Γράφει ο Μ. Γ. Βαρβούνης Καθηγητής Λαογραφίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης
Τα τελετουργικά περιεχόμενα της ελληνικής λαϊκής θρησκευτικότητας αποτελούν σύνθεση μιας σειράς παραγόντων και στοιχείων: της παράδοσης του τόπου και της θρησκείας, των προχριστιανικών και παγανιστικών επιβιωμάτων, των νεοεισηγμένων κατά περιστάσεις θρησκευτικών πρακτικών, των ξένων πολιτιστικών προτύπων, των αντιστάσεων και των επιβιώσεων του πολιτισμικού συστήματος κ.λπ. Πρόκειται για παράγοντες που πρέπει να συνυπολογίζονται κάθε φορά που επιχειρείται η ερμηνεία του συστήματος πίστεων και τελετουργικών πρακτικών, που συναποτελούν την παραδοσιακή θρησκευτική συμπεριφορά ενός λαού ή των κατοίκων ενός τόπου.
Η ερμηνεία τους εξαρτάται βεβαίως και από την οπτική γωνία καθενός: αλλιώς τα προσεγγίζει ο ανθρωπολόγος και ο εθνολόγος που ενδιαφέρεται πρωτίστως για το εθιμικό παρόν, αλλιώς ο λαογράφος που συνυπολογίζει και την ιστορική τους διαδρομή και καταγωγή, και αλλιώς ο κληρικός που βλέπει μέσα σε αυτά την προσπάθεια του ανθρώπου να επιδιώξει τη σωτηρία του και να διασφαλίσει τη συνεπή του θρησκευτική ταυτότητα. Κάθε μία οπτική οδηγεί βεβαίως σε διαφορετικά κάθε φορά συμπεράσματα, ανάλογα των προϋποθέσεων, των βάσεων, των ιδεολογικών και μεθοδολογικών αφετηριών και των σκοπών και επιδιώξεων καθενός.
Από την άλλη πλευρά δεν πρέπει να παραθεωρείται και ο ρόλος της ιστορικής συγκυρίας. Στην περίπτωση του ελληνικού λαού, για παράδειγμα, τόσο η βυζαντινή κληρονομιά, όσο και οι ισορροπίες που παγιώθηκαν κατά την υστεροβυζαντινή περίοδο και τα χρόνια της οθωμανικής κατάκτησης, οδήγησαν σε μία αμεσότερη σύνδεση των εθίμων και των τελετουργικών μορφών με τις πολιτικές συνισταμένες της κοινωνίας, υπό την ευρύτερη δυνατή έννοια που ο όρος αυτός μπορεί να πάρει. Κι έτσι, δημιουργήθηκαν συναρμογές ανάμεσα στις μορφές του εκκλησιαστικού, του λαϊκού λατρευτικού και του δημόσιου τελετουργικού, οι οποίες μεγιστοποιήθηκαν μετά τη δημιουργία και την εδαφική παγίωση του ελληνικού κράτους, οδηγώντας στις σημερινές ελληνικές λαϊκές θρησκευτικές τελετουργίες, οι οποίες έχουν γίνει συχνά αντικείμενο συστηματικής ερμηνευτικής προσέγγισης.
Γίνεται νομίζω εύκολα κατανοητό, ότι υπό το πλαίσιο αυτό οι κάθε είδους ερμηνείες πρέπει να γίνονται πολύ προσεκτικά και με επιφύλαξη. Για παράδειγμα, κατά κανόνα εκτός τόπου και χρόνου είναι οι ερμηνείες των εκρηκτικών και βροντωδών εκδηλώσεων των λαμπριάτικων εθίμων ως καταλοίπων της αντίστασης των υπόδουλων Ελλήνων στην οθωμανική κατάκτηση και εξουσία. Στην πραγματικότητα δεν είναι αντιστασιακές πράξεις του παρελθόντος υπό μία θρησκευτική λεοντή, αλλά είναι εκδηλώσεις μίας πανάρχαιης και αρχετυπικά πανανθρώπινης τάσης να αποδιοπομπείται το κακό σε κρίσιμες και διαβατήριες στιγμές μέσω της παραγωγής τελετουργικών θορύβων.
Το ίδιο μπορεί να παρατηρηθεί και στις περιπτώσεις παραδοσιακών αθλητικών αγωνισμάτων, όπως αυτών του πανηγυριού του αγίου Γεωργίου της Αράχωβας, που κάποτε ερμηνεύονται ως προσπάθεια των υπόδουλων Ελλήνων να διατηρούνται ετοιμοπόλεμοι και ασκημένοι. Στην πραγματικότητα η εαρινή, κρίσιμη, οριακή, μεταβατική και διαβατήρια στιγμή της άνοιξης, κατά την οποία τελείται η εορτή, σε πολλούς λαούς και πολιτισμούς σχετίζεται με την προσπάθεια συνειρμικής ενίσχυσης της φύσης διά αναλόγων παραδοσιακών ανταγωνιστικών αθλημάτων και παιγνίων νέων, που οι παλαιότεροι άνθρωποι θεωρούσαν ότι συνέβαλλαν στην καλοχρονιά, στη γονιμότητα και στην ευετηρία.
Βεβαίως, πρέπει να έχουμε υπόψη ότι οι πρωταρχικές αυτές έννοιες διαφοροποιούνται στο πέρασμα των αιώνων, συμπληρώνονται, μεταβάλλονται και μετασχηματίζονται, συχνά δε τροποποιούνται, αναλόγως των αναγκών και των αντιλήψεων κάθε εποχής. Κι έτσι σε παρόμοιες περιπτώσεις συχνά μπορούμε να διακρίνουμε επάλληλα στρώματα στην ερμηνεία και στη λειτουργικότητα των εθιμικών αυτών μορφών. Κάθε νέα όμως μετάλλαξη, ως και τη σημερινή φολκλοριστική, θεαματική και ψυχαγωγική αντίληψη των πραγμάτων, δεν σβήνει τις παλαιότερες έννοιες και τους πρωταρχικούς σκοπούς, κι αυτό αποτελεί βασικό σημείο της γοητείας του εθιμικού υλικού και της σπουδής της θρησκευτικής λαογραφίας.
Αν όλα αυτά δεν τα έχουμε υπόψη, δεν μπορούμε να κατανοήσουμε τα λαϊκά θρησκευτικά έθιμα, ούτε να παρατηρήσουμε την πορεία τους στον χρόνο, τη διαχρονική τους εξέλιξη και τη σημερινή τους λειτουργικότητα, που κι αυτή καθημερινά – και με ταχύτερους μάλιστα των παλαιοτέρων ρυθμούς – είναι υπό αλλαγή και νέα διαμόρφωση.
Εφημερίδα «Κιβωτός της Ορθοδοξίας»