Τοῦ Μητροπολίτου Ἐλευθερουπόλεως ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
«...τυφλὸς τις ἐκάθητο παρὰ τὴν ὁδὸν προσαιτῶν…» (Λουκᾶ 18,35)
Ἡ εἰκόνα, ἀγαπητοὶ Ἀδελφοί, τὴν ὁποίαν παριστάνει ὁ λόγος αὐτὸς τοῦ Εὐαγγελίου, εἶναι, ὅπως βλέπομε, τόσο παλαιά, ὅσο καὶ νέα. Κάποιος τυφλὸς, μᾶς λέει, καθόταν στὴν ἄκρη τοῦ δρόμου, πού ὁδηγοῦσε στήν πόλι τῆς Ἱεριχοῦς, καὶ ζητοῦσε ἐλεημοσύνη ἀπό τούς διαβάτες.
Πόσα χρόνια, -πάρα πολλά-, ἔχουν περάσει ἀπὸ τότε, ποὺ ἐγράφη ἡ σημερινή ἱστορία μας, καὶ ἡ σκηνὴ αὐτὴ τοῦ δρόμου ἐπαναλαμβάνεται μέχρι σήμερα. Ὄχι βέβαια τόσο συχνά, διότι ἀπὸ τὴν ἐποχὴ ποὺ ἐγράφη τὸ Εὐαγγέλιο, ἔχουν συμβῆ πολλὲς ἀλλαγές στὴν κοινωνία μας. Σήμερα, γιὰ παράδειγμα, ὑπάρχει ἡ κοινωνικὴ πρόνοια, ἐκ μέρους τῆς Πολιτείας καὶ συνάνθρωποί μας μὲ τὰ προβλήματα τοῦ τυφλοῦ τοῦ Εὐαγγελίου μας, εὑρίσκονται ἀσφαλῶς σὲ πιό προνομιακή θέση.
Πάντως τὸ πρόβλημα μέχρι σήμερα εἶναι ὑπαρκτὸ καὶ δέν θά παύση νὰ ἀναζητᾶ τὴ λύση του. Ὄχι μόνο τὸ πρόβλημα τὸ σοβαρώτατο τοῦ τυφλοῦ, ἀλλὰ γενικώτερα τὸ πρόβλημα μὲ τοὺς συνανθρώπους μας, τοὺς ὁποίους ὀνομάζομε ἄτομα μὲ εἰδικὲς ἀνάγκες. Μὲ τὶς ποικίλες δυστυχῶς ἀναπηρίες, τίς σωματικὲς καὶ τίς πνευματικές.
Ἄς τὸ ἐντοπίσωμε ὅμως τὸ πρόβλημα, τὸ ὁποῖο ἀναδεικνύει ὁ τυφλός τῆς Ἱεριχοῦς, μέσα στὸ πλαίσιο τῆς οἰκογενείας. Ἀπὸ τὴν Εὐαγγελική μας διήγηση δὲν μποροῦμε νὰ διακρίνωμε τὴ σχέση τοῦ τυφλοῦ μας μὲ τὴν οἰκογένειά του. Μπορεῖ νὰ εἶχε γονεῖς, ἀλλά ἡ βοήθεια τους πρὸς ἐκεῖνον νὰ ἦτο δυστυχῶς τόσο μικρή, ὥστε νὰ ἀναγκασθῆ νά βγῆ στοὺς δρόμους καὶ νὰ ζητιανεύη. Ἄς θυμηθοῦμε τὸν ἄλλο τυφλό, ποὺ περιγράφει ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, τὸν ἐκ γενετῆς τυφλό, τὸν ὁποῖον οἱ γονεῖς του διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων, ἀφήνουν σχεδὸν ἀνυπεράσπιστο στὴν ἐμπάθεια τῶν ἀρχόντων τοῦ Ἰσραήλ.
Κακὸ τὸ παράδειγμά τους καὶ πρὸς ἀποφυγὴν, ἀπὸ τὶς οἰκογένειες ἐκεῖνες, στὶς ὁποῖες ἔλαχε ὁ κατ’ ἄνθρωπον κακὸς κλῆρος νὰ ἔχουν ἀνάμεσα στὰ μέλη τους τέτοια ἄτομα. Οἱ γονεῖς τοῦ ἐκ γενετῆς τυφλοῦ τοῦ Εὐαγγελίου μας προσέχουν κυρίως τὸν ἑαυτό τους, τὴν δική τους ἀσφάλεια καὶ ἀξιοπρέπεια καὶ ἀφήνουν τὸ παιδὶ τους μόνο του νὰ ὑπερασπισθῆ τὸν ἑαυτό του, τώρα ποὺ εἶδε πρώτη φορά τὸ φῶς τῆς ζωῆς, χάρις στόν φιλάνθρωπο Φωτοδότη Χριστό. «Αὐτὸς ἡλικίαν ἔχει, αὐτὸν ἐρωτήσατε, αὐτός περί ἑαυτοῦ λαλήσει», εἶπαν με περισσή ἀπάθεια καὶ σκληρότητα στοὺς Φαρισαίους οἱ δυστυχεῖς.
Νὰ εἶχε ἆραγε καὶ ὁ τυφλός τῆς Ἱεριχοῦς τέτοιους γονεῖς ἤ συγγενεῖς, πού τὸν ἐγκατέλειψαν, ὥστε νὰ πορίζεται τὰ πρὸς τὸ ζῆν ζητιανεύοντας στοὺς δρόμους; Δὲν τὸ γνωρίζομε. Ἐκεῖνο, ποὺ πρέπει νὰ τονίσωμε μὲ πολύ σεβασμὸ στὴν οἰκογένεια, ποὺ φιλοξενεῖ τέτοια μέλη, ἄρρωστα παιδιά, εἶναι ἡ περισσὴ ἀγάπη, ποὺ ὀφείλει σ’ αὐτά.
Ὑπάρξεις, ποὺ κρίμασιν οἷς οἶδε Κύριος, στερήθηκαν τὴ χαρὰ τῆς ζωῆς, τουλάχιστον ὅπως τὴν ἀντιλαμβάνεται ὁ ὑγιὴς ἄνθρωπος, θέλουν πολὺ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν στοργὴ τῆς οἰκογένειας, ὡς ἀναπληρωματικό τρόπον τινά, γιὰ νὰ βαστάσουν μέχρι τὸ τέλος τὸ λυτρωτικὸ τὸν σταυρὸ τῆς ἀναπηρίας των. Εἴτε εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς συζύγους, εἴτε εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ παιδιά.
Καὶ εἶναι ἀληθὲς –τοῦτο μπορεῖ νὰ τὸ προσυπογράψει ὁ καθένας μὲ τὴν μικρὴ ἤ τὴν μεγάλη κοινωνικὴ πεῖρα του–, ὅτι τουλάχιστον στὶς ἡμέρες μας οἱ ἀδελφοί μας αὐτοὶ μὲ τὰ γνωστὰ προβλήματα, ὑπὸ τὴν ἐπίδραση –τὴν ἀνεπαίσθητη ἴσως– τοῦ χριστιανικοῦ πνεύματος, δὲν ζοῦν ὑπὸ τὶς συνθῆκες ποὺ ζοῦσαν συνάνθρωποί των ὁμοιοπαθεῖς τοῦ παρελθόντος.
Ἐκτὸς ἐλαχίστων ὀδυνηρῶν ἐξαιρέσεων, οἱ Καιάδες τοῦ προχριστιανικοῦ παρελθόντος ἔχουν σβυσθῆ ἀπὸ τὶς λύσεις τοῦ προβλήματος γιὰ τὴν χριστιανικὴ οἰκογένεια. Ὅπως «ἡ ὄρνις ἐπισυνάγει τὰ νοσσία ἑαυτῆς ὑπὸ τάς πτέρυγας» (Ματθ. 23, 37), ἔτσι ἀδιακρίτως καὶ ἡ καλὴ χριστιανικὴ οἰκογένεια περιθάλπει μὲ τὴν ἴδια στοργὴ καὶ ἀγάπη ὅλα τὰ παιδιά της. Καὶ τὰ ὑγιῆ καὶ τὰ μὴ ὑγιῆ. Εἶναι ἥρωες αὐτοί οἱ γονεῖς, πού σηκώνουν γενναῖα ἕναν παρόμοιο σταυρό καί μέ στοργή περιθάλπουν τά ἄτομα αὐτά. Ὑποκλινόμεθα μπροστά στό μεγαλεῖο τῆς ψυχῆς των.
Ἐμεῖς δέ, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ὅσοι εἴμεθα ἔξω ἀπὸ τὸ πρόβλημα, ἔχομε χριστιανικὸ χρέος νὰ στηρίζωμε παντοιοτρόπως τὶς οἰκογένειες, ποὺ ἀντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα. Ἄς εἴμεθα, ὅσο μποροῦμε, πιό κοντά τους! Ἄς τοὺς στηρίζωμε, ἄς προσευχώμεθα ὑπὲρ τῶν ἀδελφῶν μας μὲ τὶς εἰδικὲς ἀνάγκες, ὥστε νὰ σηκώσουν τὸν σταυρό τους μὲ χριστιανικὴ ἐγκαρτέρηση καὶ ὑπομονή. Ἀμὴν!