Τοῦ Πρωτοσυγκέλλου τῆς Ι.Μ. Φωκίδος, Γέροντος Νεκταρίου Μουλατσιώτη
Διάλογος πού ἔγινε στό ἀρχονταρίκι μεταξύ τοῦ πατρός Νεκταρίου καί ἐπισκεπτῶν τῆς Μονῆς.
…Νά σᾶς ἀναφέρω κι ἄλλο ἕνα παράδειγμα; Ὁ ἄνθρωπος, ὅσο εἶναι σέ νεαρή ἡλικία, δέν παίρνει τά πράγματα στά σοβαρά καί γι᾿ αὐτό δέν προσέχει. Ἔτσι, ἐνῶ ἐξομολογεῖται, συνεχίζει νά ἁμαρτάνει. Τό ἴδιο κάνει σ’ αὐτήν τήν ἡλικία καί ὅταν εἶναι ὁδηγός αὐτοκινήτου. Δέν προσέχει ὁ νέος πού ὁδηγεῖ, ἠδονίζεται μέ τήν ταχύτητα, κάνει φιγοῦρες, ἀλλά κάποια στιγμή ἀκούει ἕνα ἰσχυρό “μπάμ!” καί διαπιστώνει ὅτι τράκαρε καί στραπατσάρισε τό αὐτοκίνητο πού ὁδηγοῦσε.
Σᾶς ἐρωτῶ τώρα: Ὅταν ἐπιστρέψει στό σπίτι του, τί ἄραγε θά πεῖ στόν πατέρα του; Σίγουρα κλαίγοντας θά ζητήσει ἀπό τούς γονεῖς του συγγνώμη καί θά τούς ὑποσχεθεῖ ὅτι θά προσέχει ἀπό ἐδῶ καί στό ἑξῆς. Ὅλοι ὅμως ξέρουμε ὅτι ὁ νέος λόγω τῆς ἡλικίας του σύντομα θά ξεχάσει τή συγγνώμη, τή μετάνοια καί τά δάκρυά του καί θά κάνει μέ τούς φίλους του πάλι τά ἴδια. Μέχρις ὅτου ἀκουστεῖ καί τό δεύτερο “μπάμ!”, τό τρίτο “μπάμ!”, τό τέταρτο “μπάμ!”, κτλ. Φυσικά, κάθε φορά θά ἐπιστρέφει στό σπίτι του μετανιωμένος, κλαμένος, ζητώντας συγγνώμη καί ὑποσχόμενος ὅτι θά εἶναι νστό ἑξῆς προσεκτικός.
Εἶμαι βέβαιος ὅτι ὁ νέος ἀπό τή δεύτερη φορά καί μετά θά ὁδηγεῖ πιό προσεκτικά, ἀλλά λόγω τῆς ἀπειρίας του εἶναι σίγουρο ὅτι θά ἀκολουθήσουν πολλά ἀκόμα τρακαρίσματα…Κι ὁ πατέρας του, παρόλο πού φοβᾶται μήν τόν χάσει σέ κάποιο ἀτύχημα, μπορεῖ μέν νά τοῦ φωνάξει, μπορεῖ νά τόν μαλώσει, ἀλλά στό τέλος συγχωρεῖ τό παιδί του, γιατί τό ἀγαπάει, γιατί εἶναι τό σπλάχνο του καί ἡ ζωή του!
Ἔ, λοιπόν, σᾶς ἐρωτῶ: Ἄν ὁ σαρκικός πατέρας δείχνει τόση ἀγάπη καί συγχώρηση ἀπέναντί μας, εἶναι δυνατόν ὁ ἐπουράνιος Πατέρας μας νά δείξει λιγότερη ἀγάπη; Φυσικά καί ὄχι! Περιμένει, λοιπόν, ὁ Θεός Πατέρας, ὅπως καί ὁ σαρκικός μας πατέρας, δείχνοντας μακροθυμία, εὐσπλαγχνία καί ἀγάπη, πότε ἐπιτέλους μεγαλώνοντας θά σοβαρευτοῦμε, πότε θά πήξει τό μυαλό μας, ὥστε νά διορθωθοῦμε καί νά μήν ἐπιτρέπουμε πιά στόν ἑαυτό μας νά συνεχίσει νά ζεῖ ἁμαρτάνοντας.
Μέ ρωτήσατε μέχρι πότε θά κάνουμε αὐτή τή δουλειά, δηλαδή νά ἁμαρτάνουμε καί νά ἐξομολογούμαστε, κι ἄν αὐτό εἶναι κοροϊδία ἀπέναντι στό Θεό. Νομίζω ὅτι ὅσα σᾶς εἶπα προηγουμένως εἶναι ἀρκετά. Ἀλλά σᾶς ἀναφέρω ἕνα ἀκόμα παράδειγμα, γιά νά ὁλοκληρώσω τήν ἀπάντησή μου στήν ἐρώτησή σας. Σᾶς ρωτάω κι ἐγώ: Ἄν μέσα σέ ἕνα μπουκάλι βάλουμε ἄρωμα ἔστω καί γιά λίγα λεπτά κι ἀμέσως μετά κάποιος χύσει τό ἄρωμα, τό μπουκάλι θά εὐωδιάζει χωρίς τό ἄρωμα ἤ ὄχι; Φυσικά καί θά εὐωδιάζει! Ὅσες φορές κι ἄν βάλουμε ἄρωμα στό μπουκάλι, ἔστω κι ἄν ἀμέσως μετά τό ἀδειάζουμε, τό μπουκάλι θά εὐωδιάζει καί σιγά-σιγά ἀποκτᾶ μιά μόνιμη ὡραία εὐωδία.
Ὁ ἄνθρωπος, ἀδέλφια μου, εἶναι τό μπουκάλι, καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, πού κατέρχεται τήν ὥρα τῆς συγχώρησης τῶν ἁμαρτημάτων τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι τό ἄρωμα. Σιγά-σιγά ὁ ἄνθρωπος, χωρίς νά τό θέλει, ἀρχίζει νά εὐωδιάζει ἀπό τό ἄρωμα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀρέσκεται δέ σ’ αὐτή τήν ὄμορφη εὐωδία κι ἀρχίζει νά σιχαίνεται τή δυσοσμία πού τοῦ προκαλεῖ ἡ ἁμαρτία στήν ψυχή του. Το ἀποτέλεσμα εἶναι στό τέλος νά ἀναζητᾶ ὁ ἄνθρωπος καί νά παρακαλεῖ τό Ἅγιο Πνεῦμα νά μείνει μόνιμα μέσα στό δοχεῖο τῆς ψυχῆς του, δηλαδή στό σῶμα του.
Ὁ ἄνθρωπος, λοιπόν, πού ἐξομολογεῖται συνεχῶς καί συνεχῶς μετά ἁμαρτάνει ξανά, κερδίζει τελικά τή μάχη κατά τοῦ διαβόλου καί γίνεται δοχεῖο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού εὐωδιάζει. Ἄς μήν ἀπελπιζόμαστε, λοιπόν!
Προσκυνητής: Ἐγώ, πάτερ, κάνω τό σταυρό μου καί στήν προσευχή μου λέω τά ἁμαρτήματά μου στό Θεό μπροστά σέ μιά εἰκόνα καί ζητάω συγχώρηση. Ἐξομολόγηση δέν εἶναι κι αὐτό; Ὁ Θεός δέ μέ συγχωρεῖ;
π. Νεκτ.: Ἀκοῦστε: Μέ αὐτό τό σκεπτικό θά μποροῦσες νά βαπτιστεῖς κιόλας ἤ νά παντρευτεῖς μόνος σου μπροστά σέ μιά εἰκόνα. Θεωρεῖται αὐτό ὅμως ἔγκυρο; Θά μποροῦσε κανείς νά πεῖ ὅτι εἶσαι παντρεμένος ἤ βαπτισμένος; Φυσικά καί ὄχι! Γιατί ὅλα τά μυστήρια, τή Βάπτιση, τό Γάμο, τό Εὐχέλαιο, τή Θεία Κοινωνία κτλ. ὅρισε ὁ Θεός νμέσα στήν Ἁγία Γραφή νά τά τελοῦν οἱ Ἀπόστολοί Του. Ἔτσι καί γιά τό μυστήριο τῆς Ἐξομολόγησης ὁ Χριστός ἔδωσε μόνο στούς μαθητές Του τήν ἐξουσία νά τό τελοῦν, λέγοντάς τους: “…Λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον• ἄν τινων ἀφῆτε τάς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται” (Ἰωάν. κ΄ , 22-23). Αὐτοί δέ μέ τή σειρά τους παρέδωσαν τό χάρισμα αὐτό στούς διαδόχους τους, πού εἶναι οἱ ἐπίσκοποι καί οἱ ἱερεῖς.
Ἄν ὁ Χριστός ὅριζε τά μυστήρια νά τά τελοῦν οἱ ἄγγελοι ἤ οἱ ἅγιες εἰκόνες, μόνο τότε θά μποροῦσα νά σοῦ πῶ ὅτι σοῦ δόθηκε ἄφεση ἁμαρτιῶν καί συγχώρηση ἀπό τό Θεό κατά τή διάρκεια τῆς ἐξομολόγησής σου μπροστά σέ μιά εἰκόνα.
Ὁ Θεός ὅμως δέν ὅρισε κάτι τέτοιο. Τή δύναμη τῆς τελέσεως ὅλων τῶν μυστηρίων τήν ἔδωσε στούς μαθητές Του καί οἱ μαθητές Του στούς ἱερεῖς μας. Ἡ δέ ἐξομολόγηση εἶναι κι αὐτή ἕνα ἀπό τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας, ἄρα μόνο ὁ ἱερέας ἔχει τή δύναμη νά ἐξομολογεῖ καί νά δίδεται μέσω αὐτοῦ ἡ ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μας.
Προσκυνητής: Μά εἶναι δυνατόν, πάτερ, μέ τόσα ἁμαρτήματα πού ἔχουμε, νά πᾶμε στόν ἱερέα καί νά τά ποῦμε; Δέ θά ἐξευτελιστοῦμε κατ᾿ αὐτόν τόν τρόπο;
π. Νεκτ.: Βεβαίως καί ἐξευτελιζόμαστε! Μήπως καί ὁ Χριστός μας δέν ταπεινώθηκε καί δέν ἐξευτελίστηκε ἐνώπιον ὅλου τοῦ ἑβραϊκοῦ ἱερατείου καί λαοῦ; Ὁ Χριστός μας ἔφτασε στήν ἄκρα ταπείνωση κι ἐμεῖς ντρεπόμαστε ἐνώπιον ἑνός ἀνθρώπου νά ποῦμε μέ εἰλικρίνεια τά ἁμαρτήματά μας; Πρέπει νά γνωρίζετε ὅτι μέ αὐτόν τόν τρόπο ἐξομολογήσεως πού ὅρισε ὁ Θεός, βοηθᾶ τελικά τόν ἄνθρωπο νά πολεμήσει ἕνα πολύ μεγάλο ἁμάρτημά του, τόν ἐγωϊσμό του. Γιατί ἡ ἐξομολόγηση χρειάζεται εἰλικρίνεια καί ταπείνωση! Γνωρίζετε πόσο δύσκολο εἶναι νά ταπεινωθεῖ ὁ ἄνθρωπος; Ἄν ὅμως δέν ταπεινωθοῦμε, νά ξέρετε ὅτι δέν μποροῦμε νά λάβουμε τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ ὁ Χριστός τό εἶπε ξεκάθαρα: “Ὁ Θεός ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δέ δίδωσι χάριν” (Ἰακ. δ΄ , 6).
Ὁ ἐγωϊσμός, ἀδέλφια μου, ὑπῆρξε τό πρῶτο καί μεγαλύτερο ἁμάρτημα τοῦ Ἐωσφόρου, τό ὁποῖο τόν ἀπομάκρυνε ἀπό τό Θεό, παρόλο πού ἦταν ὁ καλύτερος ἀρχάγγελός Του. Τώρα ὁ Ἑωσφόρος προσπαθεῖ πάσῃ θυσίᾳ νά ἐμποδίσει τόν ἄνθρωπο νά ταπεινωθεῖ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, γιά νά πετύχει ἔτσι τήν ἀπομάκρυνση τῆς ψυχῆς του ἀπό Αὐτόν. Ἀνάβει, λοιπόν, μέσα του τήν ντροπή, τήν καχυποψία καί χίλια δυό ἄλλα, ὥστε νά ἀποφύγει τήν ταπείνωση, ἡ ὁποία θά ὁδηγήσει τελικά τά βήματά του ἐνώπιον τοῦ πνευματικοῦ του πατέρα, γιά νά ἐξομολογηθεῖ καί νά λάβει ἄφεση ἁμαρτιῶν.
Προσκυνητής: Μά εἶναι δυνατόν ἕνας ἁμαρτωλός ἄνθρωπος, ὅπως εἶναι κι ὁ ἱερέας, νά συγχωρεῖ ἁμαρτίες;
π. Νεκτ.: Πρέπει νά σᾶς πῶ ὅτι σωστά εἴπατε γιά τούς ἱερεῖς μας ὅτι εἶναι κι αὐτοί ἁμαρτωλοί, γιατί μόνο Ἕνας ὑπῆρξε ἀναμάρτητος πάνω στή γῆ, ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Κανείς ἄλλος!Ἀλλά βλέπετε ὅτι ὁ Χριστός ἐπέλεξε τελικά ἐμᾶς τούς ἱερεῖς, τούς ἁμαρτωλούς, νά ἐξομολογοῦμε! Θά μποροῦσε, ὅπως εἴπαμε καί προηγουμένως, νά ἐπιλέξει τούς ἀγγέλους νά μᾶς ἐξομολογοῦν. Ἀλλά τότε θά εἴχαμε πολλά προβλήματα, γιατί οἱ ἄγγελοι ἔχουν σταθεροποιηθεῖ στήν ἀναμαρτησία. Τό μόνο πού κάνουν καθημερινά εἶναι νά ὑπηρετοῦν πιστά τό Θεό καί νά Τόν ὑμνοῦν ἀκαταπαύστως. Δέ γνωρίζουν τί σημαίνει ἁμαρτία. Ἄν, λοιπόν, ἔδινε ὁ Θεός τό δικαίωμα στούς ἀγγέλους νά ἐξομολογοῦν τούς ἀνθρώπους, τότε μέ τό πού θά λέγαμε στόν ἄγγελό μας τό πρῶτο μας ἁμάρτημα, ὅπως π.χ. “ἅγιε ἄγγελε, εἶπα ἕνα ψέμα”, ὁ ἄγγελος θά μᾶς ἔλεγε: “Τί ἔκανες; Τί εἶπες, ἄνθρωπε; Ψέματα; Πῶς τόλμησες; Ἀπό τό στόμα, στό ὁποῖο εἰσέρχεται ἡ Θεία Κοινωνία, ἀπό τό ἴδιο στόμα ἐξέρχεται καί τό ψέμα;”.
Βλέπετε, λοιπόν, ὅτι ὁ ἄγγελος δέ θά μποροῦσε νά μᾶς κατανοήσει, ἐπειδή ὁ ἴδιος δέν ἁμαρτάνει, ὅπως εἴπαμε. Κυριολεκτικά, θά “ἔκοβε κεφάλια”! Ἐνῶ ὁ ἱερέας, πού εἶναι κι αὐτός ἄνθρωπος μέ ἁμαρτίες, γνωρίζει τήν ἀδυναμία τοῦ ἀνθρώπου, μπορεῖ νά τόν κατανοήσει, νά τόν συμπονέσει, ἀκόμα καί νά κλάψει μαζί του. Γι᾿ αὐτό στόν ἱερέα δέ φαίνεται καθόλου παράξενο τό ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἁμαρτάνει. Ἔτσι, μέ τήν ἐξουσία πού τοῦ ἔδωσε ὁ Χριστός, τοῦ παρέχει τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν του.
Ἐδῶ ὅμως θά πρέπει νά τονίσουμε ὅτι τελικά δέν εἶναι ὁ ἱερέας ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος συγχωρεῖ. Ἐκεῖνος πού συγχωρεῖ εἶναι ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός διά τοῦ ἱερέως. Γι᾿ αὐτό καί, ὅταν διαβάζει ὁ ἐξομολόγος τήν εὐχή, λέει: “Ἡ χάρις τοῦ παναγίου Πνεύματος διά τῆς ἐμῆς ἐλαχιστότητος ἔχει σέ συγκεχωρημένον καί λελυμένον”. Τί λέει ἐδῶ; Ὅτι αὐτός πού δίνει τή συγχώρηση καί τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν εἶναι ἡ Χάρη τοῦ παναγίου Πνεύματος, πού διέρχεται μέσω ἡμῶν τῶν ἐλαχίστων, ἁμαρτωλῶν καί ἀναξίων ἱερέων. Ὁ Θεός, δηλαδή, συγχωρεῖ καί ὄχι ἐμεῖς οἱ ἱερεῖς.