά καί πάλι μεγάλο σημεῖο συνέβη ἀφοῦ τό ζῶο ὁμίλησε μέ ἀνθρώπινη φωνή ἐλέγχοντας τούς εἰδωλολάτρες γιά τή σκληρότητά τους. Πολλοί ἀπό τούς παρευρισκόμενους ἐπίστεψαν καί ὁμολόγησαν τήν πίστη τους στόν Ἰησοῦ Χριστό καί γιά τό λόγο αὐτό ἀποκεφαλίσθηκαν. Βλέποντας τό γεγονός αὐτό ὁ ἡγεμόνας, διέταξε τούς στρατιῶτες του νά σχίσουν ἕναν βράχο στή μέση καί ἀφοῦ τοποθετήσουν ἐκεῖ τόν Ἅγιο νά τόν συνθλίψουν. Ὑπό τό βάρος τοῦ βράχου καί πενήντα πέντε στρατιωτῶν, ὁ Ἅγιος Ἀφροδίσιος παρέδωσε τό πνεῦμα.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων Κυριακοῦ καί Ἀπολλιναρίου.
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Κυριακός καί Ἀπολλινάριος κατάγονταν ἀπό τήν Ἀφρική, ἀναφέρονται στά ἀρχαῖα Μαρτυρολόγια, ἀλλά πέραν τούτου δέν ὑπάρχουν ἄλλα ἁγιολογικά στοιχεῖα2.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων παρθενομαρτύρων Δημητρίας καί Βιβιανῆς, τῶν αὐταδέλφων.
Οἱ Ἁγίες Δημητρία καί Βιβιανή ἐζοῦσαν κατά τούς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου στήν Ρώμη καί ἦταν θυγατέρες τῶν Ἁγίων Φλαβιανοῦ († 22 Δεκεμβρίου) καί Δαφροσίας († 4 Ἰανουαρίου). Ὁ διοικητής τῆς Ρώμης μετά τόν μαρτυρικό θάνα-το τῶν γονέων τους, ἀφοῦ συνέλαβε τήν Δημητρία καί τήν Βιβιανή καί τίς ἐβασάνισε ἀνηλεῶς, δέν κατάφερε νά τίς ἀποσπάσει ἀπό τήν πίστη τους στόν Χριστό.

Ἔτσι, ἔδωσε ἐντολή νά τίς ἀποκεφαλί-σουν, τό 363 μ.Χ. Ὁ Ἐπίσκοπος Ρώμης Σιμπλίκιος (468-483 μ.Χ.) καθιέρωσε ναό πρός τιμήν τῆς Ἁγίας Βιβιανῆς, ὁ δέ Οὐρβανός ὁ Η΄, τό 1628, ἀνακαίνισε αὐτόν καί μετακόμισε ἐκεῖ τά ἱερά λείψανα τῆς Ἁγίας Δημητρίας καί τῆς μητρός αὐτῆς3.
† Tῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Ἀρχιλίου Β΄, βασιλέως τῆς Γεωργίας.
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ἀρχίλιος, βασιλεύς τῆς Γεωργίας, ἦταν υἱός τοῦ βασιλέως Στεφάνου καί ὑπερασπιστής τῆς ὀρθοδόξου πίστεως. Ἐτελειώθηκε μαρτυρικά ἀπό τούς Μουσουλμάνους, τό 744 μ.Χ., σέ ἡλικία 80 ἐτῶν.
† Tῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Λουαρσάβου, βασιλέως τῆς Γεωργίας.
Ὁ Ἅγιος Μάρτυρας Λουαρσάβος, βασιλέας τοῦ Κάρτχλι τῆς ἀνατολικῆς Γεωργίας, ἐγεννήθηκε τό 1587. Ἦταν υἱός τοῦ Γεωργίου (1600-1603), ὁ ὁποῖος δηλητηριάσθηκε ἀπό τό σάχη τῶν Περσῶν Ἀμπάς (1584-1628), καί εἶχε δύο ἀδελφές, τήν Χορεσάν καί τήν Ἑλένη, μέ τίς ὁποῖες ἔμεινε μαζί μετά τό θάνατο τοῦ πατέρα του. Παρά τό νεαρό τῆς ἡλικίας του διακρινόταν γιά τήν εὐσέβεια καί τήν ἀνδρεία του. Ἔτσι ἄξια ἐστέφθηκε βασιλέας τῆς Γεωργίας.
Τό 1609, ἡ Γεωργία ἐδέχθηκε τήν ἐπίθεση τῶν Τούρκων πού εἶχαν ἀρχηγό τόν Ντελή-Μαμάντ-Χάν. Ὁ νεαρός βασιλέας ἀπεφάσι-σε νά δώσει τήν ἀποφασιστική μάχη κατά τῶν Τούρκων. Πρίν τή μάχη, οἱ 14.000 Γεωργιανοί στρατιῶτες ἐπέρασαν ὅλη τή νύχτα μέ προσευχές καί τό πρωῒ, μετά τή Θεία Λειτουργία, ἀφοῦ ἐκοινώνη-σαν, ἐνίκησαν καί ἀνάγκασαν σέ φυγή τούς 60.000 Τούρκους στρα-τιῶτες.
Ὁ σάχης τῶν Περσῶν Ἀμπάς, θορυβημένος ἀπό τή νίκη τῶν Γεωργιανῶν, προσπαθοῦσε μέ κάθε τρόπο νά κάνει κακό στό νεαρό Λουαρσάβο, ὁ ὁποῖος, στήν προσπάθειά του νά σώσει τήν κεντρική Γεωργία ἀπό τή λεηλασία καί ὑποταγμένος στίς ἀπαιτήσεις τοῦ σά-χη, ἀναγκάσθηκε νά τοῦ δώσει γιά σύζυγό του τήν ἀδελφή του Ἑλένη. Ὅμως ἀκόμα καί αὐτό δέν ἐσταμάτησε τό σάχη. Εἰσέβαλε καί πάλι στήν Γεωργία μέ πολυάριθμο στρατό καί ὁ ἀγαθόπιστος Λουαρσάβος, μετά ἀπό προδοσία κάποιων ἡγεμόνων, ἀναγκάσθη-κε, περί τά τέλη τοῦ 1615, νά καταφύγει στή δυτική Γεωργία κοντά στόν τσάρο Γεώργιο ΙΙΙ (1605-1639).
Ὁ σάχης λεηλάτησε τήν περιοχή και ἀπαίτησε τήν παράδοση τοῦ Λουαρσάβου. Ὁ γενναῖος Λουαρσάβος, στήν προσπάθειά του νά διασώσει τούς ναούς ἀπό τήν τέλεια καταστροφή, παραδίδεται στό σάχη Ἀμπάς λέγοντας: «Στηρίζω τίς ἐλπίδες μου στόν Χριστό, ὅποιο καί ἄν εἶναι τό τέλος: ζωή ἤ θάνατος. Εὐλογητός ὁ Θεός!».
Τό τέλος ἦταν μαρτυρικό. Τόν ἔδεσαν καί τόν ἔκλεισαν στό φρούριο Γκουλάμπ-Καλέ κοντά στήν περιοχή Σιράζ ἐπί 7 χρόνια. Καθημερινά ὑφίστατο πιέσεις καί συνεχεῖς ξυλοδαρμούς, γιά νά ἀλλαξοπιστήσει. Ἐκεῖνος ὅμως μέ πνευματική γενναιότητα ὁμολο-γοῦσε τήν πίστη του στόν Κύριό μας, μέχρι τήν ἡμέρα πού κατά-δικάσθηκε σέ μαρτυρικό θάνατο μαζί μέ δύο πιστούς αὐλικούς του. Ἦταν τό 1622.
Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ, ἐπίσης, τή μνήμη του στίς 20 Μαρτίου.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἀβραμίου, τοῦ θαυματουργοῦ.
Ὁ Ὅσιος Ἀβράμιος τοῦ Πινέζσκϊυ ἐγεννήθηκε στήν Ρωσσία, πρίν τό 17ο αἰώνα μ.Χ., ὅπως ἀναφέρεται σέ Συναξάρι Ρώσσων Ἁγίων τῆς Λαύρας Ἁγίας Τριάδος τοῦ Ἁγίου Σεργίου τοῦ ἔτους 16574, καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου νεομάρτυρος Νικήτα τοῦ Νισυρίου, ἐν Χίῳ ἀθλήσαντος.
Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Νικήτας ἐγεννήθηκε στή νῆσο Νίσυρο, τό 1716 ἤ 1717. Οἱ γονεῖς του ἦσαν ἀπό τούς προύχοντες τῆς κωμο-πόλεως Μανδράκι. Ὁ πατέρας του, δημογέροντας τοῦ νησιοῦ, ἀφοῦ περιέπεσε στή δυσμένεια τῶν Τούρκων καί προσήχθη σέ δίκη στήν Ρόδο, ἀλλαξοπίστησε καί ἀσπάσθηκε τό Κοράνι. Ἔτσι μετακόμησε μέ τήν οἰκογένειά του στήν Ρόδο. Ὁ μικρότερος ἀπό τούς υἱούς του ὀνομάσθηκε Μεχμέτ καί ἀνατρεφόμενος μέ τά τῆς μωαμεθανικῆς θρησκείας ἔδειχνε ζῆλο πρός τή θρησκεία αὐτή, χωρίς νά γνωρίσει ποτέ τά περί τῆς προγονικῆς πίστεώς του καί τῆς καταγωγῆς του.
Μία ἡμέρα ἐμάλωσε μέ ἕνα Τουρκόπουλο καί ἡ μητέρα του ἔβρισε τόν Νικήτα ὀνομάζοντάς τον γικαούρη, δηλαδή ἄπιστο. Πι-κραμένος ὁ μικρός Νικήτας ἐζήτησε νά μάθει ἀπό τή μητέρα του γιατί ἡ Τουρκάλα τόν ἔβρισε ἔτσι. Τότε ἡ μητέρα του ἀναγκάσθηκε νά τοῦ πεῖ ὅλη τήν ἀλήθεια γιά τή χριστιανική καί ἑλληνική κατά-γωγή τους καί ὅτι τό χριστιανικό του ὄνομα ἦταν Νικήτας.
Ἀπό ἐκείνη τή στιγμή στόν ἐσωτερικό κόσμο τοῦ Νικήτα ἄρχισε μιά ἐπανάσταση. Αὐτό πού τόν ἀπασχολοῦσε συνέχεια ἦταν μέ ποιό τρόπο θά ἐπέστρεφε στήν πατρώα πίστη καί εὐσέβεια. Καί ὁ Θεός ἄρχισε νά οἰκονομεῖ τά πράγματα. Ὁ Νικήτας ἔλαβε τίς ἀπο-φάσεις του. Μπῆκε σέ ἕνα καῒκι καί ἔφθασε στό Ἅγιον Ὄρος καί κατ’ ἄλλους στήν Χίο. Στό Ἅγιον Ὄρος ὁ δωδεκάχρονος νέος ἔμεινε ἐπί μία τετραετία καί ὠφελήθηκε πολύ ἀπό τή συναναστροφή του μέ τούς μοναχούς.
Στη συνέχεια ἀναχώρησε για την Χίο. Ὁδήγησε τά βήματά του στή Νέα Μονή τῆς Χίου καί ἐκεῖ ἀνέφερε στόν ἡγούμενο τί ἀκριβῶς εἶχε συμβεῖ. Ὁ ἡγούμενος τόν ἔστειλε τότε στόν Ἅγιο Μακάριο τόν Νοταρᾶ, ἀπό τίς μεγάλες μορφές τῶν Κολλυβάδων, καί σ’ αὐτόν ὁ Νικήτας ἐξομολογήθηκε καί καθημερινά ὡρίμαζε πνευματικά προετοιμάζοντας τόν ἑαυτό του γιά τό μαρτύριο.
Ἔτσι, κάποια στιγμή, ὅταν κατέβηκε στήν Χώρα καί εὑρέθη-κε ἐνώπιον τοῦ ἀγᾶ, ὁμολόγησε μέ πνευματική ἀνδρεία καί γενναι-ότητα τήν πίστη του στόν Χριστό. Ἀμέσως ἀκολούθησε ἡ σύλληψή του, ὁ ἐγκλεισμός στή φυλακή καί τά φρικτά βασανιστήρια. Τελικά, τό μανιασμένο πλῆθος τόν ὁδήγησε στή θέση Κάτω Αἰγια-λός τῆς Χίου, ὅπου ἦταν μετόχι τῆς μονῆς Ἰβήρων. Ἐκεῖ ἕνας Τοῦρκος πού ὀνομαζόταν Κριμλῆς, ἀπέκοψε μέ μανία τήν τιμία κε-φαλή τοῦ Νεομάρτυρος Νικήτα, τό 1792.
Οἱ Τοῦρκοι ἐπέταξαν τό ἱερό λείψανο σέ ἀκάθαρτο τόπο, ἀλλά τό σκήνωμα τοῦ Νεομάρτυρος παρέμενε καθαρό καί λευκό. Τέλος, τό ἔρριψαν στή θάλασσα καί διασώθηκαν, χάρη στήν εὐλά-βεια τῶν Χριστιανῶν, τεμάχια ἀπό αὐτό καί ἡ τιμία κάρα τοῦ Νεο-μάρτυρος Νικήτα πού φυλάσσεται μέ εὐλάβεια στήν ἱερά μονή Ἰβήρων.
† Τῇ Κυριακῇ Β΄ Ματθαίου, μνήμη πάντων τῶν ἐν Ἁγίῳ Ὄρει διαλαμψάντων Ἁγίων.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη πάντων τῶν ἐν Παλαιστίνῃ διαλαμψάντων Ἁγίων.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ἡ σύναξις πάντων τῶν ἐν Λέσβῳ Ἁγίων.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ἡ σύναξις τῆς ἁγίας Θεοδώρας τῆς βασιλίσσης, ἐν Σερβίοις.
† Τῇ πρώτῃ Κυριακῇ, μετά τήν Κυριακήν τῶν Ἁγίων Πάντων, τήν σύναξιν ἑορτάζομεν πάντων τῶν ἐν Ἱερισσῷ διαλαμψάντων Ἁγίων.
† Τῇ δευτέρᾳ Κυριακῇ, μετά τήν ἑορτήν τῆς Πεντηκοστῆς, μνήμην ἐπιτελοῦμεν πάντων τῶν ἐν Ρωσσίᾳ διαλαμψάντων Ἁγίων.
Καθιερώθηκε τόν 16ο αἰώνα ὡς «Ἑορτή τῶν νέων θαυματουρ-γῶν της Ρωσσίας», πού ἁγιοποιήθηκαν στήν Σύνοδο τῆς Μόσχας 1547-1549».
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων Πατέρων τῶν ἐγγύς καί μακράν τῆς Λαύρας τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου.
Ἡ ἑορτή καθιερώθηκε κατά τόν 17ο αἰώνα μ.Χ. καί τό ἔτος 1762, μέ ἐγκύκλιο τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας, ἐπεκτάθηκε σέ ὁλόκληρη τή Ρωσσία. Οἱ Ἅγιοι οἱ ὁποῖοι ἑορτάζουν εἶναι ὅλοι οἱ Πατέρες τῆς Λαύρας τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου, πού ἀσκήτεψαν στά Κοντινά καί Μακρινά Σπήλαια καί, ἐπίσης, οἱ: πρίγκηπες Ὄλγα καί Βλαδίμηρος, οἱ Ἰσαπόστολοι, Ἁγία Βαρβάρα, Ἱερομάρτυρες Ἐπίσκοποι Συμεών τοῦ Περεγιασλάβ καί Μακάριος του Κιέβου, Μάρτυρες Ἀντώνιος, Ἰωάννης καί Εὐστάθιος τοῦ Βίλνα, πρίγκιπες Μπόρις καί Γκλέμπ, Ἐπίσκοποι Μιχαήλ τοῦ Κιέβου, Ἰω-νᾶς τῆς Μόσχας, Φίλιππος Β΄ τῆς Μόσχας, Φώτιος τῆς Μόσχας, Κυ-πριανός τῆς Μόσχας, Ἐφραίμ τοῦ Περεγιασλάβ, Νικόλαος, Νικήτας τοῦ Νόβγκοροντ, Ἠσαΐας τοῦ Ροστώβ, Μηνᾶς, Λουκᾶς, Θεόκτιστος τοῦ Τσέρνιγκωφ, Λεόντιος τοῦ Ροστώβ, Στέφανος τῆς Βολυνίας, Γερμανός καί Νήφωνας τοῦ Νόβγκοροντ, Μαρίνος τοῦ Γιοῦρεβ, Εὐ-θύμιος, Λαυρέντιος, Διονύσιος τῆς Σουζδαλίας, μοναχή Εὐφροσύνη τοῦ Πολώκ, πρίγκηπας Ἰγκόρ τοῦ Κιέβου καί Τσέρνιγκωφ, Ἰουλιανή ἡ Παρθένος τοῦ Ὀλσκάνς.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη πάντων τῶν ἐν Οὐκρανίᾳ διαλαμψάντων Ἁγίων.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἀβραμίου, τοῦ ἐκ Ρωσσίας.
Ὁ Ὅσιος Ἀβράμιος τοῦ Μιρώζ ἔζησε στή Ρωσσία κατά τόν 12ο αἰώνα μ.Χ. καί ἐμόνασε στή μονή τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ τοῦ Μιρώζ κοντά στό Πσκώφ. Ἐκοιμήθηκε ὁσίως μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἀβραμίου, τοῦ ἐκ Ρωσίας.
Ὁ Ὅσιος Ἀβράμιος τοῦ Σπάσσκ ἐγεννήθηκε καί ἔζησε στή Ρωσσία περί τά τέλη τοῦ 16ου καί ἀρχές τοῦ 17ου αἰῶνος μ.Χ. στή Ρωσσία. Ἐκοιμήθηκε ὁσίως μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἀδριανοῦ, τοῦ ἐρημίτου.
Ὁ Ὅσιος Ἀδριανός τοῦ Σολόφκι ἔζησε καί ἀσκήτεψε στή Ρωσσία κατά τόν 17ο αἰώνα μ.Χ.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ὁσίων πατέρων ἡμῶν Ἀδριανοῦ καί Βογολεπίου.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἀλεξάνδρου, τοῦ ἐκ Ρωσσίας, τοῦ Θαυματουργοῦ.
Ὁ Ὅσιος Ἀλέξανδρος ἐγεννήθηκε καί ἔζησε στή Ρωσσία περί τόν 15ο αἰώνα μ.Χ. Ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Τβέρ καί ἐκοι-μήθηκε μέ εἰρήνη πιθανῶς τό 1492.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἀλεξάνδρου, τοῦ ἐκ Ρωσσίας, τοῦ Νέου καί Θαυματουργοῦ.
Στόν ποταμό Bόκα κοντά στό Σολίγκαλιτς, στήν περιοχή τῆς Koστρόμα, βρισκόταν τό μοναστήρι τῆς Μεταμορφώσεως. Ἡ ἡμε-ρομηνία ἱδρύσεώς του δέν εἶναι γνωστή. Ὑπῆρχε ἤδη τό 1534, ἔτος στό ὁποῖο μνημονεύεται ἕνας ἡγούμενος μέ τό ὄνομα Ἀλέξιος. Τό 1725 ἡ ἔρημος κατέστη ἐξαρτημένη ἀπό τό μοναστήρι τοῦ Προ-δρόμου στό Ζελεζνόμποροσκ καί τό 1764 τό μοναστήρι καταλύθηκε ὁριστικά. Στήν ἐκκλησία τοῦ μοναστηριοῦ, πού στή συνέχεια, ἔγινε ἐνοριακός ναός τοῦ χωριοῦ τοῦ Κορόβνοβο, τιμόταν, μέχρι τίς ἀρχές τοῦ 20οῦ αἰῶνος, ὁ τάφος τοῦ Ὁσίου Ἀλεξίου, πού ἦταν πιθανότατα ἱδρυτής ἤ ἐκ τῶν πρώτων ἡγουμένων τοῦ μοναστηριοῦ. Ἐπίσης, εἶχε διατηρηθεῖ μία ἀπό τίς πιό ἀρχαῖες ἀπεικονίσεις τοῦ Ἁγίου.
Παρόλα αὐτά δέν διατηρεῖται κάποια πληροφορία γύρω ἀπό τή ζωή τοῦ Ἀλεξίου, οὔτε ἐπίσης εἶναι γνωστή μέ ἀκρίβεια ἡ ἐποχή πού ἔζησε (ἴσως ἀνάμεσα στόν 15ο καί 16ο αἰώνα). Μνημονεύεται, ὅμως, σέ διάφορους χειρόγραφους καταλόγους Ρώσσων Ἁγίων τοῦ 17ου καί 18ου αἰῶνος.
Ἡ μνήμη τοῦ Ὁσίου Ἀλεξίου τοῦ Βότσκϊυ τελεῖται, ἐπίσης, τήν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τῶν Ἁγίων τῆς περιοχῆς τῆς Koστρόμα († 25 Ἰανoυαρίου).
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ὁσίων πατέρων ἡμῶν Ἀλεξάνδρου, Ἰωαννικίου καί Ἡσαῒου, τῶν ἐκ Ρωσσίας.
Οἱ Ὅσιοι Ἀλέξανδρος, Ἰωαννίκιος καί Ἡσαῒας ἐγεννήθηκαν καί ἔζησαν περί τόν 16ο αἰώνα μ.Χ. στή Ρωσσία. Ἐμόνασαν θεο-φιλῶς στή μονή Ἁγίας Τριάδος τῆς πόλεως Σίζα καί ἐκοιμήθησαν μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ὁσίων πατέρων ἡμῶν Ἀναστασίου, Βαρσανουφίου, Γενναδίου καί Πέτρου, τῶν ἐκ Ρωσσίας.
Οἱ Ὅσιοι Πατέρες Ἀναστάσιος, Βαρσανούφιος, Γεννάδιος καί Πέτρος ἔζησαν κατά τόν 13ο καί 14ο αἰώνα μ.Χ. στή Ρωσσία καί ἐμόνασαν στή Μεγάλη Λαύρα τοῦ Κιέβου. Ἐκοιμήθησαν ὁσίως μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἀνδρέου, τοῦ ἐρημίτου, ἐν Σολόφσκι.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ὁσιομάρτυρος Ἀντωνίου, τοῦ ἐκ Ρωσσίας.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἀντωνίου, τοῦ ἐκ Ρωσσίας.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἀνδρέου, τοῦ ἐκ Ρωσσίας.
Ὁ Ὅσιος Ἀνδρέας ἔζησε καί ἀσκήτεψε κατά τόν 12ο αἰώνα μ.Χ. στό Νόβγκοροντ τῆς Ρωσσίας. Ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἀζαρίου, τοῦ ἐκ Ρωσσίας.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμην ἐπιτελοῦμεν τῶν ὁσίων πατέρων ἡμῶν Βαρθολομαίου, Ἰωάννου καί Ἰγνατίου, τῶν ἐκ Ρωσσίας.
Οἱ Ὅσιοι Βαρθολομαῖος, Ἰωάννης καί Ἰγνάτιος ἔζησαν στή Ρωσσία κατά τόν 14ο καί 15ο αἰώνα μ.Χ. καί ἀσκήτεψαν στή μονή Σιμονώφ τῆς Μόσχας. Ἐκοιμήθησαν μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῆς ὁσίας μητρός ἡμῶν Βαρσανουφίας, τῆς ἐκ Μόσχας.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου Βασιλείου, πρίγκηπος τοῦ Νόβγκοροντ.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Βασιλείου.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Βασιλείου, ἐπισκόπου Σουρώζ τῆς Ρωσσίας.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ὁσίων πατέρων ἡμῶν Βασιλείου, Γερασίμου, Ἰωάννου, Ἰανουαρίου, Μακαρίου καί Ὀνουφρίου, τοῦ Σολόφκι.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Βασιανοῦ, τοῦ ἐκ Ρωσσίας.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Βασιανοῦ, τοῦ ἐν τῇ Λαύρᾳ τοῦ Κιέβου ἀσκήσαντος.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Βασιανοῦ, τοῦ Στροκίνσκϊυ.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Βασιανοῦ, τῆς Τίκσνα.
†Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ὁσίων πατέρων ἡμῶν Δανιήλ, Εὐλο-γίου καί Ἰσιδώρου, τῶν ἐν τῇ Λαύρᾳ τοῦ Κιέβου ἀσκησάντων.
†Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Δαυῒδ, τοῦ ἐν τῇ Λαύρᾳ τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου ἀσκήσαντος.
†Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Δαυῒδ, τοῦ ἐν τῇ Λαύρᾳ τοῦ Κιέβου ἀσκήσαντος.
†Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός Δημητρίου, τοῦ ἐκ Ρωσσίας.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων Δημητρίου τοῦ πρίγκηπος καί Μαρίας.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Εὐθυμίου, ἐπισκόπου Περεγιασλάβ.
Οἱ Συναξαριστές ἀναφέρουν ἐλάχιστες πληροφορίες, ἐπό τίς ὁποῖες πολλές εἶναι ἀντιφατικές, γιά τόν Ἅγιο Εὐθύμιο.
Ὁ Ἅγιος Εὐθύμιος ἐχειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος τοῦ Περεγια-σλάβ τό ἔτος 1141 ἀπό τό Μητροπολίτη τοῦ Κιέβου Μιχαήλ τόν Α΄. Ὁ ἐπισκοπικός θρόνος τοῦ Περεγιασλάβ ἦταν κενός ἀπό τό 1134 καί ἡ ἀγανάκτηση τῶν Χριστιανῶν ἦταν μεγάλη λόγῳ τῆς διασπάσεως τῶν ἐδαφῶν τοῦ Σμολένσκ ἀπό τήν περιοχή τῆς Ἐπισκοπῆς τοῦ Περεγιασλάβ.
Ὁ Ἅγιος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό ἔτος 1149 ἤ τό 1168. Ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει τή μνήμη του μαζί μέ Ἱεράρχες προερχόμενους ἀπό τή Λαύρα τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου καί εἶναι πιθανόν νά ἐνταφιάσθηκε στή Λαύρα τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ὁσίων μητέρων ἡμῶν Εὐπραξίας καί Ἰουλίας, τῶν ἐκ Μόσχας.
Τό ὄνομα αὐτῶν τῶν δυό μοναχῶν μνημονεύεται ἀνάμεσα στούς ἁγίους τῆς Μόσχας στόν ἁγιογραφικό κατάλογο τοῦ Leonid Kavelin καί εἶναι συνδεδεμένο μέ ἕνα ἀπό τά πρῶτα γυναικεία μονα-στικά ἱδρύματα τῆς πόλης τῆς Μόσχας. Μικρότερες ἀδελφές τοῦ Μη-τροπολίτη Ἁγίου Ἀλεξίου (+ 1378), ἡ Εὐπραξία καί ἡ Ἰουλία (πού σέ ἄλλες πηγές μνημονεύονται μέ τά ὀνόματα Ἰουλιάνα καί Ἰουλία ἤ Εὐδοκία), ἔγιναν μοναχές πιθανότατα στή μονή τοῦ Σωτῆρος. Ἀποσύρθηκαν σέ ἕνα δάσος ἐπάνω σέ ἕναν ἄλλο λόφο μέ ἀπό-κρημνο γκρεμό στόν ποταμό Moscova, ἔχτισαν ἕνα μικρό καί ἀπέ-ριττο κελί. Μετά ἀπό λίγο χρονικό διάστημα συναθροίστηκαν μαζί τους περίπου 30 μοναχές Ὡς ἔτος ἱδρύσεως αὐτῆς τῆς πρώτης κοινο-βιακῆς γυναικείας μονῆς τῆς πόλεως τῆς Μόσχας ὑποδεικνύεται τό ἔτος 1360.
Αὐτό τό μοναστήρι, πού παραδοσιακά εἶναι γνωστό μέ τό ὄνομα Alekseevskij, μεταφέρθηκε ἀνάμεσα στά ἔτη 1515 καί 1571, στό ἐσωτερικό τῆς Μόσχας, στό Κρεμλίνο. Τό 1836, γιά νά ἐπιτραπεῖ ἡ κατασκευή τοῦ καθεδρικοῦ ναοῦ τοῦ Σωτῆρος, τό μοναστήρι με-ταφέρθηκε ἐκ νέου στήν ζώνη τήν ἐπονομαζόμενη «Krasnoe selo» (ὄμορφο χωριό). Στόν τόπο ὅπου ἦταν πρίν αὐτή ἡ γυναικεία κοι-νότητα χτίστηκε, τό 1547, ἕνα νέο μοναστήρι πού στή συνέχεια ὀνομάσθηκε μονή τῆς Συλλήψεως τῆς Ἁγίας Ἄννας (Zacat’evskij), στήν ὁποία ἦταν ἀφιερωμένο τό Καθολικό τῆς μονῆς. Σέ αὐτό τό μοναστήρι, στήν ἐκκλησία τῆς «Φλεγόμενης Βάτου», διατηροῦνταν οἱ τάφοι τῆς Εὐπραξίας καί τῆς Ἰουλίας, ἀδελφῶν τοῦ Ἁγίου Ἀλε-ξίου.
Τό μοναστήρι Alekseevskij καί τό μοναστήρι Zacat’evskij ἔκλεισαν τό 1924. Ἀπό τό πρῶτο διασώζεται μέχρι σήμερα ἡ ἐκκλη-σία τῶν Ἁγίων Πάντων, ἐνῶ ἀπό τό δεύτερο διασώζονται οἱ ναοί τοῦ Σωτῆρος καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Πρόσφατα αὐτοί οἱ ναοί ἀπεδόθησαν στή λατρεία.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Εὐφροσύνου, τοῦ ἐκ Ρωσίας.
Ὁ Ὅσιος Εὐφρόσυνος τοῦ Κρουζέσκ5 ἀναφέρεται σέ ὁρι-σμένους ἁγιογραφικούς καταλόγους τοῦ 17ου καί 18ου αἰῶνος μ.Χ. Ἔζησε κατά τόν 17ο αἰώνα μ.Χ. καί ἀσκήτεψε μᾶλλον στό μονα-στήρι τῆς ἐρήμου Οὐσπένσκ-Ἀντόγκσκ, στήν περιφέρεια τοῦ Κερέποβετς τῆς περιοχῆς τοῦ Νόβγκοροντ, τό ὁποῖο ἐξηρτᾶτο ἀπό τήν μονή τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου Νοβοεζέρσκι, πού ἔκλεισε τό 1779.
Ὁ Ὅσιος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη μεταξύ τῶν ἐτῶν 1641-1652 στήν ἔρημο Ἀντάμσκι, πού εὑρίσκεται στήν περιοχή Καργκοπόλ καί ἐνταφιάσθηκε στό ναό τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τοῦ Ἀντοζέρσκ.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων ὁσιομαρτύρων Ἰωσήφ καί Κωνσταντίνου, τοῦ Πσκώφ τῆς Ρωσσίας.
†Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Κασσιανοῦ, τοῦ ἐκ Ρωσσίας.
†Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Κορνηλίου, τοῦ Ὄλονετς.
†Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ὁσίων πατέρων ἡμῶν Κορνηλίου, Λογγίνου, Γερμανοῦ, Βογολεπίου, τῶν ἐκ Ρωσσίας.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Κυπριανοῦ, τοῦ ἐκ Ρωσσίας.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Κυρίλλου, τοῦ Ἡγουμένου.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ὁσίων πατέρων ἡμῶν Κυρίλλου, Σπυρίδωνος καί Φαύστου, τῶν ἐκ Ρωσσίας.
Οἱ Ὅσιος Κύριλλος, Σπυρίδων († 5 Δεκεμβρίου) καί Φαῦστος († 28 Μαρτίου) ἔζησαν καί ἀσκήτεψαν στήν περιοχή Βολογκντά τῆς Ρωσσίας.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Κωνσταντίνου καί τῶν σύν αὐτῷ μαρτυρησάντων, ἐν Νοβοτόρζσκ τῆς Ρωσσίας.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ξενοφῶντος, τοῦ ἐκ Ρωσσίας.
Ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τή μνήμη αὐτοῦ καί στίς 26 Ἰανου-αρίου.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Σάββα τοῦ Νέου, τοῦ ἐν τῷ Ἄθῳ.
Τόν «Βίον καί πολιτείαν τοῦ ὁσίου καί θεοφόρου πατρός ἡμῶν Σάββα τοῦ νέου τοῦ ἐν τῷ Ἄθῳ ὄρει ἀσκήσαντος» κατά τήν ΙΔ΄ ἑκατονταετηρίδα, συνέγραψε ὁ Ππατριάρχης Κωνσταντινουπό-λεως Φιλόθεος ὁ Κόκκινος (1354-1355 καί 1364-1376), καί τόν ἐδημοσίευσε, ἀπό τόν ὑπ’ ἀριθμ. 89 τοῦ Κώδικος τῆς μονῆς Βατο-πεδίου στό Ἅγιον Ὄρος, ὁ Ἀθανάσιος Παπαδόπουλος-Κεραμεύς, στά «Ἀνάλεκτα Ἱεροσολυμιτικῆς Σταχυολογίας». Ὡς ἔτος γεννή-σεως τοῦ «θαυμασίου Σάββα τοῦ νέου», θεωρεῖται τό 1280. Καλεῖ-ται δέ «νέος» σέ σχέση πρός τόν Ὅσιο Σάββα τόν Ἡγιασμένο, πού διακρίθηκε ἀσκητικά στήν Παλαιστίνη (439 – 5 Δεκεμβρίου 532 μ.Χ.). Σύμφωνα μέ τόν ἐκτενή ἀλλά καλλιεπή Βίο πού ἀπαρτίζεται ἀπό 74 παραγράφους, ὁ «θεοφόρος πατήρ ἡμῶν Σάββας ὁ νέος» γεννήθηκε στή «θαυμαστήν καί μεγάλην Θεσσαλονίκην» ἀπό γονεῖς «εὐπατρίδες» καί ἐνάρετους, οἱ ὁποῖοι ἔγιναν μοναχοί κατά τό τέ-λος τοῦ βίου τους. Ὁ υἱός τους ὀνομάσθηκε «φερωνύμως» Στέφανος, ὡς ἔπαθλο καί στέφανος αὐτῶν γιά τήν ἀρετή καί τήν «καλοκαγα-θίαν» τους. Λογαρᾶς πιθανῶς ἦταν τό ἐπίθετό του. Ἀπό νεαρή ἀκόμη ἡλικία καί ἐνῶ ἐπερνοῦσαν τά χρόνια ἔτυχε λαμπρᾶς παι-δείας στή γενέτειρά του, μετέβη ἀπό τήν Θεσσαλονίκη στό Ἅγιον Ὄρος, τήν «πατρίδα τῶν μοναζόντων», καί ἐκάρη μοναχός λαμβά-νοντας τό ὄνομα Σάββας, ἀναδείχθηκε δέ στήν ἄσκηση τοῦ μονα-χικοῦ βίου «πρώταθλος καί στεφανίτης καί νικητής ἀπαράμιλλος».
Ἀφοῦ παρέμεινε στό Ἅγιον Ὄρος γιά μιά ἑπταετία, ἔφυγε ἀπό ἐκεῖ, κατόπιν ὑποδείξεως πρός τούς ἁγιορεῖτες ἀπό τόν αὐτο-κράτορα Ἀδρόνικο Β΄ τόν Παλαιολόγο (1282-1328) ἐξ αἰτίας τῆς ἐπιδρομῆς τῶν Καταλανῶν κατά τῆς Μακεδονίας (1307-1308). Ἀκολούθως περνώντας ἀπό τήν Λῆμνο, τήν Λέσβο καί τήν Χίο, μετέβη στήν Ἔφεσο, τήν Πάτμο καί τήν Κύπρο, ὅπου «ἄπολις, ἄστεγος, ἄγνωστος τοῖς πᾶσι» καί στερούμενος καί τῆς ἀναγκαίας ἀκόμη τροφῆς, ἔζησε στίς ἐρήμους, τά ὄρη καί τά σπήλαια, διερχό-μενος δέ πόλεις καί χωριά τῆς μεγαλονήσου θεωροῦταν ἀπό τούς κατοίκους ὡς «μωρός διά Χριστόν». Ἔπαθε πολλά στήν Κύπρο, ἀνακηρύχθηκε τελικά ἀπό ὅλους τούς κατοίκους της «μέγας ἐν ἀσκηταῖς… τῶν πάλαι θαυμαζομένων ἁγίων ὁμότροπος… τό κοινόν τῆς ἀνθρωπείας φύσεως ὄφελος, ὅπερ ἀπροσδοκήτως ὁ Θεός ἐχα-ρίσατο» στούς Κύπριους, καί ἡ φήμη τῆς ἁγιότητάς του ἔφθασε ἀπό ἐκεῖ μέχρι τήν γενέτειρά του Θεσσαλονίκη καί τό Ἅγιον Ὄρος. Ἔπειτα ἀναχώρησε κρυφά ἀπό τήν Κύπρο καί ἦλθε στά Ἱεροσό-λυμα, ὅπου προσκύνησε γονυπετής καί μέ θερμά δάκρυα τόν Τάφο τοῦ Δεσπότη Χριστοῦ καί τούς ἄλλους Ἁγίους Τόπους, ὅπου πάτησαν οἱ ἄχραντοι πόδες τοῦ Λυτρωτοῦ, ἐλούσθηκε δέ στόν Ἰορδάνη ποταμό. Πεζοπόρησε ἀπό τήν Ἱερουσαλήμ γιά εἴκοσι ἡμέ-ρες, ἔφθασε στό ὄρος Σινᾶ, ὅπου παρέμεινε γιά μία διετία καί κατέ-πληξε τούς ἐκεῖ ὅσιους πατέρες ἐξ αἰτίας τῆς ὑπέρμετρης ἀρετῆς. Ἐπανῆλθε στή συνέχεια στά Ἱεροσόλυμα, μετέβη καί πάλι στήν περιοχή τοῦ Ἰορδάνη, παρέμεινε μέσα στό σπήλαιο γιά τρία χρόνια, ἔφθασε διά τῆς νεκρώσεως τοῦ σώματος στήν «θέωση» τῆς ἀνθρώ-πινης φύσης καί στήν ἡσυχαστική «θεοφάνεια» καί «θεοπτία» καί ἔγινε ἐφάμιλλος τῶν Ὁσίων Ἀντωνίου τοῦ Μεγάλου καί Σάββα τοῦ Ἡγιασμένου, γι’ αὐτό καί ἔχει ὀνομασθεῖ ἐπιπλέον νέος Σάββας, ὅπως προαναφέρθηκε παραπάνω. Ἀφοῦ βγῆκε ἀπό τό σπήλαιο, ἔμεινε γιά μία τριετία σέ ἄλλη ἔρημο τῆς Παλαιστίνης, μετέβη δέ καί στή μονή τοῦ ὁμωνύμου ἁγίου Σάββα. Ἀφοῦ ἀσκήτεψε ἀκόμη γιά ἔτη σέ σπήλαιο, ἔζησε ἐντός αὐτοῦ τήν «ἀγγελικήν καί ὑπερφυέ-στατην πολιτείαν» ὡς ἄσαρκος ἄγγελος. Ἔπειτα ἐπισκέφθηκε τό ἀσκητήριο κοντά στόν Ἰορδάνη, πού ἐτιμᾶτο στό ὄνομα τοῦ Προ-δρόμου καί Βαπτιστοῦ Ἰωάννη, καί ἐξέπληξε καί πάλι τούς ἐκεῖ ἀσκητές, λάμποντας ὡς «λαμπρός ἥλιος». Κατόπιν «θείου χρησμοῦ» πορεύθηκε πεζοπορώντας διά μέσου τῶν Ἱεροσολύμων στή Δαμα-σκό καί στήν Ἀντιόχεια τῆς Συρίας. Ἀπό ἐκεῖ, ἐνῶ ἐπρόκειτο νά μεταβεῖ στήν Κωνσταντινούπολη, λόγῳ θαλασσοταραχῆς, ἀποβι-βάσθηκε στήν Κρήτη καί «ὥσπερ ἄσαρκός τις» ἔμεινε ἐκεῖ γιά δύο χρόνια, ἄγνωστος σέ ὅλους, ζώντας σέ ἐρημιές καί ὄρη καί φα-ράγγια, συντηρούμενος μόνο μέ νερό καί βότανα.
Ἀπό τήν Κρήτη ἔφθασε στήν Εὔριπο (Εὔβοια). Τά σχετικά μέ τή διετή παραμονή στήν Εὔβοια τοῦ Ἁγίου Σάββα ἐξιστοροῦνται στόν Βίο ὡς ἑξῆς: «Ἀποβαίνει τῆς Κρήτης καί εἰς Εὔριπον ὁμοίως καταίρει, καί τοῖς ρηθεῖσιν ἐνιαυτοῖς ἰσαρίθμοις κἄν τοῖς αὐτόθι διατετριφώς ὄρεσι καί ταῖς ἐρημίαις, μεθ’ ὁμοίαις ὅτι μάλιστα τῆς διαίτης- ταῖς γάρ αὐταῖς κἀνταῦθα δήπου βοτάναις ὡσαύτως καί τῷ ὕδατι καθάπαξ ἐχρῆτο, καί τῶν ἀγρίων δέ φημι δένδρων, κατά τόν μέγαν Βαπτιστήν, εἴπου τοῖς ἀκροδρύοις ἐντύχοι-, ἄγνωστος διαγεγονώς τό παράπαν καί τοῖς αὐτόθι εἷς, τήν περιφανῆ Πελο-πόννησον ἀφικνεῖται». Δηλαδή, ἀπό τήν Κρήτη μετέβη στήν Εὔριπο (Εὔβοια) καί ἔμεινε στήν νῆσο αὐτή γιά δύο χρόνια, ὅπως καί στήν Κρήτη προηγουμένως, καί ἔζησε στήν Εὔβοια στά ὄρη καί στίς ἐρημιές αὐτῆς. Ἡ καθημερινή διατροφή του ἦταν ὅπως καί στήν Κρήτη, βότανα καί νερό καί καρποί ἄγριων δένδρων μέ σκληρό καί τραχύ κέλυφος («ἀκρόδρυα»), κατά τό παράδειγμα τοῦ Βαπτιστοῦ Ἰωάννου. Ἔμεινε ἐκεῖ τελείως ἄγνωστος καί ὡς ἕνας ἀπό τούς κα-τοίκους τῆς Εὔβοιας ὅλη τή διάρκεια τῆς διετοῦς παραμονῆς του.
Ἀπό τήν Εὔβοια μετέβη στήν Πελοπόννησο, ἀπό ἐκεῖ στήν Ἀθήνα καί ἀπό αὐτούς στήν Πάτρα καί στήν «Ἑλλάδα πᾶσαν», ὅπως ἀναγράφεται στον Βίο. Ἐν τέλει, μέσῳ τῆς Μακεδονίας καί τῆς Θράκης, ἔφθασε στήν Κωνσταντινούπολη καί ἐγκλείσθηκε στό μοναστήρι («φροντιστήριον») τοῦ ἁγίου μάρτυρος Διομήδους, μένοντας στήν ἡσυχία, «ἄγνωστος καί ἀνομίλητος καί τοῖς πᾶσι σχεδόν ἀθέατος». Ἐπειδή δέ καί στήν Κωνσταντινούπολη ἔγινε ἀπό ὅλους ἀντικείμενο σεβασμοῦ καί εὐλάβειας, ἀναχώρησε κρυφά καί ἀπό ἐκεῖ καί ἐπανῆλθε στό Ἅγιον Ὄρος, ὅπου ἔγινε δεκτός ἀπό τούς ἁγιορεῖτες μέ γιορτές καί ἔμεινε στή μονή Βατοπεδίου, γι’ αὐτό καί καλεῖται Βατοπεδινός. Σέ κελλί ἄλλωστε τῆς μονῆς αὐτῆς, κοντά στις Καρυές, εἶχε παραμείνει, ὅταν ἀρχικά μετέβη στό ἁγιώνυμο Ὄρος. Ἀφοῦ ἐπανῆλθε στόν Ἄθω, ἀναδείχθηκε «κανών τοῦ μονα-δικοῦ βίου εὐθύτατος καί τῆς ὑψηλῆς ταπεινοφροσύνης ἀκρότατος ὅρος», ἀφοῦ ἀρνήθηκε νά τιμηθεῖ μέ τήν ἱερωσύνη, ὅσο θεωροῦσε αὐτήν ἔργο «μέγα ὄντως καί θείας ἤ τέως ἀγγελικῆς ἰσχύος δεόμε-νον». Ἀπό τό Ἅγιον Ὄρος μετέβη ὡς μέλος ἁγιορείτικης ἀποστολῆς στήν Κωνσταντινούπολη, ὑπέρ τοῦ αὐτοκράτορος Ἰωάννου ΣΤ΄ τοῦ Καντακουζηνοῦ (1347-1354) κατά τόν ἐμφύλιο πόλεμο (1341-1347), καί παρέμεινε ἀπό τότε ἐκεῖ στή μονή τῆς Χώρας «ἐν τῇ φιλησύχῳ μονώσει καί ἀγωγῇ». Παρά τίς πιέσεις τοῦ αὐτοκράτορος, τοῦ κλήρου καί τοῦ λαοῦ, δέν ἐδέχθηκε νά ἀναλάβει τό πατριαρχικό ἀξίωμα, κατά τό ἔτος 1347. Τήν ἀσκητική του ζωή ἐτελείωσε στήν μονή τῆς Χώρας τό 1349. Ὁ συγγραφέας τοῦ Βίου του ἀναγράφει καί θαύματα πού τελέσθηκαν ἀπό τόν Ὅσιο Σάββα. Ἡ μνήμη του τελεῖται στό Ἅγιον Ὄρος τήν δεύτερη Κυριακή τοῦ Ματθαίου, δηλαδή μετά τήν Κυριακή τῶν Ἁγίων Πάντων, κατά τήν «Ἀκολου-θίαν τῶν ὁσίων καί θεοφόρων πατέρων ἡμῶν τῶν ἐν Ἁγίῳ Ὄρει τοῦ Ἄθω διαλαμψάντων».
Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν!