Δέηση ὑπέρ ἀναπαύσεως τῶν ψυχῶν, τῶν δύο Πιλότων τῆς Πολεμικῆς Ἀεροπορίας, τοῦ Μάριου-Μιχαήλ Τουρούτσικα ἀπό τήν Τρίπολη καί τοῦ Εὐσταθίου Τσιλτακίδη ἀπό τό Νευροκόπι, πού ἒπεσαν ἐν ὣρᾳ καθήκοντος, ἒχοντας ὡς σκοπό τῆς ζωῆς τους, τήν προάσπιση τῶν δικαίων τῆς Πατρίδος μας καί τήν συνείδηση ὃτι ἀξίζει κανείς νά πεθαίνῃ ὑπερασπιζόμενος τήν ἒνδοξη Ἑλλάδα μας, τέλεσε ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πατρῶν κ.κ. Χρυσόστομος, μετά τήν Θεία Λειτουργία στόν πανηγυρίζοντα Ἱερό Ναό τῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ Σωτῆρος, Καμαρῶν Ἀχαΐας, παρουσίᾳ τῶν τοπικῶν Ἀρχόντων καί πλήθους Λαοῦ.
Σημειωτέον, ὃτι τά δύο αὐτά γενναία παλληκάρια ἒμεναν στήν Πάτρα καί καθημερινῶς μετέβαιναν στην Ἀεροπορική Βάση τῆς Ἀνδραβίδας, γιά τήν ὑπηρεσία τους γιά τήν Πατρίδα.
Μέ τήν οἰκογένεια τοῦ ἀειμνήστου Μαρίου Τουρούτσικα, ὁ Σεβασμιώτατος συνδέεται μέ δεσμούς ἀγάπης καί πνευματικῆς φιλίας ἀπό τήν διακονία του ὡς Ἱεροκήρυκας στήν Τρίπολη.
Σέ ἐπικοινωνία του μέ τόν πατέρα τοῦ Μαρίου-Μιχαήλ, Κωνσταντῖνο Τουρούτσικα ἐξέφρασε τήν ἀγάπη, τόν ἐπιστηριγμό καί τήν παρηγορία στήν οἰκογένειά του, εὐχηθείς γιά τήν ἀνάπαυση τῆς ψυχῆς τοῦ λαμπροῦ τέκνου τους, Μάριου-Μιχαήλ, πού τήν καρδιά του, ἀπό μικρό παιδί, ἐφλόγιζε ἡ ἀγάπη γιά τά ὓψη καί τόν ἐνέπνεαν οἱ θυσίες ὃσων ἀγωνίστηκαν καί ἒπεσαν γιά τήν Πατρίδα.
Στήν ἀναφορά του στούς δύο ἡρωικούς Ἱπταμένους τῆς Πολεμικῆς Ἀεροπορίας, ὁ Σεβασμιώτατος εἶπε:
«…Πέταξαν, μέ τά ἡρωικά φτερά, τῆς ἀγάπης γιά τήν Ἑλλάδα.
Φτερούγισαν πάνω ἀπό τά πέλαγα γιά νά ὑπερασπίζονται στούς αἰῶνες, τήν Ἑλλάδα πού τόσο ἀγάπησαν.
Ἒπεσαν ἀπό τά γαλάζια ὓψη τοῦ οὐρανοῦ, στά γαλανά νερά τῆς Ἑλληνικῆς θάλασσας, γιά νά βεβαιώσουν ὃτι ἦταν ἀποφασισμένοι νά δώσουν τήν ζωή τους, τό αἷμα τους, γιά τήν Πατρίδα μας.
Θαυμάζομε τό θάρρος τους.
Αἰσθανόμεθα δέος μπροστά στήν ἀποφασιστικότητά τους.
Καυχώμεθα γιά τόν ἡρωισμό τους.
Ὑποκλινόμεθα στή θυσία τους.
Ἀσπαζόμεθα τήν Ἑλληνική Σημαία, πού καλύπτει τά πολύπαθα καί ἡρωικά σώματά τους.
Ἀνάβομε κερί καί λιβάνι στά μνήματά τους.
Τούς προβάλλομε ὡς πρότυπα ἡρωισμοῦ καί θυσίας στή νεολαία μας.
Ἐναγκαλιζόμεθα, εὐχαριστοῦντες εὐγνωμόνως, τοῦύς Γονεῖς τους, πού τούς ἀνέθρεψαν μέ ἀρετές καί ἦθος, μέ ἀξίες καί μέ ἀγάπη γιά τήν Ἑλλάδα. Εἲμεθα ὑπερήφανοι γι’ αὐτούς. Τά παιδιά τους δέν πέθαναν, ἀλλά πέρασαν στήν ἀθανασία καί στή δόξα. Θά πετᾶνε μαζί μέ τούς Ἀγγέλους ἀπό ψηλά, χαρούμενοι γιά τήν αἰώνια ἐλευθερία πού τόσο πόθησαν.
…Ἀσπαζόμεθα τά ἀδέλφια τους καί εἲμεθα βέβαιοι, ὃτι παρά τόν μεγάλο ἀνθρώπινο πόνο τους, καυχῶνται γιά τούς ἀδελφούς τους, πού ἒπεσαν ἐπιτελώντας τό χρέος γιά τήν Πατρίδα μας καί προσευχόμεθα, ὣστε Κύριος ὁ Θεός νά κατατάξῃ, τά ἡρωικά παιδιά, μετά δικαίων καί ἁγίων. Εἰς δέ τούς οἰκείους τους νά χαρίζῃ, δύναμη νά σηκώσουν αὐτόν τόν «σταυρό» μέ ὑπομονή καί νά ἒχουν τήν ἐξ’ ὓψους παραμυθία, ἓως ἒλθη ἡ ὣρα τῆς συναντήσεώς μας μέ τούς δύο ὑψιπέτας ἀετούς τῆς Πολεμικῆς Ἀεροπορίας.
Τούς ἀποχαιρετᾶμε με δάκρυα θαυμασμοῦ καί μέ ὑπερηφάνεια.
Τούς προπέμπομε στήν αἰωνιότητα μέ τοῦ ποιητή τά λόγια.
«Θέλει ἀρετήν καί τόλμην ἡ ἐλευθερία.
Αὐτή… ἐπτέρωσε τόν Ἲκαρον
………………………………………………
καί ἂν ἒπεσεν ὁ πτερωθείς
καί ἐπνίγη θαλασσωμένος.
Ἀφ’ ὑψηλά ὃμως ἒπεσεν
καί ἀπέθανεν ἐλεύθερος.
(Ἀνδρέας Κάλβος).
Αἰωνία τους ἡ μνήμη».