Τοῦ Πρωτοσυγκέλλου τῆς Ι.Μ. Φωκίδος, Γέροντος Νεκταρίου Μουλατσιώτη
Διάλογος πού ἔγινε στό ἀρχονταρίκι μεταξύ τοῦ πατρός Νεκταρίου καί ἐπισκεπτῶν τῆς Μονῆς.
Ἀπό τό 1991, πού ἱδρύθηκε τό Μοναστήρι μας στό Τρίκορφο τῆς Φωκίδος, καταφθάνουν σ’ αὐτό κάθε χρόνο χιλιάδες ἐπισκέπτες. Ἄλλοι ἀπό αὐτούς ἔρχονται ὡς εὐλαβεῖς προσκυνητές, ἄλλοι ὡς ἁπλοί ἐπισκέπτες, ἄλλοι ὡς τουρίστες, ἄλλοι καταφθάνουν ἀπό περιέργεια, ἄλλοι ἔρχονται γιά νά δοῦν καί ν᾽ ἀκούσουν τίς καμπάνες, ἄλλοι γιά νά συναντηθοῦν καί νά συνομιλήσουν μέ τόν π. Νεκτάριο, ἄλλοι γιά νά τόν δοῦν ἀπό κοντά καί ἄλλοι γιά νά ἐξομολογηθοῦν καί να πάρουν τήν εὐχή του.
Πολλοί καί διαφορετικοί ἄνθρωποι, λοιπόν, καταφθάνουν καθημερινά στό μοναστήρι μας. Ἄλλοι πιστεύουν, ἄλλοι δέν πιστεύουν, ἄλλοι εἶναι ἀδιάφοροι στά τῆς πίστεως, ἀλλά καί κάποιοι -ἐλάχιστες φορές- εἶναι ἐχθρικοί ἀπέναντι στό Χριστό καί στήν Ἐκκλησία μας. Οἱ μοναχοί τοῦ μοναστηριοῦ μας ὅλους τούς καλοδέχονται μέ χαμόγελο, σέ ὅλους προσφέρουν τό μοναστηριακό κέρασμα καί σέ ὅλους λένε την ἱστορία τῆς μονῆς, τούς βίους τῶν ἁγίων μας και ἕνα σύντομο κατηχητικό λόγο μέσα στόν ἱερό ναό ἤ στό ἀρχονταρίκι γιά τριάντα περίπου λεπτά τῆς ὥρας. Ἔτσι, μέ ὁποιοδήποτε σκεπτικό κι ἄν ἔχουν φτάσει οἱ ἐπισκέπτες στό μοναστήρι μας, φεύγοντας θά ἔχουν ἀκούσει λίγα λόγια γιά τό Χριστό. Πολλές φορές, ἄν ἔχω ἐλεύθερο χρόνο, μιλάω στούς ἐπισκέπτες ὁ ἴδιος.
Στό κεφάλαιο αὐτό θέλω νά σᾶς μεταφέρω ἕνα μέρος ἀπό διάφορους διαλόγους πού ἔκανα με κάποιους ἐπισκέπτες στό ἀρχονταρίκι τῆς μονῆς γύρω ἀπό τό θέμα τῆς ἐξομολόγησης. Θά προσπαθήσω, ὅσο μπορῶ, νά μεταφέρω ἀκριβῶς τά λόγια καί τίς ἐρωτήσεις τους, ἀλλά καί τις ἀπαντήσεις πού κατά καιρούς τούς ἔδωσα, προς ψυχική ὠφέλεια τῶν ἀναγνωστῶν:
π. Νεκτ.: Εἶστε ἄνθρωποι πού ἔχετε κάποια σχέση μέ τήν Ἐκκλησία; Δηλαδή ἐκκλησιάζεσθε, ἐξομολογεῖσθε, κοινωνᾶτε;
Προσκυνητής: Ἔχουμε κάποια σχέση, ἀλλά δέν ἐξομολογούμαστε.Ἄν ἐξομολογηθοῦμε, θά λιποθυμήσει ὁ ἱερέας πού θά μᾶς ἀκούσει.
π. Νεκτ.: Γιατί νομίζετε ὅτι θά λιποθυμήσει; Πιστεύετε ὅτι ὁ ἱερέας πρώτη φορά ἀκούει ἁμαρτήματα ἀνθρώπων; Ἐξάλλου ὅλος ὁ κόσμος στό ἴδιο καζάνι βράζει. Τά ἁμαρτήματα εἶναι λίγο- πολύ γνωστά καί οἱ περισσότεροι ἔχουν τά ἴδια, ἀφοῦ, ὅπως σᾶς εἶπα, ὅλοι εἴμαστε μέσα στό ἴδιο καζάνι.
Προσκυνητής: Τί ἐννοεῖτε ἔχουν τά ἴδια;
π. Νεκτ.: Νά τί ἐννοῶ: Πολλοί ἄνθρωποι κλέβουν μικρά ἤ μεγάλα πράγματα, βρίζουν, ὁρκίζονται, βλασφημοῦν τά θεῖα, ἀπατοῦν τόν ἤ τή σύζυγό τους, κάνουν παρά φύσιν ἔρωτα, ἐκτρώσεις, ἀσέλγειες, μοιχεῖες, πορνεῖες, ὁμοφυλοφιλίες, κτηνοβασίες, κ.ἄ. Συναντοῦμε πολλούς ἀνθρώπους ἐγωϊστές, ὑπερήφανους, ψεῦτες, συκοφάντες, γαστρίμαργους, ἀμελεῖς, φιλάρεσκους, φιλάργυρους, ἀνθρώπους πού μέσα τους ἔχουν ζήλεια, φθόνο, θυμό, μίσος καί, ποῦ και ποῦ συναντοῦμε καί κανέναν ἄνθρωπο πού κάτω ἀπό κάποιες συνθῆκες ὁδηγήθηκε στό νά διαπράξει φόνο…
Προσκυνητής: Ἀκοῦτε ὅλα αὐτά καί δε λιποθυμᾶτε;
π. Νεκτ.: Μά φυσικά καί ὄχι! Ἀφοῦ σᾶς εἶπα ὅτι ὁ κόσμος ζεῖ καί βράζει μέσα στό ἴδιο καζάνι, λίγο-πολύ ὅλοι τά ἴδια κάνουν, καί κάθε μέρα πού ἐξομολογοῦμε διαπιστώνουμε ὅτι ἡ πλειοψηφία τῶν ἀνθρώπων ἔχει τά ἴδια περίπου ἁμαρτήματα.
Προσκυνητής: Μά τί νόημα ἔχει να ἐξομολογηθοῦμε, ἀφοῦ καί πάλι τήν ἄλλη μέρα τά ἴδια θά κάνουμε; Εἴμαστε ἀδύναμοι ἄνθρωποι…
π. Νεκτ.: Νά σᾶς ἐξηγήσω:Ὁἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος εἶπε ὅτι τό νά ἁμαρτάνει ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἀναπόφευκτο καί φυσικό, ὅμως τό νά μήν ἐξομολογεῖται καί νά μή ζητᾶ συγχώρηση ἀπό τό Θεό εἶναι σατανικό. Κι ἐγώ θά συμπληρώσω καί θά σᾶς πῶ ὅτι, ἄν ὁ ἄνθρωπος ἁμάρτησε μέσα στόν Παράδεισο, ὅπου ὅλα ἦταν τέλεια, πολύ περισσότερο δέ θά ἁμαρτήσει μέσα στό σημερινό κόσμο πού ζεῖ;
Ἄρα τό γνωρίζουμε, καί μάλιστα πολύ καλά, ὅτι ὁ ἄνθρωπος δέ θα πάψει νά ἁμαρτάνει, κάνοντας εἴτε μικρά, εἴτε μεγάλα ἁμαρτήματα. Τουλάχιστον, ὅπως λέει κι ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ἄς τρέχουμε να ἐξομολογηθοῦμε, ζητώντας τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ἄς προσπαθοῦμε τουλάχιστον νά ἀγωνιζόμαστε. Να κάνουμε μιά προσπάθεια, ὥστε ἐκεῖ πού ἔχουμε ἑκατό ἁμαρτήματα, τήν ἑπόμενη φορά νά ἔχουμε ἐνενήντα ἐννιά καί τή μεθεπόμενη ἐνενήντα ὀχτώ καί σιγά-σιγά νά τά μειώνουμε. Μέ λίγο ἀγῶνα και μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ θά διαπιστώσουμε ὅτι πολύ σύντομα θά μᾶς ἐπισκεφθεῖ ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀνταμείβοντας αὐτή τήν προσπάθειά μας καί θά θαυμάσουμε τότε τήν ἀλλοίωση πού θα φέρει ὁ Χριστός μέσα στίς καρδιές μας. Ἀπό κεῖ και πέρα ὅλα θά γίνουν εὔκολα.
Ὅσο δέ γιά τή δικαιολογία πού μοῦ εἴπατε, το γιατί νά ἐξομολογηθεῖτε, ἀφοῦ αὔριο θά ξανααμαρτήσετε, θά σᾶς ρωτήσω τό ἑξῆς: Τό μεσημέρι πού τρῶτε τό φαγητό σας, τό πιάτο γιατί τό πλένετε, ἐνῶ γνωρίζετε ὅτι τό βράδυ τρώγοντας θά το ξαναλερώσετε; Τό ἴδιο δέν κάνετε ὅμως καί μέ τά ροῦχα πού φορᾶτε; Τά πλένετε πολύ συχνά, ἐνῶ γνωρίζετε ὅτι μετά ἀπό λίγο καί πάλι θά τά λερώσετε. Γιατί δέν ἀφήνετε τά ροῦχα σας ἄπλυτα; Γιατί τά πλένετε; Βλέπετε ὅτι αὐτό πού μοῦ εἴπατε δέν εὐσταθεῖ;
Πλῦντε, λοιπόν, τό χιτώνα τῆς ψυχῆς σας, κάντε τον λευκό, ὅπως ἦταν τήν ἡμέρα τῆς βαπτίσεώς σας, πού σᾶς τόν πρόσφερε ὁ Χριστός, κι ἄν ξαναλερωθεῖ, ἐδῶ εἶναι τό “πλυντήριο” τῆς ἐξομολογήσεως, γιά νά τόν ξανακαθαρίσουμε. Κι ἄν πάλι τόν λερώσετε καί πάλι θά τόν καθαρίσουμε. Τήν ἐξομολόγηση τήν ὀνομάζω τό ἄπειρο και τό μέγα ἔλεος τοῦ Θεοῦ καί ἄπειρη ἀγάπη Του πρός τόν ἄνθρωπο, γιατί συνεχῶς μᾶς συγχωρεῖ, παρόλο πού ἐμεῖς ὅλη τήν ὥρα ἁμαρτάνουμε.
Προσκυνητής: Καί μέχρι πότε, πάτερ, θά κάνουμε αὐτή τή δουλειά, δηλαδή πρῶτα να ἁμαρτάνουμε καί μετά νά ἐξομολογούμαστε;
π. Νεκτ.: Συνεχῶς, ὅπως τό ἴδιο κάνετε μέ τά ροῦχα σας καί μέ τά πιάτα σας. Γράφει ἕνα βιβλίο τῆς Ἐκκλησίας, πού ὀνομάζεται Γεροντικό, ὅτι κάποιος ὑποτακτικός εἶπε στό Γέροντά του: “Γέροντα, καθημερινά ἁμαρτάνω καί πέφτω ψυχικά, ἀλλά ἀγωνίζομαι καί προσπαθῶ νά σηκώνομαι. Μέχρι πότε ὅμως θά κρατήσει αὐτή ἡ κατάσταση”; Τότε ὁ Γέροντάς του τοῦ εἶπε: “Παιδί μου, μέχρι νά σέ βρεῖ ὁ θάνατος! Μόνο νά παρακαλεῖς τό Θεό νά σέ βρεῖ ὄχι τήν ὥρα τῆς πτώσεως, πού ἁμαρτάνεις, ἀλλά τήν ὥρα τῆς μετανοίας, πού σηκώνεσαι”.
Προσκυνητής: Μά αὐτό, πάτερ, δέν εἶναι κοροϊδία ἀπέναντι στό Θεό;
π. Νεκτ.: Ὄχι! Κοροϊδία προσπαθεῖ νά τό παρουσιάσει ὁ διάβολος, γιά νά μήν καθαρίζετε την ψυχή σας! Γιατί γνωρίζει ὁ σατανᾶς ὅτι ὁ Θεός, ἄν δεῖ τό συνεχῆ ἀγῶνα σας, ἐνῶἁμαρτάνετε, νά τρέχετε ἀμέσως στήν ἐξομολόγηση, θά βραβεύσει αὐτή τήν προσπάθειά σας καί θά στείλει πλούσια τή Χάρη Του. Καί τότε τά πάντα ἀλλάζουν! Τότε ἡ θέληση τοῦ ἀνθρώπου ἐνισχύεται, ὁ ἀγῶνας του δυναμώνει, ἡ ψυχή του χαριτώνεται, τά ἁμαρτήματά του ὀπισθοχωροῦν τό ἕνα μετά το ἄλλο καί ὁ Παράδεισος ἀνοίγει.
Ὁ διάβολος ὅμως θέλει τόν ἄνθρωπο νά εἶναι βαλτωμένος, ἀκίνητος μέσα στό βάλτο. Δέ θέλει να τόν δεῖ νά κάνει καμιά προσπάθεια. Γιατί, ἄν ξεκινήσει ἡ προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι βέβαιος ὁ Ἐωσφόρος καί τά δαιμόνιά του ὅτι τελικά ὁ ἄνθρωπος θά ξεβαλτώσει. Κι αὐτό γιατί ὁ Θεός, βλέποντας τή μικρή ἔστω προσπάθειά του, θά τον πιάσει ἀπό τό χέρι καί θά τόν πετάξει ἔξω ἀπό το βάλτο, ὁπότε ὁ διάβολος τόν χάνει μιά γιά πάντα. Γι᾿ αὐτό καί μᾶς βάζει ὁ σατανᾶς αὐτή τη σκέψη, ὅτι δηλαδή εἶναι κοροϊδία νά ἁμαρτάνουμε καί νά ἐξομολογούμαστε καί πάλι να ἁμαρτάνουμε καί πάλι νά ἐξομολογούμαστε.
Ἐκεῖνος, ἀδέλφια μου, δέ βαριέται νά μᾶς βάζει να ἁμαρτάνουμε, θά βαρεθεῖ ὁ Θεός, πού εἶναι Πατέρας μας, νά μᾶς συγχωρεῖ;