† Γ’ στάση των Χαιρετισμών – 2.4.2021
Πᾶσα φύσις Ἀγγέλων κατεπλάγη τό μέγα τῆς σῆς ἐνανθρωπήσεως ἔργον· τόν ἀπρόσιτον γάρ ὡς Θεόν ἐθεώρει πᾶσι προσιτόν ἄνθρωπον, ἡμῖν μέν συνδιάγοντα, ἀκούοντα δέ παρά πάντων οὕτως· Ἀλληλούϊα.
Αγαπητοί Χριστιανοί,
Απόψε για άλλη μια φορά η Αγία μας Εκκλησία μας υπενθυμίζει μέσα από τους μελίρρυτους λόγους των ιερών υμνογράφων το “καινόν και παράδοξον θαύμα”, το “αγγέλοις άγνωστον μυστήριον”, το θαύμα της Σαρκώσεως του Υιού και Λόγου του Θεού. Πώς ο Θεός γίνεται άνθρωπος και πάσχει, πώς συγκατατίθεται στην άκρα ταπείνωση, πώς “ὁρᾶται σαρκί, ὁ φύσει ἀόρατος“ και “πάσχει ο απαθής τη θεότητι”.
Το θέμα δεν είναι καινούριο ποιητικά, όπως και δογματικά αποτέλεσε εξαρχής μια σχοινοβασία του νου και της πίστεως εντός της Εκκλησίας. Ο Ρωμανός ο Μελωδός, του οποίου το κοντάκιο Εις το Πάθος του Κυρίου και τον θρήνον της Θεοτόκου, δυστυχώς μόνον αποσπασματικώς ακούμε πλέον στην εκκλησία τοποθετεί στα χείλη της Θεοτόκου την πανανθρώπινη απορία. Σε μετάφραση: “Πεθαμένους ἀνέστησες, μὰ Νεκρὸς δὲν θὰ γίνῃς, καὶ ταφὴ δὲν θὰ λάβης, Παιδί μου καὶ Ζωή μου. Καὶ πῶς λές, «ἂν δὲν πεθάνω ὁ Ἀδὰμ γιατρειὰ δὲ βρίσκει»;” Φαίνεται και πως η ίδια η Θεοτόκος απορεί για την παραδοξότητα, για τη μεγάλη αντινομία, την οποία πρώτη απ’ όλους εκείνη βίωσε εντός της θεοδόχου κοιλίας της. Είναι ποτέ πιθανόν αυτό; Ο υμνωδός, βεβαίως, αναπτύσσει με έξοχο τρόπο την δογματική διδασκαλία μέσα και από αυτές της κατασκευασμένες ερωταποκρίσεις μεταξύ των ιερών προσώπων: “Λιγάκι γιὰ περίμενε, Μητέρα, καὶ θὰ δῇς, πῶς σὰν Γιατρὸς τρέχω καὶ φτάνω στὸν τόπο ὅπου εὑρίσκονται καὶ τὶς πληγὲς τοὺς θεραπεύω καὶ μὲ τὴ Λόγχη κόβω τὴν ἀναισθησία τους καὶ τὴ σκληροκαρδία. Παίρνω καὶ ξύδι καὶ ἀπολυμαίνω τὴν πληγή. Καὶ μὲ ἰατρικὸ μαχαῖρι τὰ Καρφιὰ θὰ πλατύνω τὴν τομή, βάζοντας γάζα τὸν Χιτῶνα. Κι ἔχοντας τὸ Σταυρό μου μάλιστα σὰν ἄλλη θήκη γιὰ τὰ φάρμακα Αὐτὸν μεταχειρίζομαι, Μητέρα, γιὰ νὰ μπορῇς νὰ ψέλνῃς ταπεινά: «Πάσχοντας γιάτρεψε τὰ πάθη ὁ Υἱὸς καὶ Θεός μου»” αποκρίνεται ο Χριστός στην Θεομήτορα επιβεβαιώνοντας την θεολογία του Πάθους, όπως την ομολογούμε στο δ’ άρθρο του Συμβόλου της Πίστεως: “Σταυρωθέντα τε ὑπὲρ ἡμῶν ἐπὶ Ποντίου Πιλάτου, καὶ παθόντα καὶ ταφέντα.”
Σ’ αυτή την σχοινοβασία πολλοί έχασαν την ισορροπία τους και έπεσαν. Ένα πλήθος αιρέσεων εκφράζει την αδυναμία του νου να συνταιριάξει την παντοδυναμία του Θεού με την άκρα ταπείνωση: αρειανοί, θεοπασχίτες, μονοφυσίτες… Οι ποικιλώνυμες αυτές εκτροπές της ορθόδοξης πίστης, που σε μας δε λένε τίποτα πια, είχαν ως αφορμή το ίδιο σκάνδαλο: Πώς ο τέλειος Θεός συνυπάρχει, συνουσιάζεται – είναι ο θεολογικότατος όρος που σήμερα μπορεί να προξενεί και αποστροφή- με τον άνθρωπο; Αποτυπώθηκε σε διάφορα στιγμιότυπα και με διαφορετικές αφορμές, πάντοτε όμως στο ίδιο υπόβαθρο. Φαίνεται, όπως πολύ σωστά έχει επισημανθεί, ότι τελικά ένα και μοναδικά αληθινό θεολογικό ερώτημα κυριαρχεί σε κάθε ουσιαστική θεολογική διαμάχη: πώς ο καλός Θεός ανέχεται το κακό; Όλα τα άλλα φαντάζουν υποερωτήματα -όπως κάποιος σύγχρονος εύστοχα λέει- αυτού του ενός και θεμελιώδους ερωτήματος. Στη σκέψη των αιρετικών συχνά εισερχόταν η φιλοσοφική έννοια της παντοδυναμίας του Θεού και όλες οι ποιότητες που τη συνοδεύουν: ο Θεός είναι αιώνιος, άτρεπτος, αναλλοίωτος, απερινόητος. Πώς είναι δυνατόν να λαμβάνει την ανθρώπινη πεπερασμένη και φθαρτή φύση; Για το σκάνδαλο και την μωρία, όπως το χαρακτηρίζει ο απόστολος Παύλος (Κορ. Α΄ 1, 22) οι ορθολογιστές όλων των αιώνων δε μπόρεσαν να φθάσουν την πίστη (πρβ. “Ρήτορας, πολυφθόγγους ὡς ἰχθύας ἀφώνους, ὁρῶμεν ἐπί σοί Θεοτόκε” κλπ.), αλλά και οι ευσεβιστές πάσης προελεύσεως δεν κατόρθωσαν να γευθούν σε τι βάθος ταπεινώσεως και αποδοχής εντέλει του ανθρώπου καταδέχεται να ξεπέσει ο Θεός. Όμως, με μια φωνή οι Πατέρες δια στόματος του Γρηγορίου του Θεολόγου απαντούν: “ότι ήταν ο ίδιος ο Λόγος του Θεού ο προαιώνιος, ο αόρατος, ο απερίληπτος, ο ασώματος, η αρχή που προήλθε από την αρχή, το φως εκ του φωτός, η πηγή της ζωής και της αθανασίας, το εκμαγείο του αρχετύπου κάλλους, η σφραγίδα η εκτός κινήσεως, η απαράλλακτος εικόνα, ο όρος και λόγος του Πατρός. Πορεύεται προς την εικόνα του και φορά την σάρκα και με ψυχή λογική για χάρη της δικής μου ψυχής ενώνεται, καθαρίζοντας πλήρως το όμοιο με το όμοιό του. Και γίνεται ως προς τα πάντα άνθρωπος, πλην της αμαρτίας, καθώς κυοφορήθηκε από την Παρθένο, της οποίας η ψυχή και η σάρκα είχε ήδη καθαρίσει το Άγιο Πνεύμα […] Ω, τι καινοφανές μίγμα! Ω, τι παράδοξη ένωση! Εκείνος που ήδη υπάρχει έρχεται στην ύπαρξη και ο άκτιστος κτίζεται, ο αχώρητος χωρείται.” (Λόγος 38, Εις τα Θεοφάνια, 13).
Για τον υμνογράφο του Ακαθίστου Ύμνου, πάλι, το έργο της Ενανθρωπήσεως είναι πρόξενος μεγάλης έκπληξης για τις τάξεις των ασωμάτων Αγγέλων. Αυτό ας μην το προσπερνούμε ως μία ακόμη εικόνα, “ποιητική αδεία” ανεπτυγμένη στο κείμενο του ύμνου. Εδράζεται στη θεολογική παρακαταθήκη του θείου Παύλου: “Οὐ γὰρ ἀγγέλοις ὑπέταξε τὴν οἰκουμένην τὴν μέλλουσαν” μας λέει και συνεχίζει ο Απόστολος: “Γι’ αυτό, όφειλε να ομοιωθεί σε όλα με τους αδελφούς, για να γίνει ελεήμονας και πιστός αρχιερέας σ’ αυτά που αφορούν τον Θεό, στο να καλύψει τις αμαρτίες τού λαού. Επειδή, σε ό,τι αυτός έπαθε, όταν πειράσθηκε, μπορεί να βοηθήσει αυτούς που πειράζονται.” (Εβρ. 2, 1, 17-18) αλλά και των Πατέρων που θεολογούν γνωρίζοντας ότι βαδίζουν ασφαλώς αυτή τη διαδρομή μένοντας συνεπείς στην θεία κένωση. Τι σημαίνει θεία κένωση; Άδειασμα του Θεού από το μεγαλείο του, από την δόξα του, από την παντοδυναμία του. Εδώ εξαιρετικά δυνατή στα νοήματά της είναι η μετοχή συνδιάγοντα που χρησιμοποιεί ο ιερός υμνογράφος. Γιατί λέει “τόν ἀπρόσιτον γάρ ὡς Θεόν ἐθεώρει πᾶσι προσιτόν ἄνθρωπον, ἡμῖν μέν συνδιάγοντα”. Τι θα πει συνδιάγοντα; Συνοδοιπορούντα, θα πει, εκείνον που είναι συνέκδημος και βαδίζει δίπλα σου, ακόμη, εκείνον που συνυπάρχει με ενδιαφέρον, όπως ο Κύριος βρισκόταν πλάι στους ανθρώπους. Με ποιον τρόπο, ως δεσπότης και εξουσιαστής, ή ως ομοιοπαθής; «Να υπάρχει μεταξύ σας το ίδιο φρόνημα που είχε κι ο Ιησούς Χριστός, ο οποίος, αν και ήταν Θεός, δε θεώρησε την ισότητά του με το Θεό αποτέλεσμα αρπαγής, αλλά τα απαρνήθηκε όλα, και πήρε μορφή δούλου· έγινε άνθρωπος· και όντας πραγματικός άνθρωπος ταπεινώθηκε θεληματικά υπακούοντας μέχρι θανάτου, και μάλιστα θανάτου σταυρικού. » (Φιλιπ. 2: 5-8). Ο Χριστός δεν ήθελε να σώσει τον άνθρωπο σαν δικαστής, δίνοντας χάρη και παραμένοντας απρόσιτος. Σύμφωνα μ’ Εκείνον πλαστήκαμε. Θα ήταν ανακόλουθο να συνεχίζει να αποδέχεται την εικόνα του και την ίδια στιγμή να αρνείται το βασανιστήριο της φθοράς και του θανάτου στα οποία την έριξε η αμαρτία. Μήπως όμως ο Χριστός όντας αναμάρτητος δεν χρειαζόταν να γευθεί τις συνέπειες της αμαρτίας; Εδώ είναι το άφατο μυστήριο: Από αγάπη έρχεται εκεί που το πλάσμα που έχει τη δική του εικόνα έχει βρεθεί και η φθορά το μαστίζει και εκεί το θεραπεύει από την αμαρτία.
Σ’ εκείνους που απορούν λοιπόν, ότι “θα ξεχάσουμε και όσα γνωρίζουμε”, απαντά η θεολογία της Εκκλησίας μας με τους έμπονους καρπούς των ιερών υμνογράφων: “ἐθεώρει πᾶσι προσιτόν ἄνθρωπον, ἡμῖν μέν συνδιάγοντα”. Η παντοδυναμία του Θεού εκφράζεται ως αδυναμία, ως κένωση και όχι ως εξουσιαστική δύναμη και στανική υποταγή στο θαύμα. Η δύναμη του Θεού είναι αδυναμία, άδειασμα, κένωση, θεοεγκατάλειψη, απόσυρση, σιωπή του Θεού. “Το κήρυγμα για τον σταυρικό θάνατο του Χριστού είναι μωρία γι’ αυτούς που χάνονται, για μας όμως που είμαστε στο δρόμο της σωτηρίας είναι η δύναμη του Θεού. Ο Θεός διακηρύττει στη Γραφή: Θα αφανίσω τη σοφία των σοφών και των έξυπνων την εξυπνάδα θα την καταπατήσω. Πού, λοιπόν, να βρεθεί σοφός; Πού να βρεθεί έμπειρος στις Γραφές; Πού να βρεθεί απολογητής αυτού εδώ του αιώνα; Ο Θεός απέδειξε πως η σοφία αυτού του κόσμου είναι μωρία. Πράγματι επειδή οι άνθρωποι δεν μπόρεσαν με τη σοφία τους να αναγνωρίσουν τον αληθινό Θεό μέσα στα δημιουργήματά του, που φανερώνουν την σοφία του, ο Θεός ευδόκησε να σώσει με τη μωρία του κηρύγματος από τον τελικό όλεθρο εκείνους που θα πιστέψουν. Οι Ιουδαίοι ζητούν ως αποδείξεις θαύματα και οι εθνικοί φιλοσοφικές αλήθειες. Εμείς όμως κηρύττουμε τον σωτήρα Χριστό και μάλιστα σταυρωμένο – ένα κήρυγμα προσβλητικό για τους Ιουδαίους και ανόητο για τους εθνικούς. Γι’ αυτούς, όμως, που κάλεσε ο Θεός Ιουδαίους και εθνικούς, ο Χριστός που κηρύττουμε είναι του Θεού η δύναμη και του Θεού η σοφία” (Κορ. Α’ 1, 18-24). Ειλικρινά, τα έχουμε νιώσει όλα αυτά;
“Ελάτε στο ναό”, λένε ορισμένοι, “όπου ο Θεός είναι υποχρεωμένος να κάνει θαύματα! Ελάτε στο ναό, ο Θεός θα σας φυλάξει από αυτά που πάσχει η ανθρώπινη φύση εκτός αυτού!” Ποιος Θεός θα έσωζε εάν έπραττε κατ’ αυτόν τον τρόπο; Πού βρήκαμε στη Γραφή ή τους Πατέρες τέτοιους λόγους και κομπάζουμε κιόλας; Αλήθεια, τι καινοφανής “παντοδυναμία” a la carte εντός των τεσσάρων τοίχων του ναού είναι αυτή που καταργεί τη φθορά με μόνο κριτήριο ορισμένα τετραγωνικά μέτρα! Τι καπηλεία του φόβου των ανθρώπων! Αλλά και της άγνοιας της θεολογίας μας -εδώ φέρουμε μεγάλη ευθύνη όλοι οι ποιμένες. Ώστε αποδεικνύεται ότι ούτε μέχρι το δ΄ κεφάλαιο του Κατά Ματθαίον Ευαγγελίου δεν έφθασε η φιλοπονία μας: “Οὐκ ἐκπειράσεις κύριον τὸν Θεόν σου” (Ματθ. 4, 5-7) απαντά ο Χριστός στον δεύτερο πειρασμό του Διαβόλου, όταν ο τελευταίος του ζητά να πέσει από το ναό για να τον σώσουν οι άγγελοι του Θεού. “Δεν παρέχει βοήθεια ο Θεός σε κείνους που τον πειράζουν, αλλά σε κείνους που τον πιστεύουν. Δε σημαίνει ότι επειδή μας σπλαγχνίζεται”, προσθέτει ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, “ότι εμείς οφείλουμε να προβαίνουμε σε επίδειξη. Γι’ αυτό, ας προσθέσουμε”, λέει, “ότι ποτέ σε εκείνους που τον εκπειράζουν δεν δίνει κάποιο σημείο. Μάλιστα λέει: “η πονηρή γενεά επιζητεί σημείο και κανένα σημείο δεν θα της δοθεί.” Και τώρα ας το ακούει εκείνος που βάζει, τους πειρασμούς, δηλαδή ο Σατανάς”[1]. Αλήθεια, “ο Θεός ούτε μπαίνει σε πειρασμό, ούτε ο ίδιος βάζει σε πειρασμό κανέναν. Καθένας μπαίνει σε πειρασμό από την δική του επιθυμία” (Ιακ. 1, 13-14).
Και τα θαύματα; θα πουν εύλογα όσοι φιλότιμα ίσως θέλουν να μάθουν.
Τα θαύματα που γίνονταν και πάντοτε θα γίνονται εντός και εκτός ναού -να θυμηθούμε ότι τα περισσότερα ο Χριστός μας τα έκανε εκτός του ναού-, επειδή ακριβώς είναι θαύματα κανείς δε μπορεί να τα προεξοφλήσει, ούτε φυσικά να κομπάζει ότι θα του συμβούν. Αυτό κι αν δεν είναι “αγγελισμός”, όχι πλέον από τους αγγέλους που εξεπλάγησαν για το μεγάλο μυστήριο της Σαρκώσεως, αλλά από θνητούς που επιλέγουν να αρνούνται μυωπικά την φθαρτή τους φύση! Αλλά και κομπορρημοσύνη, “ζῆλος οὐ κατ᾿ ἐπίγνωσιν”: Μπορώ να προσέρχομαι στο ναό αμετανόητος, ανελεήμων, να κουτσομπολεύω, να κατακρίνω, να υπερηφανεύομαι, και ο Θεός είναι υποχρεωμένος να με προστατεύει, επειδή οι τοίχοι του ναού έχουν χρισθεί και άγιο μύρο. Μα και εμείς έχουμε χρισθεί με άγιο μύρο! Ως βασιλείς, προφήτες και ιερείς της Κτίσεως, κατά την τάξιν του μεγάλου αρχιερέως Χριστού. “Οὐκ οἴδατε ὅτι τὸ σῶμα ὑμῶν ναὸς τοῦ ἐν ὑμῖν ἁγίου Πνεύματός ἐστιν;” ρωτά ο ταλαίπωρος Παύλος (Κορ. Α’ 6, 19). Πρώτοι εμείς είμαστε ναός άγιος του Θεού! Άραγε σημαίνει ότι είμαστε άτρωτοι;
Σήμερα οι Χριστιανοί, για άλλη μια φορά, έχουν χωριστεί σε δύο παρατάξεις, σε δύο στρατόπεδα, εκείνους που παραιτήθηκαν από τα δικαιώματά τους στο ναό του Θεού και εκείνους που προσέφυγαν σ’ αυτόν με την πεποίθηση ότι ο Θεός θα τους προστατέψει εκεί από οτιδήποτε τυχόν βλαπτικό. Όσο και αν ηχεί παράξενο, η πρόθεση και των δύο είναι αγία, διότι των μεν πρώτων επαινείται η αγάπη, που μιμείται την αγάπη του Υιού του Θεού. Τι δικαιώματα άραγε είχε ο Χριστός επάνω στο Σταυρό και τα αρνήθηκε; Αλλά και των τελευταίων η πίστη είναι αξιέπαινη, καθώς κάνει γνωστή στον Θεό τη λαχτάρα για Εκείνον. Ως εκεί όμως. Δεν είναι λόγος αυτός να είμαστε αμέριμνοι, απερίσκεπτοι, αλλά ούτε και να αγνοούμε τι διδάσκει η Εκκλησία μας για την δύναμη του Θεού και το μέγα της σωτηρίας μυστήριο.
Πολλοί ανά τους αιώνες απόρησαν και σκανδαλίστηκαν με το γεγονός ότι ο Ιησούς πεθαίνοντας κραύγασε και έκανε αυτή την ερώτηση: “Θεέ μου, Θεέ μου, ἱνατί με ἐγκατέλιπες;” (Ματθ. 26, 46), ενώ νωρίτερα προσευχόμενος ομολογούσε στον Πατέρα του ότι είναι έτοιμος: “πλὴν μὴ τὸ θέλημά μου, ἀλλὰ τὸ σὸν γινέσθω” (Λουκ. 22, 42).
Ο άγιος Επιφάνιος επίσκοπος Σαλαμίνος της Κύπρου αποκρίνεται: “Διότι επρόκειτο η θεότητα να τελειώσει τα πάντα κατά το μυστήριο της σταυρώσεως και μαζί με την ψυχή να κατέβει στα καταχθόνια, ώστε να εργασθεί την σωτηρία των προκεκοιμημένων, οι οποίοι βρίσκονταν εκεί, εννοώ των αγίων πατριαρχών. Όπως, λοιπόν, έγινε η κίνηση κατ’ αυτόν τον τρόπο, από την πλευρά της ανθρώπινης φύσεως η φωνή έλεγε προς την πλευρά της θεότητας “ Θεέ μου, Θεέ μου ἱνατί με ἐγκατέλιπες;”. […] Για να εκπληρώσει και όσα προφητεύτηκαν κατά του Άδου -σύμφωνα με την ιδέα του ανθρώπου για τον Άδη-, ώστε ο άρχων, ο Άδης και ο θάνατος, επειδή θέλησαν να κρατήσουν άνθρωπο, αγνοώντας την εν τη ψυχή κρυμμένη θεότητα, κατέληξαν, ο μεν Άδης να χειραγωγηθεί και ο θάνατος να καταλυθεί και να εκπληρωθεί το γεγραμμένο “οὐκ ἐάσεις τήν ψυχήν μου εἰς Ἅιδην, οὐδέ δώσεις τόν ὅσιόν σου ἰδεῖν διαφθοράν”[2]. Αλλά και ένας σύγχρονος δυτικός σχολιαστής επιγραμματικά διατυπώνει: “Ακριβώς έτσι πραγματώθηκε το θέλημα του Πατρός του, επειδή μπήκε σε αυτόν τον δρόμο και εισήλθε κατά συνέπεια στη δική μας κατάσταση εγκατάλειψης από τον Θεό”. Τελεσιουργείται, δηλαδή, ό,τι στην υμνογραφία της Μεγάλης Εβδομάδος ακούμε: «Ἵνα σου τῆς δόξης, τὰ πάντα πληρώσῃς, καταπεφοίτηκας, ἐν κατωτάτοις τῆς γῆς· ἀπὸ γὰρ σοῦ οὐκ ἐκρύβη, ἡ ὑπόστασίς μου ἡ ἐν Ἀδάμ, καὶ ταφεὶς φθαρέντα με, καινοποιεῖς, Φιλάνθρωπε.»[3] Δεν του κρύψαμε τίποτα – ἀπὸ γὰρ σοῦ οὐκ ἐκρύβη, ἡ ὑπόστασίς μου ἡ ἐν Ἀδάμ-, ούτε και αυτήν την εσχάτη κατάντια του θανάτου. Ο Χριστός νίκησε τον θάνατο για χάρη μας, μπαίνοντας μέσα σ’ αυτόν, μέσα στον δικό μας θάνατο και άρα, γνωρίζει τι σημαίνει την ώρα της δικής μας Μεγάλης Παρασκευής να μη μπαίνει φως από πουθενά.
Αδελφοί, απέναντι στο κακό δεν είμαστε μόνοι. Αυτά είναι τα καλά νέα! Αυτό είναι το Ευαγγέλιο! Και δεν είμαστε μόνοι, διότι έχουμε τον Χριστό, “Θεοῦ δύναμιν καὶ Θεοῦ σοφίαν” (Κορ. Α’ 1, 24) ομοιοπαθή, εκουσίως παθόντα και ταφέντα, συνδιάγοντα, όπως εμφατίζει απόψε ο υνογράφος μέχρι την πιο εξευτελιστική λεπτομέρεια του ανθρωπίνου βίου, μέχρι τον αφανισμό της βιολογικής μας υποστάσεως, μέχρι την τρομερή εμπειρία της θεοεγκατάλειψης. Σε όλους εκείνους που ρωτούν τι κάνει ο Θεός για το κακό στον κόσμο οι αληθείς ευσεβείς απαντούν ότι το υπομένει μαζί με το πλάσμα του και αγωνίζεται για να το νικήσει δίπλα τους, μένει «αήττητος Χριστός εν φύσει νικωμένη», όπως μας πληροφορεί και ο Ρωμανός. Γι’ αυτό η σιωπή του Θεού και όχι η “παντοδυναμία” του είναι η απάντηση στα ανθρώπινα δεινά. “Η γὰρ δύναμίς μου ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται” (Κορ. Β’ 22, 9). Σκληρός ο λόγος, αληθής και σωτήριος όμως, για όποιον δεν δειλιά να τον κατανοεί.
Να είστε όλες και όλοι καλά!
Η Παναγία βοήθειά μας!
π. Σ.Σ.
[1] Βλ. το Υπόμνημα εις το κατά Λουκάν Ευαγγέλιον του Π. Τρεμπέλα, εκδ. Ο Σωτήρ, σ.153-154.
[2] (Πανάριον 64.1-5, εκδοση Karl Holler, στη σειρά Griechschen Christlichen Schriftsteller Bnd 37(1931) σ. 213)
[3] Τροπάριο α’ ωδής κανόνα Μεγάλου Σαββάτου.
Γίνετε συνοδοιπόροι μας στην γνώση και την ενημέρωση. Στείλτε στο [email protected] άρθρα, φωτογραφίες, βίντεο ή κάτι που πιστεύετε ότι αξίζει να μοιραστείτε τόσο με εμάς όσο και με τους αναγνώστες μας.