Τοῦ Πρωτοσυγκέλλου τῆς Ι.Μ. Φωκίδος, Γέροντος Νεκταρίου Μουλατσιώτη
Διάλογος πού ἔγινε στό ἀρχονταρίκιμεταξύ τοῦ πατρός Νεκταρίουκαί ἐπισκεπτῶν τῆς Μονῆς.
Προσκυνητής: Ποιός λόγος ὑπάρχει καί ποιά εἶναι ἡ ἀνάγκη νά ἐξομολογεῖται ὁ ἄνθρωπος;
π. Νεκτ.: Γιά νά μπορέσω νά ἀπαντήσω στίς δύο αὐτές ἐρωτήσεις σας καί νά γίνω σαφής καί κατανοητός, θά πρέπει νά ἀναφερθῶ ἔστω καί σύντομα στήν ἀρχή τῆς Δημιουργίας καί στό πῶς ὁ ἄνθρωπος ἔφτασε στήν κατάσταση τή σημερινή.
Ἄς δοῦμε πρῶτα τήν κατάσταση τῶν ἀγγέλων καί ἰδιαιτέρως τήν κατάσταση τοῦ Ἑωσφόρου, πού σήμερα ὀνομάζεται διάβολος ἤ σατανάς: Λέγεται διάβολος, ἐπειδή διαβάλλει συνεχῶς τό Θεό, ἀλλά καί τόν ἄνθρωπο. Ὀνομάζεται ὅμως καί σατανάς, πού στά ἑβραϊκά σημαίνει “καταστροφή”. Ὡστόσο, πρίν λάβει αὐτές τίς ὀνομασίες, ὀνομαζόταν Ἑωσφόρος. Ἦταν ὁ ἄγγελος πού ἔφερε καί λουζόταν ὁλόκληρος μέσα στό φῶς, ὅπως, ὅταν λέμε τό ὄνομα Χριστόφορος, σημαίνει ἐκεῖνον πού φέρει τό Χριστό.
Ἑωσφόρος, λοιπόν, σημαίνει φωτεινός, αὐτός πού λάμπει. Μόνο πού ἡ λάμψη αὐτή καί τό φῶς δέν ἦταν δικό του. Προερχόταν ἀπό τόν Ἴδιο τό Θεό, πού εἶναι τό Φῶς. Μέ λίγα λόγια, ὁ Ἑωσφόρος δέν ἦταν αὐτόφωτος, ἀλλά ἑτερόφωτος. Παρ᾿ ὅλα αὐτά ἔλαμπε περισσότερο ἀπό ὅλους τούς ἄλλους ἀγγέλους. Γιατί ὅμως ἔλαμπε; Γιατί ἦταν ἑνωμένος μέ τό Θεό, τήν πηγή τοῦ φωτός.
Θά σᾶς ἀναφέρω τώρα ἕνα παράδειγμα, γιά νά κατανοήσετε πῶς ἀπό ἄγγελος τοῦ φωτός ἔγινε ἄγγελος τοῦ σκότους. ἩἉγία Τριάδα, ἄν καί εἶναι τρία Πρόσωπα χωριστά, ἐντούτοις ἔχουν μία θέληση. Ἕνα, δηλαδή, θέλημα. Ὅ,τι θέλει ὁ Πατήρ, τό ἴδιο θέλει καί ὁ Υἱός καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, γι᾿ αὐτό καί εἶναι ἕνα.
Γιά νά εἶναι ὅμως ἡ κτίση καί τά κτίσματα ἑνωμένα μέ τό Θεό, πρέπει νά ἔχουν τό ἴδιο θέλημα μέ Ἐκεῖνον. Ἄν κάποιο ἀπό τά κτίσματα ἀποφασίσει νά πράξει διαφορετικά, ἀρχίζει ἡ ἀνεξαρτητοποίησή του. Ἔτσι κι ὁ Ἑωσφόρος. Ἀπό τή στιγμή πού ἀποφάσισε νά σκέφτεται διαφορετικά, νά πράττει διαφορετικά καί νά ἔχει δικό του θέλημα, διαφορετικό, ξεχωριστό ἀπό τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἄρχισε ἡ ἀνεξαρτητοποίησή του.
Κάτι παρόμοιο συμβαίνει καί στίς οἰκογένειες τῶν ἀνθρώπων. Ὅταν τό παιδί μεγαλώσει, ἄν ἀποφασίσει νά κάνει τό δικό του θέλημα καί ἀποφασίζει μόνο του, χωρίς τη γνώμη τῶν γονέων του, τότε ἀρχίζει ἡ ἀνεξαρτητοποίησή του. Γίνεται αὐτόνομο καί αὐτοδιοίκητο καί, φυσικά, ἀρχίζει ἡ ἀπομάκρυνσή του ἀπό τήν οἰκογένεια, ἀφοῦ ἄλλα θέλουν οἱ γονεῖς καί ἄλλα τό παιδί.
Αὐτό ἔγινε καί στήν οὐράνια οἰκογένεια. Ὁ Ἑωσφόρος ἀπό τήν ὥρα πού ἀπέκτησε δικό του θέλημα, διαφορετικό ἀπό τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, αὐτονομήθηκε καί ἀνεξαρτητοποιήθηκε. Κάνοντας καθημερινά τό δικό του θέλημα, τό ἴδιον θέλημα, ὅπως λέγεται στή γλώσσα τῆς θεολογίας, ἀπομακρυνόταν καί ἀκόμη ἀπομακρύνεται συνεχῶς ἀπό τήν πηγή τοῦ φωτός, πού εἶναι ὁ Θεός. Ἡ ἀπομάκρυνσή του αὐτή ἦταν τόσο μεγάλη, πού πλέον δέ λουζόταν στό φῶς τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι σκοτείνιασε, καί ἀπό ἄγγελος τοῦ φωτός ἔγινε ἄγγελος τοῦ σκότους. Ὅπως ἀναφέρουν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, καί ἡ Κόλαση εἶναι σκοτεινή, ἐπειδή ὁ τόπος αὐτός δέ λούζεται ἀπό τό φῶς τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Θεός εἶναι ἡ πηγή τῆς ζωῆς, τοῦ φωτός, τῆς αἰωνιότητας, τῆς ἀθανασίας, τῆς εὐτυχίας, τῆς χαρᾶς, τῆς εἰρήνης, τῆς δικαιοσύνης, τῆς ἐλευθερίας κτλ. Ὅ,τι ὅμως ἀνεξαρτητοποιεῖται καί αὐτονομεῖται ἀπό Αὐτόν (κι αὐτό γίνεται, ὅταν τό κτίσμα ἀποφασίσει νά ἔχει ἴδιον θέλημα, χαρακτηριστικό τῆς ἀνεξαρτησίας καί τῆς αὐτονόμησής του), αὐτό ἀποκόπτεται ἀπό τήν πηγή ὅλων αὐτῶν τῶν ἀγαθῶν, μέ ἀποτέλεσμα νά ὁδηγεῖται στίς ἀκριβῶς ἀντίθετες καταστάσεις ἀπό αὐτές πού τοῦ χάριζε ἡ ἕνωσή του μέ τό Θεό, πού εἶναι ἡ πηγή κάθε ἀγαθοῦ.
Ἔτσι ἐξηγεῖται τώρα καί τό πῶς ὁ ἄνθρωπος ἔφτασε ἐδῶ πού ἔχει φτάσει. Σᾶς ὑπενθυμίζω ὅτι μέσα στόν Παράδεισο ἔπαψε κάποια στιγμή νά πράττει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ἔπραξε τό ἴδιον θέλημα. Ἀπέκτησε, μέ λίγα λόγια, “ἐγώ”. Ἀπό ἐκείνη τή στιγμή αὐτομάτως ἀποκόπηκε ἀπό τό Θεό καί αὐτονομήθηκε.
Ἡ παραβολή τοῦ ἀνεμιστήρα
Ὅλοι σχεδόν χρησιμοποιοῦμε ἀνεμιστῆρες στά σπίτια μας κατά τή διάρκεια τοῦ καλοκαιριοῦ. Ὁ ἀνεμιστήρας ἔχει ἕναν ἕλικα, ὁ ὁποῖος γυρίζει μέ μεγάλη ταχύτητα. Ἄν ὅμως τραβήξουμε τό καλώδιό του ἀπό τήν μπρίζα καί τόν ἀποκόψουμε ἀπό τό ρεῦμα, ὁ ἕλικας ἀρχίζει σιγά-σιγά νά κάνει ἀργές στροφές καί σέ λίγα λεπτά σταματᾶ καί νεκρώνεται τελείως. Αὐτό γίνεται, ἐπειδή ἀποκόπηκε ἀπό τό ρεῦμα. Ὁἀνεμιστήρας κινεῖται καί εἶναι σέ λειτουργία μόνο ὅταν εἶναι συνδεμένος μέ τήν πηγή τῆς ζωῆς του, πού εἶναι τό ρεῦμα.
Πόσες στροφές μπορεῖ νά κάνει ὁ ἕλικας ἑνός ἀνεμιστήρα χωρίς νά εἶναι συνδεμένος μέ τό ρεῦμα; Φυσικά, ὅταν εἶναι στό ρεῦμα, κάνει ἑκατοντάδες χιλιάδες στροφές. Χωρίς ὅμως τό ρεῦμα, ἐξαρτᾶται ἀπό τήν ὑποδύναμη πού ἔχει ὁ μηχανισμός του. Ἔτσι, ἄλλος ἕλικας θά κάνει μία στροφή, ἄλλος πέντε, ἄλλος τριάντα, ἄλλος ὀγδόντα… καί ἀργά, ἀλλά σταθερά σταματᾶ, δηλαδή νεκρώνεται.
Αὐτό εἶναι κι ὁ ἄνθρωπος. Ἕνας “ἀνεμιστήρας”, πού δημιουργήθηκε ἀπό τά χέρια τοῦ Θεοῦ, τήν πηγή τῆς ζωῆς, καί ὅσο ἦταν μέσα στόν Παράδεισο, παρέμενε ἑνωμένος μαζί Του. Μέ αὐτό τό σκεπτικό πλάστηκε ἀπό τό Θεό καί μέ τήν προϋπόθεση νά ζήσει αἰώνια. Νά μπορεῖ, δηλαδή, ὁ “ἕλικάς’’ του νά κάνει ἑκατοντάδες χιλιάδες καί ἑκατομμύρια στροφές, χωρίς νά σταματᾶ ποτέ.
Ὅμως ὁ ἄνθρωπος φάνηκε ἀνόητος καί θεώρησε καλό νά τραβήξει τήν μπρίζα καί νά ἀποκοπεῖ ἀπό τό ρεῦμα πού τοῦ ἔδινε ζωή. Τά ἀποτελέσματα, φυσικά, δέν ἄργησαν νά φανοῦν καί εἶναι ὁρατά μέχρι καί σήμερα. Ὁ θάνατος τοῦ “ἀνεμιστήρα’’ ἔφτασε, καί μάλιστα πολύ γρήγορα. Ἐκεῖ πού θά ζοῦσε ἑκατομμύρια καί δισεκατομμύρια χρόνια, αἰώνια μέ λίγα λόγια, ξαφνικά, ἀνάλογα μέ τήν ὑποδύναμη πού ἔχει ὁ μηχανισμός του, ὁ ἕλικάς του κάνει μία στροφή, δύο, τρεῖς, τό πολύ μέχρι ὀγδόντα, ἐνενήντα, καί τέρμα. Γι᾿ αὐτό καί βλέπουμε τόν ἄνθρωπο νά πεθαίνει ἤ τήν πρώτη ἡμέρα τῆς ζωῆς του ἤ τόν πρῶτο χρόνο ἤ στά τριάντα, στά σαράντα, στά ὀγδόντα ἤ στά ἐνενήντα του χρόνια. Ὁ ἀνεμιστήρας, ἀπό τήν ὥρα πού ἔχει τραβηχτεῖ τό καλώδιό του ἀπό τήν μπρίζα τοῦ ρεύματος, εἶναι νεκρός. Ἁπλά εἶναι θέμα χρόνου νά σταματήσει ὁ ἕλικάς του νά γυρίζει.
Αὐτό οἱ ἄνθρωποι, δυστυχῶς, δέν τό ἔχουν καταλάβει ἀκόμη. Γι᾿ αὐτό καί ρωτοῦν: “Γιατί πέθανε τόσο νέος ὁ τάδε;”. Πρέπει νά καταλάβουμε ὅτι ὁ θάνατος ἔχει ἔρθει ἤδη ἀπό τήν ὥρα πού τραβήχτηκε τό καλώδιο ἀπό τήν μπρίζα τοῦ ρεύματος καί ὄχι τήν ὥρα πού ἐμεῖς βλέπουμε νά σταματᾶ ὁ ἕλικάς του.
Πρέπει ἐπιτέλους νά καταλάβουμε ὅτι τό σταμάτημα τοῦ ἕλικα εἶναι ἁπλά ἡ φυσική ἐξέλιξη τῆς ἀποσύνδεσης τοῦ ἀνεμιστήρα ἀπό τήν πηγή τῆς ζωῆς του, πού εἶναι τό ρεῦμα. Στό μόνο πού διαφέρει ἀνεμιστήρας ἀπό ἀνεμιστήρα εἶναι ὁ χρόνος τῆς τελικῆς νεκρώσεώς του.
Εἰλικρινά σᾶς λέω ὅτι λυπᾶμαι καί κλαίω πολλές φορές πού οἱ ἄνθρωποι δέν ἔχουν κατανοήσει ἀκόμα ὅτι εἴμαστε ἁπλοί ἀνεμιστῆρες καί ὅτι ὁ Χριστός ἦρθε γιά ἕναν καί μόνο λόγο πάνω στή γῆ. Ἦρθε, γιά νά μᾶς πεῖ: “Ὦ ἀνόητοι ἄνθρωποι, δέν καταλαβαίνετε ὅτι, ἄν θέλετε νά ζήσετε καί πάλι αἰώνια, πρέπει νά προλάβετε τώρα νά βάλετε τό καλώδιο τοῦ ἀνεμιστήρα ξανά στήν μπρίζα τοῦ ρεύματος καί νά ἑνωθεῖτε μέ τό ρεῦμα, πού εἶναι ἡ πηγή τῆς ζωῆς; Ἡ ζωή εἶμαι Ἐγώ! Ὅποιος ἑνώνεται μαζί Μου ἔχει μέσα του τή ζωή κι ὁ θάνατος δέν μπορεῖ πλέον νά τόν κυριεύσει”.
Πῶς εἶναι ὅμως δυνατό νά ἑνωθεῖ κανείς ξανά μέ τήν πηγή τῆς ζωῆς; Ποῦ εἶναι ἡ ζωή; Ποῦ εἶναι αὐτή τή στιγμή ὁ Χριστός πάνω στή γῆ; Πρέπει νά σᾶς πῶ ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἡ Ἐκκλησία Του. Ἡ Ἐκκλησία Του εἶναι τό Σῶμα Του τό ἴδιο. Γι᾿ αὐτό, ὅταν εἰσερχόμαστε στό ναό, δέν πηγαίνουμε κυρίως γιά νά προσευχηθοῦμε στό Θεό, γιατί αὐτό μποροῦμε νά τό κάνουμε παντοῦ. Πηγαίνουμε νά ἑνωθοῦμε μαζί Του. Καί ἡ ἕνωση μαζί Του γίνεται τήν ὥρα πού ἡ ἀνθρώπινη κοινωνία ἐπικοινωνεῖ κατά μοναδικό τρόπο μέ τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ (τό Θεό), πού βρίσκεται μέσα στό Ἅγιο Δισκοπότηρο.
Γι᾿ αὐτό καί ἡ ἐπικοινωνία αὐτή, πού συντελεῖται μέσω τοῦ Ἁγίου Ποτηρίου, ὀνομάζεται Θεία Ἐπικοινωνία. Ἐκείνη τή στιγμή ἡ ἀνθρώπινη κοινωνία ἐπικοινωνεῖ, ὅπως προαναφέραμε, κατά μοναδικό τρόπο μέ τό θεῖο, δηλαδή μέ τό Θεό. Γι᾿ αὐτό καί ὀνομάζεται Θεία Ἐπικοινωνία ἤ Θεία Κοινωνία. Ἄρα, τήν ὥρα πού ἡ ἀνθρώπινη κοινωνία ἐπικοινωνεῖ μέσα στό ναό μέ τή Θεία Κοινωνία, γίνεται ἡ ἐπανασύνδεση τοῦ ἀνθρώπου μέ τή ζωή, πού εἶναι ὁ Θεός. Μόνο τότε ὁ “ἀνεμιστήρας” μας ξαναπαίρνει ζωή, ὅταν ξαναπάρει ρεῦμα.
Λόγω ὅμως τῆς φθορᾶς πού ἔχει πάθει ὁ ἀνεμιστήρας, δηλαδή τό σῶμα μας, ἔρχεται ἡὥρα πού θά “πεταχτεῖ” καί θά ταφεῖ στό χῶμα. Σ’ αὐτό τό σημεῖο σᾶς θυμίζω κάτι: Στό χῶμα θάβουμε καί τούς σπόρους τοῦ σιταριοῦ, τοῦ καλαμποκιοῦ καί ὁποιονδήποτε ἄλλον σπόρο. Ἄν ὁ σπόρος ἔχει μέσα του ζωή καί ἐνέργεια, τότε ἡ γῆ δέν μπορεῖ νά τόν κρατήσει. Ἀμέσως θά βλαστήσει καί θά βγεῖ ἔξω ἀπό τή γῆ.
Συνεχίζεται…