του Αρχιμ. Γρηγορίου Κωνσταντίνου, Δρ. Θεολογίας
Ἁγίου Ἀντωνίου τοῦ Μεγάλου
Οἱ δαίμονες καί οἱ πανουργίες τους
Ἡ φύση τῶν ἀγγέλων, ὅπως ἀναφέρθηκε, εἶναι, σύμφωνα μέ τὴ χριστιανικὴ διδασκαλία, κτιστὴ καί κατὰ συνέπεια τρεπτὴ καί δεκτικὴ ἀλλοιώσεως. Οἱ ἄγγελοι ἀναφέρεται, ἐπίσης, ὅτι πλάστηκαν ὡς αὐτεξούσια πνευματικὰ ὄντα. Ἕνας ἄγνωστος, ὅμως ἀριθμὸς ἀγγέλων ἔκανε κακὴ χρήση αὐτῆς τῆς αὖτεξουσιότητας μέ ἀποτέλεσμα νά ἐκπέσει τῆς ἀρχικῆς του θέσης. Ἔκτοτε οἱ ἐκπεσόντες ἄγγελοι, διάβολοι ἢ δαίμονες, καθὼς ὀνομάζονται, τράπηκαν, σταθεροποιήθηκαν καί ταυτίστηκαν μέ τό κακό, ἀντιστρατευὸμενοι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί παρακινώντας τόν ἄνθρωπο νά πράξει κι αὐτός τό ἴδιο.
Ἡ ὕπαρξη τῶν δαιμόνων, τήν ὁποία ἀρνοῦνται μερικοὶ νεώτεροι Διαμαρτυρόμενοι θεολόγοι, ἐπηρεασμένοι ἀπό τά διδάγματα τοῦ ὀρθολογισμοῦ, μαρτυρεῖται σαφῶς καί ἀπό τήν Ἁγία Γραφὴ καί ἀπό τήν Ἱερὴ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Ἤδη στὴν Παλιά Διαθήκη, ὄχι μόνο γίνεται λόγος περὶ δαιμόνων, ἀλλὰ καί μνημονεύεται καί ὁ ἀρχηγός τους ὁ διάβολος, πού θεωρεῖται ὡς ὁ αἴτιος τοῦ κακοῦ. Στὴν Καινή Διαθήκη, ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς μιλάει γιά τούς δαίμονες, καί ὄχι ἁπλῶς εὐθυγραμμίζεται μέ τὶς ἰουδαϊκὲς ἀντιλήψεις τῆς ἐποχῆς του, ἀλλὰ πιστεύει καί βεβαιώνει κατηγορηματικὰ τήν ὕπαρξη τοῦ διαβόλου καί τῶν πονηρῶν γενικά, πνευμάτων. Ἔτσι ὁ Χριστὸς ἀντιμετώπισε καί νίκησε στὴν ἔρημο τόν διάβολο, ὅταν ὁ δαίμονας προσπάθησε νά τόν βάλει σὲ πειρασμὸ. Ἐπίσης πολλὲς φορὲς ἐμφανίστηκε νά ἐξουσιάζει μέ τά θαύματά του τά πονηρὰ πνεύματα, ἐνῷ τήν ἴδια ἐξουσία παραχώρησε καί στούς μαθητὲς του. Τέλος, τό ὅλο λυτρωτικὸ ἔργο τοῦ Θεανθρώπου ἀποσκοποῦσε στή λύση τῶν ἔργων τοῦ διαβόλου.
Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μιλοῦν ἐκτενῶς περὶ τῶν δαιμόνων, γιά τήν αἰτία πού ἐξέπεσαν, γιά τοὺς τρόπους πού ἐνεργοῦν, γιά τήν ἀντίθεσή τους πρὸς τό θεῖο θέλημα καί πρὸς τό ἔργο τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου, γιά τήν προσπάθειά τους νά παρασύρουν τόν ἄνθρωπο στό κακό, καθώς καί γιά τά μέσα, μέ τά ὁποία ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά ἀντιδράσει κατά τοῦ διαβόλου, δηλαδή τήν προσευχή, τήν ἐγρήγορση καί γενικότερα τήν κοινωνία μέ τόν Θεὸ καί τὴ βοήθεια πού ὁ Θεὸς προσφέρει στόν ἄνθρωπο γιά τήν ἀντιμετώπιση τοῦ κακοῦ.
Σύμφωνα πάντα μέ τοὺς ἁγίους Πατέρες, στὰ διάφορα πάθη πού τυραννοῦν τοὺς ἀνθρώπους καί τοὺς σπρώχνουν πρὸς τό κακὸ ἀντιστοιχοῦν ὁρισμένοι δαίμονες. Οἱ δαίμονες αὐτοὶ λαμβάνουν πρόσωπο στό συγκεκριμένο πάθος: ἔτσι ἔχουμε τόν δαίμονα τῆς πορνείας, τόν δαίμονα τῆς ἀλαζονείας, τῆς κενοδοξίας, τῆς λαιμαργίας κ. ἄ. Ἐναντίον τῶν δαιμόνων αὐτῶν οἱ συνειδητοὶ χριστιανοί, καί κυρίως ἡ μαχητική πρωτοπορία τῶν μοναχῶν, τῶν ἀσκητῶν, καί τῶν ἐρημιτῶν, πού ἔχουν κηρύξει ἀμείλικτο πόλεμο. Στὰ ἀσκητικὰ συγγράμματα τοῦ μεσαίωνα βλέπουμε, ἤδη, διαμορφωμένη μία ὁλόκληρη στρατηγικὴ γιά τήν ἀντιμετώπιση τῶν δαιμονικῶν ἐπιθέσεων. Ἔτσι ἀπό τήν Κλίμακα τοῦ Ἰωάννη τοῦ Σιναίτη (6ος-7ος αἰῶνας) μαθαίνουμε ὅτι οἱ ἀσκητές, μέσα στὰ πλαίσια τῶν ἀγώνων τους κατὰ τοῦ κακοῦ, ὑποκρίνονταν πολλὲς φορὲς τοὺς ἁμαρτωλοὺς προκειμένου νά μένουν ἀνενόχλητοι ἀπό τοὺς δαίμονες. στό κείμενο ἀναφέρονται πολλὰ τέτοια παραδείγματα: κάποιος ἀπό τοὺς ἀδελφοὺς ἑνὸς κοινοβίου, δίχως καθόλου νά ἐνδιαφέρεται γιά τήν πρωτοκαθεδρία τῆς κοινότητας, προσποιεῖται τόν «ὑπὲρ ταύτης πονοῦντα», ἕνας ἄλλος «εἰσήλθε» σὲ πορνεῖο καί ἀσπάζεται τήν πόρνη «τῷ δοκεῖν ἁμαρτίας ἕνεκεν», ἐνῷ ἕνας τρίτος ὑποκρίνεται ὅτι τρώει σταφύλια μέ ἰδιαίτερη λαιμαργία, «γαστρίμαργον ἕαυτον ἐμφανίζων τοῖς δαίμοσιν1.

Λόγος τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου
Στή συνέχεια παραθέτουμε καί τόν λόγο τοῦ Ὁσίου Πατρός ἠμῶν Ἀντωνίου, καθηγητοῦ τῆς ἐρήμου, καθότι συνδέεται ἄμεσα μέ τό θέμα μέ τό ὁποῖο ἀσχολούμεθα. Ἀρχικά λοιπόν πρέπει νά γνωρίζουμε, μᾶς λέγει ὁ ἅγιος, πώς οἱ δαίμονες, ὄχι γιατί λέγονται δαίμονες, καθότι αὐτοί προτίμησαν αὐτόν τό ρόλο, διότι ὁ Θεός δέν ἔκαμε τίποτα τό κακό. Καλοί πλάσθηκαν καί αὐτοί. Ἐπειδή ὅμως ξέπεσαν ἀπό τό οὐράνιο φρόνημα, δηλαδή ἀπό τήν ἀγαθή πνευματική προαίρεση καί τοῦ λοιποῦ κυλιοῦνται γύρω ἀπό τή γῆ, ἀσχολούμενοι συνεχώς μέ τά γήινα, τούς μέν Εἰδωλολάτρες ἐξαπάτησαν μέ τίς μυθολογικές φαντασίες των, ἀπό φθόνο δέ πρός ἐμᾶς τούς Χριστιανούς, κινοῦν τά πάντα ἐναντίον μας, θέλοντας νά ἐμποδίσουν τήν ἄνοδό μας πρός τούς οὐρανούς, γιά νά μήν ἀνεβοῦμε ἐμεῖς ἐκεῖ, ἀπ’ ὅπου αὐτοί ἐξέπεσαν.
Μεγάλη ἀνάγκη πολλῆς προσευχῆς καί ἀσκήσεως χρειάζεται ἀπό τόν καθένα μας, ὥστε λαμβάνοντας διά μέσου τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τό χάρισμα διακρίσεως τῶν πνευμάτων, νά μποροῦμε νά γνωρίζουμε τίς πανουργίες τους. Ποιοί π. χ. εἶναι λιγότερο φαῦλοι, ποιοί εἶναι φαυλότεροι, σέ τί ἐπιτηδεύεται μέ ἰδιαίτερη φροντίδα – ἐπιμέλεια καί πῶς ἀνατρέπεται καί διώχνεται ὁ καθένας τους. Καθότι εἶναι πολλές οἱ πανουργίες τους καί τά κινήματα τῆς ἐπιβουλῆς των ἐναντίον μας.
Ὁ μακάριος ἀπόστολος Παῦλος καί οἱ μαθητές του, τά εἶχαν μάθει τά τεχνάσματα αὐτά καί ἔλεγαν: «Διότι δέν ἀγνοοῦμε τά νοήματά του» (τίς μηχανορραφίες του)2, ἐμεῖς δέ ὀφείλομε, βάσει τῆς πείρας πού ἔχουμε ἀπ’ αὐτά, ὡς χριστιανοί νά διορθώνομε ὁ ἕνας τοῦ ἄλλου τίς ζημιές, πού τυχόν ἔπαθε ἀπό αὐτούς. Γι’ αὐτό, λοιπόν, καί ἐγώ, μιᾶς καί ἔχω μερική πείρα ἀπό αὐτά, θά σᾶς τά εἰπῶ, γιατί εἶστε τέκνα μου πνευματικά.
*****
1 Ἰωάννου τῆς Κλίμακος, ΛΟΓΟΣ ΚΓ´, & ΚΣΤ´μέρος Β´κε: Περὶ τῆς ἀκεφάλου ὑπερηφανίας ἐνῶ καί περὶ ἀκαθάρτων λογισμῶν τῆς βλασφημίας».
2 Β´ Κο. 2, 11