τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
† Μνήμη τῆς ἁγίας μεγαλομάρτυρος Εἰρήνης.
Η Ἁγία Μεγαλομάρτυς Εἰρήνη ἄθλησε κατά τόν 4ο αἰώνα μ.Χ. Ἦταν θυγατέρα τοῦ Λικινίου, βασιλέως κάποιου μικροῦ βασιλείου, καί τῆς Λικινίας. Καταγόταν ἀπό τήν πόλη Μαγεδών[1] καί ἀρχικά ὀνομαζόταν Πηνελόπη. Ὅταν ἡ Ἁγία ἔγινε ἕξι ἐτῶν ὁ πατέρας της Λικίνιος τἠν ἐνέκλεισε σέ ἕναν πύργο καί ἀνέθεσε τή διαπαιδαγώ-γησή της σέ κάποιον γέροντα, ὀνόματι Ἀπελλιανό, ὁ ὁποῖος καί ἔγραψε τά ὑπομνήματα τοῦ μαρτυρίου αὐτῆς.
Μιά νύκτα ἡ Εἰρήνη εἶδε τό ἑξῆς ὅραμα: μπῆκε στόν πύργο ἕνα περιστέρι κρατώντας μέ τό ράμφος του κλαδί ἐλιᾶς, τό ὁποῖο καί ἄφησε ἐπάνω στό τραπέζι. Ἐπίσης, μπῆκε καί ἕνας ἀετός μετα-φέροντας στεφάνι ἀπό ἄνθη, τό ὁποῖο ἐτοποθέτησε καί αὐτός ἐπά-νω στό τραπέζι· ἔπειτα μπῆκε ἀπό ἄλλο παράθυρο ἕνας κόρακας, ὁ ὁποῖος ἔβαλε ἐπάνω στό τραπέζι ἕνα φίδι. Τό πρωΐ πού ἐξύπνησε ἀποροῦσε καί ἐσκεπτόταν τί ἄραγε νά σημαίνουν αὐτά πού εἶδε. Τά διηγήθηκε λοιπόν στό γέροντα Ἀπελλιανό καί ἐκεῖνος τά ἑρμήνευσε ὡς προάγγελμα τῶν στεφάνων τῆς δόξας καί τοῦ μαρτυρικοῦ τέ-λους αὐτῆς μετά τή βάπτισή της.
Στόν Χριστιανισμό ἑλκύσθηκε ἀπό κάποια κτυπτοχριστιανή νέα, ἡ ὁποία, λόγῳ τῆς τιμιότητος καί τῶν ἀρετῶν της, ἔχαιρε μεγά-λης ἐκτιμήσεως ἀπό τούς γονεῖς τῆς Πηνελόπης καί εἶχε τοποθε-τηθεῖ ἀπό αὐτούς ὡς θεραπαινίδα τῆς θυγατέρας τους. Ἕνας ἱερεύς, ὀνόματι Τιμόθεος, ἐβάπτισε κρυφά τή νεαρή ἡγεμονίδα καί τή μετο-νόμασε Εἰρήνη.
Τό γεγονός δέν ἄργησε νά πληροφορηθεῖ ὁ πατέρας της Λικί-νιος, ὅταν μάλιστα ἡ Ἁγία Εἰρήνη συνέτριψε τά εἴδωλα τῆς πα-τρικῆς της οἰκίας ὁμολογώντας μέ αὐτό τόν τρόπο τήν πίστη της στόν Χριστό. Γιά τό λόγο αὐτό ἀνακρίθηκε καί καταδικάσθηκε πρῶτα ἀπό τόν ἴδιο της τόν πατέρα. Στή συνέχεια ἔπαθε πολλά ἀπό τούς Πέρσες καί τούς βασιλεῖς αὐτῶν Σεδεκία καί Σαπώριο Α΄.
Ἔπειτα ἡ Ἁγία Εἰρήνη πῆγε στήν Καλλίπολη τοῦ Ἑλλη-σπόντου, ὅπου ἐβασίλευε ὁ Νουμεριανός. ᾿Εκεῖ ἐπαρουσιάσθηκε σέ αὐτόν καί ὁμολόγησε μέ παρρησία τήν πίστη της στόν Χριστό. Οἱ εἰδωλολάτρες τήν ἔκλεισαν διαδοχικά σέ τρία πυρακτωμένα χάλκι-να βόδια. Τό τρίτο ὅμως βόδι, τή στιγμή πού εὑρισκόταν ἐντός του ἡ Μεγαλομάρτυς, ὅλως παραδόξως ἐκινήθηκε, ἐνῶ ἦταν ἕνα ἄψυχο ἀνθρώπινο κατασκεύασμα. Στή συνέχεια αὐτό ἐσχίσθηκε καί βγῆκε ἀπό μέσα του ἡ Ἁγία ἐντελῶς ἀβλαβής ἀπό τήν κόλαση τῆς πυρᾶς. Τό γεγονός αὐτό εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νά προσέλθουν στήν πίστη τοῦ Χριστοῦ χιλιάδες ψυχές. Στήν πόλη Μεσημβρία τῆς Θράκης ἡ Ἁγία Εἰρήνη ἐθανατώθηκε, ἀλλά μέ τή δύναμη τοῦ Θεοῦ ἀναστήθηκε καί εἵλκυσε στήν πίστη τό διοικητή καί ὁλόκληρο τό λαό. Τέλος, ἡ Ἁγία κατέφυγε μαζί μέ τόν διδάσκαλό της Ἀπελλιανό στήν ῎Εφεσο τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, ὅπου διέμεινε ἐπιτελώντας πολλά θαύματα καί τιμώμενη ὡς ἀληθινή ἰσαπόστολος. Ἐκεῖ ἀνέπτυξε μεγάλη δράση μέχρι τήν ἡμέρα τῆς κοιμήσεως αὐτῆς, τό ἔτος 315 μ.Χ.
Στό Συναξάρι της ἀναφέρεται, ὅτι στήν Ἔφεσο ἡ Ἁγία εὑρῆκε μιά λάρνακα, στήν ὁποία δέν εἶχε ὥς τότε κατατεθεῖ κανένας, μπῆκε μέσα σ᾿ αὐτήν καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη. Πρίν δέ ἀπό τήν κοίμησή της ἡ Ἁγία Εἰρήνη εἶχε δώσει ἐντολή νά μή μετακινήσει κανένας τήν ταφόπετρα, μέ τήν ὁποία θά ἐσκέπαζε τή λάρνακα ὁ δάσκαλός της Ἀπελλιανός, προτοῦ περάσουν τέσσερις ἡμέρες. Μετά ὅμως ἀπό δύο ἡμέρες ἐπισκέφθηκαν τόν τάφο ὁ ᾿Απελλιανός καί οἱ ἄλλοι, οἱ ὁποῖοι εἶδαν ὅτι ἡ ταφόπετρα ἦταν σηκωμένη καί ἡ λάρνακα κενή.
Κατά τά δυτικά Μαρτυρολόγια ἡ Ἁγία Εἰρήνη ἐμαρτύρησε στή Θεσσαλονίκη, ἀφοῦ ἐρρίφθη στήν πυρά[2]. Πρέπει δέ νά σημειώ-σουμε, ὅτι κατά τό Μηνολόγιον τοῦ αὐτοκράτορος Βασιλείου Β΄ ἡ Ἁγία Εἰρήνη ἐτελειώθηκε μαρτυρικά δι’ ἀποκεφαλισμοῦ[3].
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων Εἰρηναίου, Περεγρίνου καί Εἰρήνης, τῶν ἐκ Θεσσαλονίκης.
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Εἰρηναῖος, Περεγρῖνος καί Εἰρήνη ἀναφέ-ρονται τόσο στό ῾Ιερωνυμικό ὅσο καί στό Ρωμαϊκό Μαρτυρολό-γιο[4]. Τό μαρτύριό τους ἐμφανίζει ἀρκετές παραλλαγές στούς Λατι-νικούς Κώδικες αὐτῶν τῶν Συναξαρίων, μέ ἀποτέλεσμα νά διατυ-πώνονται ποικίλες ὑποθέσεις, πού ἀμφισβητοῦν τό μαρτύριο τοῦ Εἰρηναίου καί τοῦ Περεγρίνου στή Θεσσαλονίκη ἤ ταυτίζουν τήν Εἰρήνη μέ τήν Μεγαλομάρτυρα Εἰρήνη, τῆς ὁποίας ἡ μνήμη ἀναγρά-φεται στό Συναξάριον τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἤ μέ τήν Εἰρήνη πού ἐμαρτύρησε στή Θεσσαλονίκη μαζί μέ τίς Μάρτυρες Ἀγάπη καί Χιονία († 16 Ἀπριλίου).
Ὡστόσο ἡ πλειοψηφία τῶν Κωδίκων, καθώς καί δυτικά ἁγιο-λογικά ὑπομνήματα, πού συντάχθηκαν γιά τούς τρεῖς Μάρτυρες, τούς χαρακτηρίζουν ρητά ὡς Ἁγίους τῆς Θεσσαλονίκης. Σύμφωνα μέ τά στοιχεῖα πού ἀντλοῦμε ἀπό αὐτά τά ὑπομνήματα, οἱ Ἅγιοι Εἰρηναῖος, Περεγρῖνος καί Εἰρήνη ἡ Παρθένος ἄθλησαν ἐπί αὐτο-κράτορος Διοκλητιανοῦ (284-305 μ.Χ.), ἀρνούμενοι νά θυσιάσουν στά εἴδωλα. Ἐμαρτύρησαν διά πυρός καί χαρακτηρίζονται ὡς «ἔν-δοξοι μάρτυρες τῆς Θεσσαλονίκης τῆς Μακεδονίας».
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων Γαϊανοῦ, Γαῒου καί Νεοφύτου.
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Γαϊανός, Γάϊος καί Νεόφυτος ἐτελειώ-θησαν διά ξίφους. Ἡ Σύναξη αὐτῶν ἐτελεῖτο στό ναό τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων Κοσμά καί Δαμιανοῡ, στήν περιοχή τοῦ Δαρείου.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Ἱλαρίου, ἐπισκόπου Ἀρελάτης.
Ὁ Ἅγιος Ἱλάριος ἐγεννήθηκε στή Λωρρένη τῆς Γαλλίας καί ἐχειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Ἀρελάτης τῆς Γαλλίας κατά τό α´ ἥμισυ τοῦ 6ου αἰῶνος μ.Χ. Ἀπεδοκίμασε τή διδασκαλία τοῦ ἱεροῦ Αὐγουστίνου περί χάριτος καί προορισμοῦ, συνέγραψε τό βίο τοῦ Ἁγίου Ὁνωράτου καί ἄλλα ἔργα. Μετά τήν κοίμηση τοῦ Ἁγίου Ὀνωράτου († 429) ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Ἀρελάτης καί ἐποίμανε τήν Ἐκκλησία θεοφιλῶς ἐπί 20-25 ἔτη. Ἐκοιμήθηκε ὁσίως μέ εἰρήνη μεταξύ τῶν ἐτῶν 450 -455 μ.Χ[5].
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Γεροντίου, ἐπισκόπου Μιλάνου.
Ὁ Ἅγιος Γερόντιος ἔζησε τόν 5ο αἰώνα μ.Χ. στήν Ἰταλία. Ἐξε-λέγη Ἐπίσκοπος Μιλάνου καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό ἔτος 470 μ.Χ.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Εὐθυμίου, ἐπισκόπου Μαδύτου, τοῦ Μυροβλύτου.Ὁ Ὅσιος Εὐθύμιος ἐγεννήθηκε στούς Ἐπιβάτες τῆς Θράκης στίς ἀρχές τοῦ 10ου αἰῶνος μ.Χ. Ἀδελφή του κατά σάρκα ἦταν ἡ Ὁσία Παρασκευή ἡ Ἐπιβατηνή († 14 Ὀκτωβρίου). Ὅταν ἀπέθανε ὁ πατέρας του Νικήτας, ἡ μητέρα του τόν ὁδήγησε σέ μονή τῆς Κων-σταντινουπόλεως, ὅπου παρέμεινε ἐπί τριάντα χρόνια καί διέπρεψε στούς πνευματικούς ἀγῶνες. Ὁ Ἅγιος ὅμως ἀγαποῦσε τήν ἡσυχία. Γιά τό λόγο αὐτό ἔφυγε ἀπό τή μονή καί ἀσκήτεψε σέ ἐρημική περι-οχή ὡς ἐρημίτης.
Ὁ θεοφιλής βίος του τόν ἀνέδειξε οἰκονόμο τῶν μυστηρίων τοῦ Θεοῦ. Ἐχειροτονήθηκε διάκονος ὑπό τοῦ τότε Ἐπισκόπου Περίνθου, ἀκολούθως δέ, ὑπό ἄλλου Ἐπισκόπου, πρεσβύτερος. Τέλος, ἀναδείχθηκε Ἐπίσκοπος τῆς Μαδύτου τοῦ Ἑλλησπόντου[6], διακρινόμενος γιά τήν ἀκάματη ἄσκηση τῆς ἀρετῆς καί τήν ἐξείρετη ποιμαντορική του ἱκανόιτητα. Ὁ Θεός τοῦ ἐχάρισε τό δῶρο τῆς θαυματουργίας καί ἐνῶ ἐζοῦσε ἐπιτελοῦσε πλῆθος θαυμάτων καί ἐθεράπευε λεπρούς καί κωφάλαλους.
Ἡ φήμη τοῦ Ἁγίου ἀνδρός ἔφθασε μέχρι τό παλάτι καί τόν αὐτοκράτορα Βασίλειο Β΄ (976-1025), ὁ ὁποῖος ἐπισκέφθηκε τόν Ἅγιο Εὐθύμιο στή Μάδυτο. Ἐκεῖ ὁ Ἅγιος προεφήτευσε τή νίκη τοῦ βασιλέως ἐναντίον τοῦ Βάρδα Φωκᾶ, τό ἔτος 989 μ.Χ[7].
Ὁ Ἅγιος Εὐθύμιος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη μεταξύ τῶν ἐτῶν 989-996 μ.Χ. Κατά τήν ὁσιακή κοίμησή του ὁ τάφος του ἀνέβλυσε μύρο, ὡς ἀπόδειξη τῆς ἁγιότητος τοῦ βίου του, καί πολλοί ἀσθενεῖς ἐθεραπεύθησαν. Γι’ αὐτό καί ἐπονομάσθηκε Μυροβλύτης.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ἀνάμνησις τῶν ἐγκαινίων τοῦ ναοῦ τῆς Θεοτόκου, ἐν τοῖς Κύρου.
Στόν Λαυριωτικό Κώδικα[8] διαβάζουμε, ὅτι κατά τήν ἡμέρα αὐτή τελεῖται ἀνάμνηση τῆς γενομένης ἡλιακῆς ἐκλείψεως, ἡ ὁποία ἔγινε τό ἔτος 1369, ἡ ὁποία ἦταν θαυμαστή, ὥστε νά φαίνονται τά ἄστρα καί ἡ ἡμέρα νά τραπεῖ σέ νύκτα.
† Τῇ αὐτῆ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ὁσίων πατέρων ἡμῶν Βαρλαάμ καί Γεδεών, τῶν ἐκ Ρωσίας.Οἱ Ὅσιοι Βαρλαάμ καί Γεδεών ἔζησαν στή Ρωσία κατά τόν 14ο αἰώνα μ.Χ. καί ἀσκήτεψαν θεοφιλῶς στή μονή τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Σεπρούχωβ. Ἐκοιμήθησαν μέ εἰρήνη περί τό ἔτος 1377.
† Τῇ αὐτῆ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Μιχαίου, τοῦ ἐκ Ρωσίας. Ὁ Ὅσιος Μιχαίας τοῦ Ραντονέζ ἦταν ἕνας ἀπό τούς πρώτους ὑποτακτικούς τοῦ Ἁγίου Σεργίου τοῦ Ραντονέζ καί ἔζησε μαζί του στό ἴδιο κελλί. Κάτω ἀπό τήν καθοδήγησή του ἔφθασε σέ μεγάλο βαθμό πνευματικῆς τελειώσεως. Γιά τήν πραότητα τῆς ψυχῆς του καί τήν ἀγωνιστικότητα τῆς καρδιᾶς του, ἐμφανίσθηκε καί σέ αὐτόν ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος. Μία φορά, ὅταν ὁ Ἅγιος Σέργιος εἶχε ὁλοκληρώσει τόν πρωϊνό κανόνα τῆς προσευχῆς, ἐκάθισε κάτω γιά λίγο, προκειμένου νά ξεκουρασθεῖ, ἀλλά ξαφνικά εἶπε στόν ὑποτα-κτικό του: «Νά εἶσαι ἕτοιμος, παιδί μου, θά ἔχουμε μία θαυμάσια ἐπίσκεψη».
Μόλις πού εἶχε ψιθυρίσει αὐτές τίς λέξεις καί μία φωνή ἀκού-σθηκε: «Ἡ Πάναγνος πλησιάζει». Ξαφνικά ἐκεῖ ἔλαμψε ἕνα φῶς ἐντονότερο ἀπό τόν ἥλιο. Ὁ Ὅσιος Μιχαίας ἔπεσε στό ἔδαφος ἀπό φόβο καί ἐστάθηκε ἐκεῖ σάν νά ἦταν νεκρός. Ὅταν ὁ Ἅγιος Σέργιος ἐσήκωσε ἐπάνω τόν ὑποτακτικό του, τόν ἐρώτησε: «Πές μου, πάτερ, ποιός εἶναι ὁ λόγος γι’ αὐτό τό θαυμάσιο ὅραμα;». Ἐκεῖνος δέν μποροῦσε νά ἀρθρώσει λέξη ἀπό τό φόβο του. Καί ὅ Ἅγιος Σέργιος τοῦ ἐξήγησε σχετικά μέ τήν ἐμφάνιση τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καί τήν προστασία της
Ὁ Ὅσιος Μιχαίας ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό ἔτος 1385. Τά ἱερά λείψανά του φυλάσσονται σέ μία κρύπτη στή Λαύρα τῆς Ἁγίας Τριάδος τοῦ Ἁγίου Σεργίου. Στίς 10 Δεκεμβρίου τοῦ ἔτους 1734 ἐπάνω ἀπό τόν τάφο τοῦ Ὁσίου Μιχαίου ἐγκαινιάσθηκε ναός ἀφιερωμένος στό γεγονός τῆς ἐμφανίσεως τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καί στή μνήμη τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων Πέτρου καί Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Ἐφραίμ, τοῦ ἐν Νέᾳ Μάκρῃ Ἀττικῆς.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἐφραίμ ἐγεννήθηκε στίς 14 Σεπτεμβρίου 1384. Σέ μιρκή ἡλικία ἔμεινε ὀρφανός ἀπό πατέρα μαζί μέ τἀ ἄλλα ἀδέλφια του, τή δέ φροντίδα τους ἀνέλαβε ἡ εὐσεβής μητέρα του. Σέ ἡλικία δέκα τεσσάρων ἐτῶν ὁ Ὅσιος εἰσῆλθε στή μονή τοῦ Εὐαγγε-λισμοῦ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ ὄρους τῶν Ἀμώμων (Καθα-ρῶν) τῆς Ἀττικῆς καί ἀσκήτεψε ἐκεῖ προοδεύοντας στήν ἀρετή καί τήν κατά Χριστόν βιοτή καί πολιτεία. Ἐχειροτονήθηκε πρεσβύτερος καί πάντοτε διακονοῦσε στό ἱερό θυσιαστήριο μέ φόβο Θεοῦ.
Στίς 14 Σεπτεμβρίου 1425, ἐπιστρέφοντας ἀπό τό ἀσκητήριό του στή μονή, τήν εἶδε κατεστραμμένη ἀπό τούς Τούρκους. Ὅλοι οἱ πατέρες δέ εἶχαν σφαγιασθεῖ ἀπό τούς ἀλλόπιστους. Ὁ Ἅγιος συνελήφθη καί ἐβασανίσθηκε ἀνηλεῶς. Οἱ Τοῦρκοι τόν ἐκρέμασαν ἀνάποδα σέ ἕνα δένδρο, ἐκάρφωσαν τούς πόδες καί τήν κεφαλή τοῦ Ἁγίου καί τέλος διεπέρασαν τό μαρτυρικό σῶμα του μέ πυρακτω-μένο ξύλο. Ἔτσι ὁ Ἅγιος Ἐφραίμ ἐμαρτύρησε, τό ἔτος 1426, καί ἔλαβε τόν ἀμαράντινο στέφανο τῆς δόξας.
Ἡ εὕρεση τῶν ἱερῶν λειψάνων αὐτοῦ ἔγινε στίς 3 Ἰανουαρίου τοῦ ἔτους 1950.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου νεομάρτυρος Ἐφραίμ τοῦ Προφητικοῦ.
Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Ἐφραίμ ἐμαρτύρησε στή Δαμασκό[9].
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρα, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἀδριανοῦ, τοῦ ἐκ Ρωσίας.
Τό μεγαλύτερο μέρος τῶν πληροφοριῶν σχετικά μέ τό Βίο τοῦ Ὁσίου Ἀδριανοῦ, πού ἔχουμε στήν κατοχή μας, στηρίζεται σέ ἕνα χρονικό πού ἀφηγεῖται τήν ἀρχή τῆς ἱδρύσεως τῆς μονῆς τοῦ Εὐαγ-γελισμοῦ στόν ποταμό Mόνζα, στήν περιοχή τῆς Κοστρόμα, καθώς καί τά θαυμαστά γεγονότα πού συνδέονται μέ τίς μορφές τῶν δυό ἱδρυτῶν, τοῦ Ἀβραάμ καί τοῦ Θεράποντος. Αὐτό τό χρονικό συντάχθηκε περί τά μέσα τοῦ 17ου αἰῶνος μ.Χ. ἀπό ἕνα μοναχό τῆς μονῆς. Ὁ ἱστορικός Κλγιουσέβσκϊυ ὑποδεικνύει ὡς ἡμερομηνία συντάξεως τό ἔτος 1644 καί θεωρεῖ ὅτι ὁ συγγραφέας ἦταν ὁ τρίτος ἡγούμενος τῆς μονῆς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, πού παρέμεινε ἀνώνυμος.
Σύμφωνα μέ αὐτό τό χρονικό ὁ Ὅσιος Ἀδριανός τοῦ Μον-ζένσκ ἔζησε περί τά τέλη τοῦ 16ου καί ἀρχές 17ου αἰῶνος μ.Χ. στή Ρωσία. Ἐγεννήθηκε στήν Κοστρόμα καί ἐβαπτίσθηκε μέ τό ὄνομα Ἀμώς. Ὄντας ἀκόμα νέος, κατά τή διάρκεια μιᾶς ἀρρώστιας, εἶχε ἕνα ἀποκαλυπτικό ὄνειρο: εἶδε μία ἐρημική ἐκκλησία ἀνάμεσα σέ δυό ποταμούς καί ἄκουσε μία φωνή νά τοῦ λέει: «Αὐτός εἶναι ὁ τόπος σου». Ὁ Ἀμώς, θεραπευμένος πλέον, ἔφυγε κρυφά ἀπό τούς γονεῖς του, πού ἤθελαν νά τόν νυμφεύσουν, καί ἔφθασε κατ’ ἀρχήν στό μοναστήρι τοῦ Tόλγκα στό Γιαροσλάβλ, πού εἶχε ἱδρυθεῖ ἀπό τόν Ὅσιο Γεννάδιο καί ἦταν ἀφιερωμένο στόν Σωτήρα Χριστό. Ἐκεῖ ἔλαβε τό μοναχικό σχῆμα καί ὀνομάσθηκε Ἀδριανός. Μετά ἀπό ὁρισμένα χρόνια ἀσκήσεως κατέφυγε στήν περιοχή τῆς Βολογ-κντά, στή μονή τοῦ Σωτῆρος, κοντά στή λίμνη Κούμπεν, καί στή συνέχεια στό ἐρημητήριο πού ἱδρύθηκε ἀπό τό μοναχό Παῦλο τῆς Ὀμπνόρα, μαθητή τοῦ Ὁσίου Σέργιου, στά δάση τοῦ Κομέλ. Ἐδῶ ἐκαλλιέργησε μία βαθειά πνευματική φιλία μέ τόν Στάρετς Παφνού-τιο, στόν ὁποῖο ἀποκάλυψε τήν ἐπιθυμία του ξαναεύρει τήν ἐκκλη-σία πού εἶχε δεῖ στό ὄνειρο. Στόν ἴδιο Στάρετς, στή συνέχεια, κατά τή διάρκεια τοῦ ὕπνου, ὑποδείχθηκε ἀπό ἕναν ἄγνωστο μοναχό ὁ τόπος στόν ὁποῖο ὁ Ἀδριανός θά ξαναεύρισκε αὐτή τήν ἐκκλησία: μία ἔρημος ἀνάμεσα στίς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ Mόνζα, στήν περιοχή τῆς Κοστρόμα.
Ὁ Ἀδριανός καί ὁ Παφνούτιος εἶχαν τήν ἐπιθυμία νά ἀσκητέ-ψουν μαζί σ’ ἐκεῖνον τόν ἀπομακρυσμένο τόπο, πού εἶχε μιά ἐγκα-ταλειμμένη ἐκκλησία ἀφιερωμένη στόν Εὐαγγελισμό τῆς Θεοτόκου. Παρ’ ὅλα αὐτά ὁ Παφνούτιος διορίσθηκε τό ἔτος 1595, μέ διάταγμα τοῦ τσάρου, ἀρχιμανδρίτης στό μοναστήρι Κούντωφ (ἤ Μονή τῶν Θαυμάτων τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ) στή Μόσχα. Ἔτσι, τόν ἴδιο χρόνο ὁ Ἀδριανός μαζί μέ ἄλλους τρεῖς μοναχούς ἔφθασε στόν ἀπο- μονωμένο καί ἥσυχο τόπο.
Ἀλλά οἱ κίνδυνοι καί οἱ δυσκολίες ἀπό τίς ἀνοιξιάτικες πλημ-μύρες ἀνάγκασαν τόν Ὅσιο Ἀδριανό νά μεταφέρει τήν ἐκκλησία καί τή μοναστική κοινότητα σέ μία τοποθεσία πιό ἀσφαλή. Ἐκ νέου τοῦ ἐπαρουσιάσθηκε ἐκεῖνος ὁ ἄγνωστος μοναχός, ὁ ὁποῖος ὑπέδει- ξε στόν Ὅσιο Ἀδριανό τό νέο τόπο, γιά νά κατασκευάσει τό μονα- στήρι.
Λίγο ἀργότερα κατέφθασε ἐκεῖ ἕνας Στάρετς μέ τό ὄνομα Θε- ράπων, πού ἐζοῦσε σέ ἐκεῖνα τά μέρα ὡς ἐρημίτης, σέ ἀπομόνωση καί αὐστηρό ἀσκητικό βίο. Ὁ Ὅσιος Ἀδριανός ἀνεγνώρισε στό πρόσωπό του τό μοναχό πού τοῦ εἶχε μυστηριωδῶς ἐμφανισθεῖ. Ὁ Θεράπων ἔζησε στήν κοινότητα τοῦ ἡγούμενου Ἀδριανοῦ γιά δύο καί πλέον χρόνια, μέχρι τό θάνατό του
Ὁ Ὅσιος Ἀδριανός, ἀφοῦ ἔζησε θεοφιλῶς, ἐκοιμήθηκε μέ εἰ-ρήνη τό ἔτος 1619.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Πλάτωνος, ἐπισκόπου Ἀχρίδος.῾Ο ῞Αγιος ῾Ιερομάρτυς Πλάτων (Γιοβάνοβιτς) ἐγεννήθηκε στό Βελιγράδι τό 1874. Μετά τό πέρας τῶν ἐγκυκλίων μαθημάτων του συνέχισε τίς σπουδές του στή Μόσχα καί τό 1901 ἐπέστρεψε στή Σερβία, ὅπου ἔγινε ἡγούμενος τῆς μονῆς Ρακόβιτσα κοντά στό Βελιγράδι. Παράλληλα ἐδίδασκε στό ἐκκλησιαστικό σεμινάριο τοῦ Βελιγραδίου.

Κατά τή διάρκεια τοῦ Α΄ Παγκοσμίου πολέμου ἔμεινε στή Σερβία καί ἀνέλαβε τή διακονία τῶν ὀρφανῶν καί τῶν πληγέντων. Τό 1938 ἐξελέγη ᾿Επίσκοπος ᾿Αχρίδος καί τό 1939 μετατέθηκε στήν ᾿Επισκοπή τῆς Μπάνια Λούκα στό βόρειο μέρος τῆς Βοσνίας.῞Οταν ὁ Χίτλερ, κατά τή διάρκεια τοῦ Βύ Παγκοσμίου πολέμου, κατέλαβε τό βασίλειο τῆς Γιουγκοσλαβίας, διόρισε φιλοναζιστική κυβέρνηση στήν Κροατία. ῾Η νέα κυβέρνηση ἀπαίτησε ὅλοι οἱ ᾿Ορθόδοξοι Σέρ-βοι (περίπου 3.000.000 πιστοί) νά ἀσπασθοῦν τό Ρωμαιοκαθο-λικισμό, γιά νά θεωροῦνται Κροάτες, ἤ νά ἐγκαταλείψουν τόν τόπο τους, γιά νά μήν δολοφονηθοῦν. Οἱ ἀρχές ἐζήτησαν ἀπό τόν ᾿Επί-σκοπο Πλάτωνα, ἐπειδή καταγόταν ἀπό τό Βελιγράδι, νά ἐγκαταλείψει τήν περιοχή καί νά φύγει μαζί μέ τό ποίμνιό του στή Σερβία, ἀλλά ἐκεῖνος ἀρνήθηκε σθεναρά νά ἐγκαταλείψει τό ποίμνιό του καί τήν ᾿Επισκοπή του. ῎Ετσι, στίς 4 Μαΐου 1941, τόν συνέλαβαν, τόν ἐβασάνισαν καί τόν ἐσκότωσαν. Τό τίμιο λείψανό του τό ἔριξαν στόν ποταμό, ὅπου εὑρέθηκε μετά τρεῖς ἑβδομάδες. Κατά τή διάρκεια τοῦ πολέμου φιλοναζιστική ἐξουσία ὁδήγησε στό Γιασένοβακ, τό μεγαλύτερο στρατόπεδο συγκέντρωσης στό χῶρο τῶν Βαλκανίων, τούς Χριστιανούς, τούς ῾Εβραίους καί τούς Τσιγγάνους. ᾿Εκεῖ ἐβασανίσθησαν καί ἐδολοφονήθησαν περί τούς 700.000 ἀνθρώπους.

῾Η ῾Ιερά Σύνοδος τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς Σερβίας, μέ ἀπόφασή της, ἀνεκήρυξε τόν ᾿Επίσκοπο Πλάτωνα Ἅγιο καί τόν ἐνέταξε στό ἁγιολόγιό της.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρα, ἡ σύναξις τῆς ῾Υπεραγίας Θεοτόκου, ἐν Σιέρπουχωφ Ρωσίας.῾Η ἱερή εἰκόνα τῆς Θεοτόκου στήν ἱερά Μονή Σιέρπουχωφ τῆς Ρωσίας κοντά στή Μόσχα εἶναι γνωστή γιά θαύματα ἀπεξάρτησης σέ ἀλκοολικούς καί ἐξαρτημένους ἀπό τά ναρκωτικά.
Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν!