Ἀθανασίου Ε. Καραθανάση, Καθηγητοῦ Πανεπιστημίου
Τά γεγονότα τοῦ 1821, ὅπως αὐτά ἐξελίχθηκαν στήν Θεσσαλονίκη, εἶναι λίγο-πολύ γνωστά καί ἡ μακεδονική ἱστοριογραφία ἔκαμε τό χρέος της, ὅσον ἠμποροῦσε, ἔναντι τῶν ἡρώων ἐκείνης τῆς περιόδου. Ἦταν φυσικό μεταξύ τῶν ἡρώων αὐτῶν νά συγκαταλέγονται καί πολλοί ἱερεῖς, δοθέντος ὅτι στή μητρόπολη Θεσσαλονίκης κατά τίς παραμονές τοῦ Ἀγῶνος ὑπηρετοῦσαν περίπου πενήντα κληρικοί στούς δέκα ναούς τῆς πόλεως μέ μητροπολίτη τόν ἐθνομάρτυρα Ἰωσήφ. Οἱ ναοί αὐτοί μᾶς εἶναι γνωστοί καί εἶναι ὁ Ἅγιος Μηνᾶς, ἡ Μητρόπολη, ὁ Ἅγιος Νικόλαος, ἡ Παναγούδα, ἡ Ὑπαπαντή, ὁ Ἅγιος Ὑπάτιος (ἡ σημερινή Παναγία Δεξιά), ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος, ἡ Μεγάλη ἤ Νέα Παναγιά, ὁ Ἅγιος Κωνσταντῖνος, ὁ Ἅγιος Νικόλαος Ὀρφανός· φυσικά τά παρεκκλήσια τοῦ Ναοῦ τοῦ
Σωτῆρος, τῆς Παναγίας Ἐλεούσας καί τά μετόχια, καθώς καί οἱ μονές Βλατάδων, Ἁγίας Θεοδώρας, Παναγίας Λαοδηγήτριας. Δέν γνωρίζουμε, ὅμως, τά ὀνόματα τῶν ἱερέων, ἀφοῦ τά ἀρχεῖα τῆς μητροπόλεως καί τῶν ναῶν εἴτε κατεστράφησαν κατά τά γεγονότα 1821-1822 εἴτε, ὅσα ἐσώθησαν, ἐχάθηγσαν κατά τίς μεγάλες πυρκαγιές τῶν μετεπαναστατικῶν χρόνων, ἰδιαιτέρως κατ’ ἐκείνη τοῦ 1890, ὁπότε ἀποτεφρώθηκε τό μητροπολιτικό μέγαρο. Θά προσπαθήσουμε ἐδῶ, νά ἀνιχνεύσουμε τήν προσφορά καί τή θυσία τῶν ἱερέων τῶν ναῶν τῆς Θεσσαλονίκης κατά τά γεγονότα τοῦ 1821 εὐελπιστώντας ὅτι ἡ ἔρευνα θά ἀποδώσει συντόμως κατάλογο μέ τά ὀνόματα αὐτῶν τῶν ἀνωνύμων ἱερέων. Βεβαίως γνωρίζουμε τά πρῶτα θύματα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Θεσσαλονίκης: εἶναι ὁ ἐπίσκοπος Κίτρους Μελέτιος, πού ἀντικαθιστοῦσε τόν μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Ἰωσήφ, τόν ἀπό Δράμας, ὁ ὁποῖος τόν Ἀρπίλιο τοῦ 1821 μαρτυροῦσε στή Βασιλεύουσα μαζί μέ τόν Γρηγόριο Ε´ καί ἄλλους ἀρχιερις· μαζί του μαρτύρησε καί ὁ ἐφημέριος τοῦ ἱεροῦ ναοῦ τοῦ Ἁγίου Μηνᾶ πατήρ ὠιάννης (παπα-Γιάννης) στό Καπάνι τῆς Θεσσαλονίκης. Ἦσαν, προφανῶς, ὕποπτοι συμμετοχῆς στή Φιλική Ἑταιρεία. Καί τοῦτο διότι τίς παραμονές τῆς ἐκρήξεως τῆς Ἐπαναστασσεως εἶχε συλληφθεῖ ἀπό τίς τουρκικές ἀ4χές ὁ πατήρ Ἀνανίας Μαρκόπουλος, Φιλικός κατά πᾶσα πιθανότητα καί κομιστής ἐγγράφων τῆς
FΦιλικῆς Ἑταιρείας, τά ὁποοῖα ἐνοχοποιοῦσαν πολλούς Θεσσαλονικεῖς· μέ βάση τά ἔγγραφ αὐτά συνελήφθησαν πολλοί ὕποπτοι συμμετοχῆς στήν Ἑταιρεία καί φυλακίσθηκαν στή φρικτή φυλακή τοῦ Κανλί Κουλέ (Πύργος τοῦ Αἵματος), τό σημερινό δηλ. Λευκό Πύργο. Ὁ φιλέσπλαγχνος μολάς τῆς Θεσσαλονίκης Χαίρουλαχ περιέγραψε σέ ἀναφορά του πρός τόν Σουλτᾶνο τίς τραγικές συνθῆκες ὑπό τίς ὁποῖες ζοῦσαν οἱ φυλακισμένοι τοῦ Κανλί Κουλέ παραθέτουμε ἐδπω τό σχετικό ἀπόσπασμα τῆς ἀναφορᾶς τοῦ Χαϊρουλάχ: “…Ὅμως τό πιό τραγικό ἦταν πού δυό μέρες ὕστερα ἀπό μένα ἔφεραν μισοπεθαμένο κάποιον μεγάλο ἄπιστο ἀπό τό σῶμα τοῦ Φαναρίου, τόν Παπάζ ἐφέντη, γιατί ἑτοιμαζόταν νά φύγει ἀπό τή χώρα τῶν Βλάχων (Ρουμανία) νά δώσει τό μήνυμα τοῦ ξεσηκωμοῦ τῶν ραγιάδων ἐνάντια στήν ἐξουσία Σου. Ὁ ἁμαρτωλός αὐτός εἶχεν ἔλθει στή Θεσσαλονίκη μερικές μέρες πρίν, κι εἶχε μαζί του κι ἕνα γράμμα τοῦ πατριάρχη γιά τόν Μακάρ ἐφέντη (τόν Κίτρους Μελέτιο). Κι ἴσα-ἴσα τή στιγμή πού πήγαινε στό μητροπολιτικό μέγαρο, τόν ἔπιασαν δύο μπασί μποζούκ καί τόν κουβάλησαν χτυπώντας καί δέρνοντάς τον στό Κονάκι. Ὁ Παπάζ ἐφέντης αὐτός ἔμεινε μαζί μας τρεῖς μέρες καί κατόπιν τόν πῆραν, γιά νά τόν παραδώσουν στόν γενιτσάρ ἀγά νά τόν θανατώσει…”. Σχολιάζουμε ἐδῶ ὅτι: πρῶτον ὁ ἐν λόγω μολάς εἶχε φυλακισθεῖ καί αὐτός ἀπό τόν Τοῦρκο διοικητή Γιουσούφ μπέη γιά τά φιλεύσπλαγχνα αἰσθήματά του ἔναντι τῶν χριστιανῶν· δεύτερον ὅτι ὁ Παπάζ ἐφέντης πρέπει μᾶλλον νά ταυτισθεῖ μέ τόν μνημονευθέντα Ἀνανία Μαρκόπουλο· τρίτον ὅτι ἐκ παραδρομῆς ὁ Χαϊρουλάχ γράφει ὅτι ὁ Μελέτιος ὀνομαζόταν Μακάρ καί τέταρτον ὅτι τό Κονάκι εἶναι τό σημερινό Διοικητήριο, τό Ὑπουργεῖο δηλ. Μακεδονίας – Θράκης, στά ὑπόγεια τοῦ ὁποίου τό 1821 καί 1822 μαρτύρησαν ἑκατοντάδες Θεσσαλονικέων καί Μακεδόνων καί στά κάγκελα τοῦ περιβόλου του ἀνασκολοπώθηκαν ἄλλοι τόσοι.
Ἀπό τόν Ἀπρίλιο ὥς τό θέρος τοῦ 1821 ἡ Θεσσαλονίκη γνώρισε τίς πιό φρικτές μέρες τῆς ἱστορίας της· δίδουμε τό λόγο πάλι στόν Χαϊρουλάχ, ὁ ὁποῖος περιγράφει τά γεγονότα τῶν ἡμερῶν ἐκείνων, αὐτόπτης ὁ ἴδιος μάρτυρας: “Καί σάν νά μήν ἔφταναν ὅλα αὐτά, τήν πρώτη μέρα τοῦ φεγγαριοῦ τοῦ Μαΐου (18-19 Μαΐου) ὁ μουτεσελιμης Γιουσούφ-μπεής διέταξε νά του φέρουν τόν Μακάρ ἐφέντη (Κίτρους Μελέτιο) καί τούς ἄλλοτε ἁγιάννηδες (προκρίτους) τῶν Ρωμηῶν. Τούς ἔφεραν δεμένους καί τότε ράγισεν ἡ καρδιά μου βλέποντας τόν Μακάρ ἐφέντη μέ τ’ ἄσπρα γένια ξκαί τά μακριά του μαλλιά ἀκατάσταστα νά παραδίδεται στά χέρια τῶν “μπασί μπουζούκ’ καί νά κομματιάζεται στή μεγάλη πλατεῖα τοῦ Καπανίου. Ἑνός μεγάλου γέροντα σεβασμίου, τοῦ παπα-Γιάννη, τῆς ἐκκλησίας τοῦ Μηνᾶ ἐφέντη, τοῦ ἔκοψαν τά πόδια καί τά χέρια. Καί ἔπειτα κρατώντας τά κομμένα χέρια του, μέ τά δάχτυλά του ἔβγαλαν τά μάτια του…”.
Τά ἴδια συνέβησαν καί στούς ἄλλους ναους τῆς Θεσσαλονίκης, ἰδιαιτέρως στόν μητροπ9ολιτικό πού εἶναι ὁ σημερινός ναός τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καί στό ναό τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου. Στόν μητροπολιτικό ναό εἶχαν καταφύγει ἑκατονταδες Θεσσαλονικέων. Οἱ Θεσσαλονικεῖς μή αἰσθανόμενοι ἀσφαλεῖς στίς οἰκίες τους καί μέ τήν ἐλπίδα ὅτι θά σωθοῦν κατέφυγαν στούς ναούς τους· καί δέν ἦταν ἡ πρώτη φορά στήν ἱστορία τους πού οἱ Θεσσαλονικεῖς ζητοῦσαν καταφύγιο στίς ἐκκλησίες τους· τό αὐτό συνέβη καί τό 1185 στήν προσωρινή κατάληψη τῆς Θεσσαλονίκης ἀπό τούς Νορμανδούς, ὅπως καί τό 1430 στήν ὁριστική ἅλωσή της ἀπό τούς Ὀθωμανούς. Στό μητροπολιτικό ναό ξετυλίχτηκαν ἀπερίγραπτες σκηνές, ὅταν ὁ τουρκικός ὄχλος σπάζοντας τίς πόρτες τοῦ ναοῦ ξεχύθηκε μέσα καί ἄρχισε νά σφάζει τούς συμπολίτες μας. Ὅσοι δέν ἐσφάγησαν δέθηκαν ἀνά δύο καί μεταφέρθηκαν σέ ἕνα ἄλλο τόπο.
(Μάρτιος – Ιούνιος 1821)