Τό ἀπόγευμα τῆς Πέμπτης, 23 Ἰανουαρίου 2025, στήν αἴθουσα τοῦ Ἱεροῦ Ἱδρυματικοῦ Ναοῦ τοῦ ἁγίου Ἀνδρέου στή Νέα Σμύρνη, πραγματοποιήθηκε ἡ πέμπτη Ἱερατική Σύναξη τῶν Κληρικῶν τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μας. Ὁμιλητής ἦταν ὁ Αἰδεσιμολογιώτατος Πρεσβύτερος π. Ἐμμανουήλ Σιάφης, Ἐφημέριος τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίας Φωτεινῆς Νέας Σμύρνης, ὁ ὁποῖος ἀνέπτυξε τό θέμα: «Μεσονυκτικό καί Ὧρες».
Πρίν ἀπό τήν ἔναρξη τῆς Συνάξεως ὁ Σεβ. Ποιμενάρχης μας κ. Συμεών πρότεινε –λόγω τῆς μνήμης τοῦ ἁγίου Ἀγαθαγγέλου– τήν τέλεση ἱεροῦ Τρισαγίου γιά τόν μακαριστό Ποιμενάρχη Νέας Σμύρνης κυρό Ἀγαθάγγελο, τό ὁποῖο ἐψάλη ἀπό ὁλόκληρη τή σύναξη. Κατόπιν ὁ Σεβ. κ. Συμεών ἔδωσε τόν λόγο στόν ὁμιλητή γιά νά ἀναπτύξει τό θέμα του. Ἐξαρχῆς ὁ ὁμιλητής τόνισε πώς θά ἀναπτύξει δύο σημαντικές καί λιγότερο γνωστές ἀκολουθίες γιά τούς κληρικούς καί λαϊκούς τῶν πόλεων: τό Μεσονυκτικό καί τίς Ὧρες.
Στό πρῶτο μέρος ὁ π. Ἐμμανουήλ ἑστίασε στό περιεχόμενο καί τή θεματική τοῦ Μεσονυκτικοῦ. Τίς ἀπαρχές καί τήν ἁγιογραφική θεμελίωσή του θά πρέπει νά τίς ἀναζητήσουμε στούς Ἰουδαίους ἀρχικά καί στή συνέχεια σέ ὅλους τούς Χριστιανούς, ἔχοντας ὑπόψη μας πόσο οἱ πρῶτοι συναισθανόμενοι καί βιώνοντας τήν ἀπελευθέρωσή τους ἀπό τά δεσμά τῶν Αἰγυπτίων, καί τήν αἰώνια λύτρωσή τους μέ τό τίμιο αἷμα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ οἱ δεύτεροι, ἐξέφραζαν τήν εὐγνωμοσύνη τους μέ τήν ἑορτή τοῦ Πάσχα. Γιά τήν ὀνομασία καί τόν χρόνο τέλεσης τοῦ Μεσονυκτικοῦ θυμόμαστε πώς στήν Ἱστορία τοῦ Παλαιοῦ Ἰσραήλ ὑπῆρχε τό συνταρακτικό γεγονός τῆς Αἰγύπτου, ὅπου ὁ ὁλοθρευτής ἄγγελος κατά τή νύκτα τῆς ἀπελευθέρωσης ἀπό τόν ζυγό τῶν Αἰγυπτίων θανάτωσε τά πρωτότοκα τῶν Αἰγυπτίων «μεσούσης τῆς νυκτός» (Ἐξόδ. 12,29).
Στήν ἀκολουθία τοῦ Μεσονυκτικοῦ ὑπάρχει ἐσωτερική καί οὐσιαστική σύνδεση ἀνάμεσα στίς ἔννοιες – ἀρετές τῆς εὐγνωμοσύνης καί τῆς πνευματικῆς ἀγρύπνιας. Ὑπενθυμίζει στόν βραχύβιο ἄνθρωπο καί τή νήψη, ὥστε ὁ αἰφνίδιος χρόνος τοῦ θανάτου του ἤ τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Κυρίου νά μή στερήσει αὐτόν «τῆς ἐκ δεξιῶν μερίδος τῶν σωζομένων τυχεῖν».
Τό Μεσονυκτικό εἶναι Ἀκολουθία πού βρίσκεται καταχωρημένη στό «Μέγα Ὡρολόγιο» μέ ὅλες τίς περιπτώσεις. Τελεῖται τίς καθημερινές ἀπό Δευτέρα ὥς Παρασκευή, τό Σάββατο καί τήν Κυριακή. Ἔχει σταθερά καί κινητά μέρη, τά ὁποῖα προσαρμόζονται ἀνάλογα μέ τήν ἡμέρα καί τήν ἑορτή. Ἐπειδή τό Μεσονυκτικό καί οἱ ὧρες εἶναι κυρίως προσευχές, γι’ αὐτό τελοῦνται στό νάρθηκα τοῦ ναοῦ ἤ ἐκτός τοῦ ἱεροῦ βήματος. Ὡς ἀκολουθία τοῦ μοναχικοῦ τυπικοῦ μπορεῖ νά τελεστεῖ καί χωρίς ἱερέα.
Ὅπως ἀναφέραμε καί προηγουμένως, ἡ νήψη καί ἡ εὐγνωμοσύνη ἀποτελοῦν τό περιεχόμενο τῆς Ἀκολουθίας τοῦ Μεσονυκτικοῦ. Ὁ ἁμαρτωλός ἄνθρωπος ἀντιλαμβάνεται ὅτι γιά νά μήν μείνουν ἄκαρπα τά αἰσθήματα εὐγνωμοσύνης πρός τόν Ἅγιο Τριαδικό Θεό, ἔχουν τήν ἀνάγκη τῆς ἔμπρακτης μετάνοιας.
Μέ τήν ἀνάγνωση τοῦ «Ἄμωμου», ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ μεγαλύτερος Ψαλμός τοῦ Ψαλτηρίου, ὁ πιστός ὁμολογεῖ ὅτι εἶναι μακάριοι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι ἔγιναν ἄμωμοι, ἄμεμπτοι, ἐξ αἰτίας τοῦ ὅτι πορεύονται «ἐν νόμῳ Κυρίου», σύμφωνα μέ τόν νόμο τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ψαλμός, συμμορφούμενος μέ τό ὅλο περιεχόμενο τῆς ἀκολουθίας, δίνει τό πνεῦμα τῆς γνήσιας μετάνοιας, μέ τόν πιστό νά μήν παύει νά εὐγνωμονεῖ τόν Θεό, ἀκόμη καί στό διάστημα τῆς νύχτας.
Τέλος, ὁ Συμεών Θεσσαλονίκης μᾶς πληροφορεῖ ὅτι ἀπαγγέλλεται τό «Κύριε ἐλέησον» δώδεκα (12) φορές «διά τό δωδεκάωρον τῆς ἡμέρας καί τό δωδεκάωρον τῆς νύκτας, εἰς ἁγιασμόν ἡμῶν καί κάθαρσιν». Ἐπίσης γιά τήν ἐπανάληψη τοῦ «Κύριε ἐλέησον» πενήντα (50) φορές, ὁ ἴδιος σημειώνει: «Προσφέρουμε τό Κύριε ἐλέησον ὡς θυσία ἡ ὁποία δίδει τό δέκατο τῶν ἡμερῶν καί ὡρῶν τῆς ζωῆς μας στόν Θεό καί αὐτό τό κάνουμε σέ ὅλες τίς προσευχές μέ τό νά ἐπικαλούμαστε γιά ὅλα τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Διότι μόνον Αὐτός μπορεῖ νά μᾶς σώσει. Καί διότι εἴμαστε ἄξιοι τοῦ ἐλέους, ἐπειδή εἴμαστε ἁμαρτωλοί. Καί διότι εἴμαστε ἀνίκανοι νά σωθοῦμε ἀπό πουθενά ἀλλοῦ, παρά μόνο ἀπό τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ ἀπό τόν ἑαυτό μας καμία ἐξιλαστήρια προσφορά δέν ἰσχύει, ἐκτός ἀπό τό νά ἐξοργίζουμε περισσότερο τόν Θεό, μέ ὅσα πράττουμε καί ὅσα λέμε καί σκεπτόμαστε».
Στό δεύτερο μέρος ὁ π. Ἐμμανουήλ ἀναφέρθηκε στίς Ὧρες. Ἱστορικά, τίς πρῶτες ἐνδείξεις τῶν ἀκολουθιῶν τῶν Ὡρῶν βρίσκουμε στήν Καινή Διαθήκη. Στό βιβλίο τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων διαβάζουμε: «Πέτρος καί Ἰωάννης ἀνέβαινον εἰς τό Ἱερόν ἐπί τήν ὥραν τῆς προσευχῆς τήν ἐνάτην», δηλαδή στίς τρεῖς τό ἀπόγευμα (3,9). Καί παρακάτω διαβάζουμε: «Τῇ δέ ἐπαύριον ὁδοιπορούντων ἐκείνων καί τῇ πόλει ἐγγιζόντων ἀνέβη Πέτρος ἐπί τό δῶμα προσεύξασθαι περί ὥραν ἕκτην», δώδεκα τό μεσημέρι (Πράξ. 10,9). Μετά τήν Ἀποστολική ἐποχή, οἱ Χριστιανοί συνέχισαν αὐτή τήν παράδοση τῆς προσευχῆς σέ τακτές ὧρες τῆς ἡμέρας. Οἱ ἐνδιάμεσοι αὐτοί σταθμοί προσευχῆς κατά τή διάρκεια τῆς ἡμέρας ἔδωσαν τήν εὐκαιρία στούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας νά συνθέσουν εἰδικές ἀκολουθίες γιά κάθε ἡμερήσιο προσωπικό σταθμό.
Οἱ σταθμοί αὐτοί εἶναι τέσσερις: Ἡ Πρώτη Ὥρα συμπίπτει μέ τήν 7η πρωινή, ἡ Τρίτη μέ τήν 9η πρωινή, ἡ Ἕκτη μέ τήν 12η μεσημβρινή καί ἡ Ἐνάτη μέ τήν 3η ἀπογευματινή. Ἀκριβῶς αὐτόν τόν τρόπο ἀριθμήσεως τῶν Ὡρῶν βρίσκουμε καί στά ἱερά Εὐαγγέλια.
Ἡ Πρώτη (Α΄) Ὥρα συμπίπτει χρονικά μέ τήν ἀπαρχή τῆς κοσμικῆς ἡμέρας, τήν ἔλευση τοῦ φωτός, καί εἶναι δοξολογία καί εὐχαριστία πρός τόν Θεό πού μᾶς ἀξίωσε νά δοῦμε καί πάλι τό αἰσθητό φῶς. Ταυτόχρονα, ὅμως, εἶναι καί δέηση γιά τήν εὐόδωση τῶν ἔργων τῶν χειρῶν μας καί γιά τήν καθοδήγηση τῶν διαβημάτων μας.
Ἡ θεματολογία τῆς Τρίτης (Γ΄) Ὥρας, ἡ ὁποία συμπίπτει χρονικά μέ τό χαρούμενο γεγονός τῆς ἁγίας Πεντηκοστῆς, λαμβάνεται ἀπό τήν ἐπιδημία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στόν κόσμο. Ἡ εὐχή εἶναι ἀφιερωμένη στήν Ἁγία Τριάδα: «Δέσποτα Θεέ, Πάτερ Παντοκράτορ, Κύριε Υἱέ Μονογενές, Ἰησοῦ Χριστέ καί Ἅγιον Πνεῦμα, μιά θεότης…».
Ἡ Ἕκτη (ΣΤ΄) Ὥρα εἶναι ἀπό τήν ἐκκλησία ἀφιερωμένη στό κορυφαῖο γεγονός τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Κυρίου, τή Σταύρωση. Οἱ εὐαγγελιστές Ματθαῖος, Λουκᾶς καί Ἰωάννης προσδιορίζουν ὅτι ὥρα ἕκτη σκοτάδι ἁπλώθηκε σέ ὅλη τή γῆ μέχρι τήν ἐνάτη ὥρα, δηλαδή μέχρι τίς τρεῖς τό ἀπόγευμα.
Ἡ Ἐνάτη (Θ΄) Ὥρα εἶναι ἀφιερωμένη στόν θάνατο τοῦ Κυρίου. Ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος γράφει: «Περί τήν ἐνάτη ὥρα ἀνεβόησε ὁ Ἰησοῦς φωνῇ μεγάλῃ λέγων· ἠλί, ἠλί, λαμά σαβαχθανί;· τοῦτ’ ἔστι, Θεέ μου, Θεέ μου, ἱνατί μέ ἐγκατέλιπες;» (27,46). «Ὁ δέ Ἰησοῦς πάλιν κράξας φωνῇ μεγάλῃ ἀφῆκε τό πνεῦμα» (στίχ. 50). Τό περιεχόμενο τῆς ὥρας αὐτῆς εἶναι εὐχαριστήρια καί νικητήρια δοξολογία, ἀλλά καί δέηση γιά νά καταφέρουμε καί ἐμεῖς, οἱ πιστοί νά νεκρώσουμε τό σαρκικό φρόνημα, νά ἀφήσουμε τόν παλαιό ἄνθρωπο καί νά ζήσουμε τή νέα «ἐν Χριστῷ» ζωή.
Στό τελευταῖο μέρος τῆς εἰσήγησης ὁ π. Ἐμμανουήλ ἐπισήμανε πώς οἱ ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας μας δημιουργήθηκαν μέ τό πνεῦμα μιᾶς ἄλλης ἐποχῆς, πού δέν μοιάζει καθόλου μέ τή δική μας. Καλούμαστε λοιπόν ὡς Ἐκκλησία νά ἀξιοποιήσουμε μέ τρόπο ἐφευρετικό τή λειτουργική μας παράδοση. Οἱ λησμονημένες αὐτές ἀκολουθίες μποροῦν ἄριστα νά ἀξιοποιηθοῦν, ὄχι μόνο κατά τήν περίοδο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἀλλά καί σέ ἄλλες περιόδους πρός ὄφελος δικό μας καί τῶν πιστῶν. Ἄς δημιουργήσουμε ὡς ζωντανή Ἐκκλησία τίς κατάλληλες προϋποθέσεις, ἔτσι ὥστε ὁ λειτουργικός πλοῦτος μας νά λάβει τή θέση πού τοῦ ἀξίζει. Σίγουρα χρειάζονται ρηξικέλευθες τομές στή λατρεία, ὅπως συνέβη παλαιότερα μέ τίς ἀκολουθίες τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος.
* * *
Στό τέλος τῆς Ἱερατικῆς Σύναξης ὁ Σεβασμιώτατος Ποιμενάρχης μας κ. Συμεών εὐχαρίστησε θερμῶς τόν ὁμιλητή γιά τήν πλούσια, κατανοητή, γλαφυρή καί ὁλοκληρωμένη εἰσήγηση καί ἀκολούθησε συζήτηση μεταξύ τῶν συμμετεχόντων γιά τίς ἐν λόγῳ ἀκολουθίες.