Χαιρετισμός Χριστουγέννων
ἀδελφοί μου, ὅλοι οἱ εὐλαβέστατοι ἐφημέριοι καί οἱ εὐλογημένοι χριστιανοί, Χριστός ἐτέχθη ἐν Βηθλεέμ τῆς Ἰουδαίας καί ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν
ὁ Χριστός μέ τόν καθένα σας καί μέ ὅλους μας! Ζωντάνια στή ζωή μας, ψυχή τῆς ψυχῆς μας, εὐφροσύνη στίς χαρές μας, ἐλπίδα στίς ἀγωνίες μας, θάρρος στίς δυσκολίες μας, σωφροσύνη στή συμπεριφορά μας, στεφάνι εἴτε στό γάμο μας εἴτε στή μοναξιά μας, φώτιση στά παιδιά μας, μετάνοια στίς πτώσεις μας, περιεχόμενο στήν πίστη μας, χριστιανοσύνη στήν ταυτότητά μας, ἀξία στίς ἐπιτυχίες μας, ὁδός καί συνοδός καί σκοπός στήν πορεία μας, ὀμορφιά σέ ὅλες τίς εὐλογημένες ὀμορφιές τοῦ βίου μας, ἐκκλησιασμός στή θρησκευτικότητά μας, εὐλογία στήν ἀνθρωπιά μας, ἔμπνευση στήν κοινωνικότητά μας, τό Α καί τό Ω στό “εἶναί” μας.
Γι᾽ αὐτό καί ἦρθε πάλι ἐμπρός στά μάτια μας, τούτη τή χρονιά. Ὁ Θεός μας μέ τήν ἄκρα ταπείνωσή Του, ὁ ἑκούσια ταπεινωμένος Θεός μας. Καί μάλιστα φέτος, πού γιά δεύτερη χρονιά ὅλος ὁ κόσμος στέκεται ταπεινωμένος καί ἐξουθενωμένος μέ ὁριακή ἀντοχή. Ἔφθασε ὁ μοναδικά φιλάνθρωπος, ὁ πιό ἀνθρώπινος, ὁ πιό δικός μας, ὁ Κύριος καί Θεός μας. Παιδίον νέον, ὁ πρό αἰώνων Θεός. Στήν Παλαιά Διαθήκη ἐμφανιζόταν κι ἔδειχνε τή φροντίδα Του στούς Προπάτορες, ἀναγγέλλοντας τή Μεγάλη Ἀπόφαση τῆς ἐνανθρωπήσεως. Γινόταν σ᾽ ἐκείνους θαυμαστός Σύμβουλος, ἐνῶ ἦταν ὁ παντοδύναμος δημιουργός Θεός. Φανερωνόταν ἄρχων εἰρήνης, πατήρ τοῦ μέλλοντος αἰῶνος τῆς σωτηρίας (Ἠσ. θ΄,6).
Πάντοτε στέκει μπροστά στά μάτια μας. “Ἐν Αὐτῷ ζῶμεν καί κινούμεθα καί ἐσμέν… Τοῦ γάρ, καί γένος ἐσμέν” (Πράξ. ιζ΄,28). Ἀπό δική Του πρόνοια γεννηθήκαμε καί μέσα στή δική Του φροντίδα ζοῦμε… Ἀπό Αὐτόν καταγόμεθα, ἀφοῦ μᾶς ἔπλασε σύμφωνα μέ τόν ἑαυτό Του σάν πρότυπο, ὥστε νά μποροῦμε νά Τοῦ μοιάσουμε.
Ὁ Υἱός εἶναι ἡ μοναδική φυσική εἰκόνα τοῦ Πατρός. Μᾶς δημιούργησε ἐκ τοῦ μή ὄντος, “κατ᾽ εἰκόνα” δική Του καί θέλοντας νά Τοῦ μοιάσουμε. Ἐξαρχῆς, πρίν δημιουργήσει τά σύμπαντα, αὐτό τό γενναιόδωρο σχέδιο εἶχε γιά μᾶς: τόν Ἑαυτό Του. Ἀκόμη καί, ὅταν ξεπέσαμε ἀπό τή σχέση μαζί Του, δέν ἔπαυσε νά μᾶς εὐεργετεῖ τόσο γενναιόδωρα. Ἀποφασίζοντας μαζί μέ τόν Πατέρα καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, ὁ Υἱός ἀπέβλεπε στήν ἐνανθρώπησή Του. Κύτταζε προαιώνια καί αἰώνια στήν ἑκούσια πρόσληψη τῆς τέλειας ἀνθρωπινότητάς Του. Ὄχι γιά χάρη Του, ἀλλά γιά χάρη μας. Γιά νά μᾶς ἐπιστρέψει αὐτό πού χάσαμε. Καί μάλιστα γιά νά μᾶς δώσει πάλι πίσω ὄχι μιά τυπική προσωρινή ἀνθρωπινότητα, ἀλλά τήν δική Του προσληφθεῖσα ἀνθρωπινότητα, τήν δική Του Θεανθρώπινη ἀνθρωπινότητα. Μᾶς ἔδωσε τό χάρισμα μετοχῆς στήν δική Του ἀνθρωπινότητα, τήν ἑνωμένη μέ τήν θεότητά Του στό θεϊκό Του Πρόσωπο τό ἐνανθρωπισμένο.
Ἐμεῖς στόν Παράδεισο Τοῦ ἐπιστρέψαμε μιά ἀνθρωπινότητα φθαρμένη.
Κι Ἐκεῖνος ἀπό τόν νέο Παράδεισο (μέ τήν ἐνανθρώπησή Του ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καί Μαρίας τῆς Παρθένου, μέ τό ἔργο τῆς θείας Οἰκονομίας), μᾶς ἐπέστρεψε τήν ἀνθρωπινότητά Του τήν Θεανθρώπινη, τέλεια, λυτρωτική, σωτήρια, ζωοποιό καί θεοποιό.
Ὅταν κάνουμε τό σταυρό μας συνειδητά, αὐτόν χαιρόμαστε καί αὐτόν ὁμολογοῦμε.
Ὅταν ἐκκλησιαζόμαστε, αὐτόν ζοῦμε καί σ᾽ αὐτόν ἀπογραφόμαστε.
Ὅταν κοινωνοῦμε μέ φόβο Θεοῦ, πίστη καί ἀγάπη, αὐτόν λαμβάνουμε καί αὐτόν διαλαλοῦμε.
Ὅταν ἐξομολογούμαστε, ἐπιστρέφουμε πάλι σ᾽ αὐτόν, πού Τόν ξεχνοῦμε ἁμαρτάνοντας.
Ὅταν εὐχόμαστε “Καλά Χριστούγεννα”, αὐτόν χαιρόμαστε μέ ἀπέραντη εὐγνωμοσύνη.
Γιατί ὅλη ἡ οὐσία καί τό νόημα τῆς ζωῆς μᾶς χαρίστηκε, γιά νά ταυτιστεῖ μέ τά Χριστούγεννα.
Φιλώντας τήν εἰκόνα τῶν Χριστουγέννων, μεταγγίζουμε ζωντάνια στή ζωή μας. Ἡ ζωή μας εἶναι γεμάτη βάσανα καί δυσκολίες ἀξεπέραστες. Χρειαζόμαστε εὐτολμία καί θάρρος, ἔμπνευση καί ὁρμή, αἰσιοδοξία καί κουράγιο, γιά νά μήν καθηλωθοῦμε, ἀλλά νά προχωροῦμε μπροστά καί νά δημιουργοῦμε. Ὄχι μόνο σ᾽ αὐτόν τόν κόσμο πού μᾶς χάρισε ὁ Χριστός σάν Δημιουργός, ἀλλά προπαντός γιά νά βαδίζουμε πρός τόν ἴδιο τόν Χριστό.
Ὁ Χριστός μᾶς μοίρασε ὡς Θεός τήν ἀνθρώπινή μας ὕπαρξη καί τή συστατική μας ὀμορφιά, τήν ὑπαρκτική μοναδικότητα καί τή συγκεκριμένη βιωματικότητα, τήν ἀτομική πραγματικότητα καί τήν προσωπική ὑπεραξία. Ὅ,τι εἴμαστε καί ὅ,τι ἔχουμε καί ὅ,τι θά ἀπογίνουμε, Ἐκεῖνος μᾶς τά χάρισε ὅλα. Καί δέν σταμάτησε ἐκεῖ. Ὁ Θεός δέν στάθηκε στήν πλάση μας. Δέν σταμάτησε στήν πρόνοια γιά τήν ἱστορική μας διάρκεια. Ὁ Θεός ἔγινε κάποια στιγμή τέλεια ἄνθρωπος σάν ἐμᾶς. Ἦταν καί εἶναι Θεός τέλειος. Ἔγινε καί παραμένει ἐπιπλέον καί τέλειος ἄνθρωπος. Δέν τοῦ χρειαζόταν ἡ ἀνθρωπινότητά μας. Ἐμεῖς χρειαζόμασταν Θεό πού νά προσλάβει τήν ἀνθρωπινότητα καί νά τήν θεώσει στό πρόσωπό Του. Γιά χάρη μας. “Ἐδεήθημεν Θεοῦ σαρκουμένου”. Γιά νά μποροῦμε νά μεταλάβουμε τήν θεωμένη ἀνθρωπινότητά Του. Καί μέσα ἀπό αὐτήν τή θεία μετάληψη, νά ἑνωθοῦμε μέ τόν Θεάνθρωπο, νά ἀπολάβουμε τήν κατά Χάριν υἱοθεσία.
Παραμένει ὁ ἕνας Θεάνθρωπος, μᾶς προσφέρεται μέ τήν θεανθρώπινη ἀνθρωπινότητά Του. Γίνεται ἄφθαρτη κληρονομιά, ἀμέριστο μερτικό μας, ἀτέλειωτο δικαίωμα, τωρινή κι αἰώνια αἰωνιότητά μας. “Ἐφάπαξ κατά σάρκα γεννηθείς, ἀεί γεννᾶται τοῖς θέλουσι» (ἅγ. Μάξιμος Ὁμολογητής). Μιά φορά γεννήθηκε σάν ἄνθρωπος, ἀλλά ξαναγεννᾶται σέ ὅσους Τόν θέλουν. Ὁλότελα δικός μας. Μέσα στό ἄχραντο γεγονός τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτό εἶναι τό μοναδικό δῶρο τῆς θείας μεταλήψεως, τῆς θείας κοινωνίας, τοῦ τέλειου ἐκκλησιασμοῦ.
Ἕνας περίφημος Χριστοφόρος ἄνθρωπος, ὁ ἱερός Χρυσόστομος, αὐτός πού ἔγραψε τή θεία λειτουργία πού τελοῦμε, διαλεγόταν μέ τούς χριστιανούς τῆς ἐποχῆς του. Συζητάει καί μέ τόν καθένα μας σήμερα:
«Πῶς θά ἀπολογηθοῦμε καί πῶς θά συγχωρηθοῦμε, ὅταν Αὐτός κατεβαίνει γιά μᾶς ἀπό τούς οὐρανούς, κι ἐμεῖς οὔτε ἀπό τό σπίτι δέν βγαίνουμε, γιά νἄρθουμε σ᾽ Αὐτόν; Ὅταν οἱ Μάγοι, ἄνθρωποι βάρβαροι κι ἀλλόφυλοι, ἔρχονται ἀπό τήν Περσική χώρα, γιά νά δοῦν Αὐτόν πού βρίσκεται στή φάτνη, κι ἐσύ πού εἶσαι χριστιανός δέν κάνεις τή θυσία νά περπατήσεις μιά μικρή ἀπόσταση, γιά ν᾽ ἀπολαύσεις τό μακάριο αὐτό θέαμα; Γιατί, ἄν ἔρθουμε μέ πίστη, ὁπωσδήποτε θά Τόν δοῦμε, ξαπλωμένο βρέφος μέσα στή φάτνη. Ἡ ἁγία Τράπεζα παίρνει τή θέση τῆς φάτνης. Γιατί κι ἐδῶ βρίσκεται τό σῶμα τοῦ Κυρίου, ὄχι βέβαια σπαργανωμένο ὅπως ἀκριβῶς τότε, ἀλλά νά, σκεπάζεται ἀπ᾽ ὅλες τίς πλευρές ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα…
»Οἱ Μάγοι μόνο πού προσκύνησαν· ἐσύ ὅμως ἄν ἔρθεις μέ καθαρή τή συνείδηση, θά σοῦ ἐπιτρέψω νά κοινωνήσεις καί νά γυρίσεις στό σπίτι σου… Πρόσφεραν ἐκεῖνοι χρυσάφι· ἐσύ πρόσφερε ἀρετή καί φρόνηση. Πρόσφεραν ἐκεῖνοι λιβάνι· ἐσύ πρόσφερε προσευχές ἁγνές καί πνευματικά θυμιάματα. Πρόσφεραν ἐκεῖνοι σμύρνα· πρόσφερε ἐσύ ταπεινοφροσύνη, ταπεινή καρδιά κι ἐλεημοσύνη… Καί τά λέω αὐτά, γιατί γνωρίζω πώς ὁπωσδήποτε πολλοί θά προσέλθουν… μέ στριμώγματα στή θεία Κοινωνία… Ἀφοῦ μέ κάθε τρόπο καθαρίσετε τούς ἑαυτούς σας, νά προσέλθετε ἔπειτα στά ἱερά μυστήρια… ὁ καθένας ἀπό μᾶς πού ἁμαρτάνει, ἀφοῦ ἀπαλλαγεῖ ἀπό τίς προηγούμενες ἁμαρτωλές πράξεις καί συνήθειες, ἄν ὑποσχεθεῖ στό Θεό μέ κάθε εἰλικρίνεια πώς ποτέ δέν θά ἐπανέλθει σ᾽ αὐτές, τίποτε ἄλλο δέν θά ζητήσει ὁ Θεός σάν μεγαλύτερη ἀπολογία…» (ἱ. Χρυσοστόμου, Περί Ἀκαταλήπτου, Κατά Ἀνομοίων 6ος,4-5).
Ἕνας νεότερος Χριστοφόρος ἄνθρωπος, ὁ ἅγιος Πορφύριος συμβούλευε: «Πρόσεχε νά μή μεταλαμβάνεις ἀπό συνήθεια. Νά εἶναι γιά σένα ἡ κάθε θεία Κοινωνία ὅπως τήν πρώτη φορά πού μετάλαβες καί σάν νά εἶναι καί ἡ τελευταία σου, πρίν πεθάνεις» (Ἀνθολόγιο συμβουλῶν, σ. 238, Μήλεσι Ἀττικῆς).
Μέ μιά τέτοια βιωματική προσέλευση στό μέγα μυστήριο τῆς θείας Κοινωνίας, γεννᾶται στήν ὕπαρξή μας ὁ Κύριος, ὁ Θεός τῆς ἐνανθρωπήσεως. Ἀφοῦ ὅμως κι ἐμεῖς γίνουμε μιμητές τῆς φιλανθρωπίας Του, φιλάνθρωποι καί φιλάδελφοι, σεβόμενοι καί ἀγαπώντας καί προσφέροντας…
Προσέχοντας καί συμπονώντας τούς γύρω μας, φυλάγοντας τήν κοινωνία ἀπό κάθε κίνδυνο καί κάθε μάστιγα, εἴτε ἀσθενείας εἴτε ἀσωτείας.
Διότι ἡ κοινωνία κινδυνεύει σήμερα ἀπό τήν πανδημία τοῦ κορωνοϊοῦ μέ τόσες μεταλλάξεις (καί πρέπει νά ἀμυνόμαστε σ᾽ αὐτήν, μέ ὅλα τά ἰατρικά μέσα καί ὅλη τή σύνεση καί μέ κάθε προληπτική ἄμυνα, πρός χάριν ὅλων).
Ὅμως, ἡ κοινωνία κινδυνεύει κι ἀπό τήν διασπορά τῆς διαφθορᾶς, πού διαφημίζεται διαδικτυακά καί καταστρέφει συνειδήσεις καί οἰκογένειες (καί πρέπει νά ἀμυνόμαστε σ᾽ αὐτήν μέ αἴσθηση βαθειᾶς ἀνθρωπιᾶς καί συναίσθηση τῶν Χριστουγέννων τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως).
Τότε τά Χριστούγεννα δέν θά εἶναι ἕνα ἀνώφελο διάλειμμα κοσμικοῦ ἑορτασμοῦ. Διότι θά ἔχουμε ἀποδεχθεῖ τό ὀντολογικό καί τό ἐσχατολογικό σωτήριο περιεχόμενο στήν ὕπαρξή μας πού μᾶς τό χαρίζει μέ τόν Ἑαυτό Του ὁ Σωτήρας τοῦ κόσμου.
Εὔχομαι, “ὁ ἐν σπηλαίῳ γεννηθείς καί ἐν φάτνῃ ἀνακλιθείς διά τήν ἡμῶν σωτηρίαν” νά μᾶς ἐπευλογεῖ καί νά Τόν λατρεύουμε (νά Τόν ζοῦμε) ὁλοκάρδια.
Νά ζοῦμε ἄμεσα καί νά χαιρόμαστε ἐκκλησιαστικά τήν παρουσία Του, πού θέλει νά τήν μοιράζεται μέ μᾶς.
Νά ἀπογευόμαστε λοιπόν τήν ἀφέσιμη λύση τῶν παραπτωμάτων καί τήν ἀπολυτρωτική καί σωτήρια κοινωνία τῆς Θεανθρώπινης παρουσίας Του.
Μέ ἐγκάρδιες Πατρικές εὐχές,
ὁ Μητροπολίτης σας
†Ὁ Γουμενίσσης, Γεφύρας, Ἀξιουπόλεως & Πολυκάστρου Δημήτριος