Τεσσαράκοντα έτη συμπληρώνονται από τότε που μετέστη από τα πρόσκαιρα προς τα αιώνια ο μακαριστός και αφανής εργάτης του ευαγγελίου Μητροπολίτης Μονεμβασίας και Σπάρτης Κυπριανός ( Πουλάκος).
Ο αείμνηστος εγεννήθη το έτος 1898 εις Σκιφιάνικα Μαλευρίου Λακωνίας.
Αποφοιτήσας από την θεολογική σχολή Αθηνών το 1923, εκάρη μοναχός εις την Ι.Μονή Κοιμήσεως της θεοτόκου Σκαφιδιάς, ενώ εισήλθε εις τάς τάξεις του ιερού κλήρου χειροτονηθείς διάκονος το έτος 1924 και πρεσβύτερος το 1928. Από αυτό το έτος έως και το 1931 διετέλεσε πρωτοσύγκελλος της Ι.Μητροπόλεως Ηλείας.
Υπηρέτησε ως εφημέριος και αρχιμανδρίτης του 430 στρατιωτικού νοσοκομείου (νυν Δημοτικού νοσοκομείου “η ελπίς”). Εν συνεχεία διετέλεσε διευθυντής της θρησκευτικής υπηρεσίας του Γενικού Επιτελείου Στρατού καθώς και υπεύθυνος του σώματος των στρατιωτικών ιερέων.
Όταν ο αοίδιμος Μητροπολίτης Ιερισσού Διονύσιος μετετέθη εις την Ι.Μητρόπολιν Εδέσσης, ο αρχιμ.Κυπριανός, ένεκεν και των πολλών υπηρεσιών που προσέφερε εις την εκκλησία εξελέγη Μητροπολίτης Ιερισσού, Αγίου Όρους και Αρδαμερίου το έτος 1951, της χειροτονίας του γενομένης τη 30η Σεπτεμβρίου του ιδίου έτους.
Εποίμανε την Ι.Μητρόπολη Ιερισσού επι οκτώ έτη.
Λίγα έτη μετά το τέλος του εμφυλίου πολέμου προσπάθησε να ανασυγκροτήσει την Μητρόπολη του, συνεχίζοντας το έργο του δραστήριου προκατόχου του Διονυσίου.
Ανακαίνισε και εγκαινίασε νέους ναούς, χειροτόνησε ιερείς, ίδρυσε κατηχητικά σχολεία κατώτερα και μέσα, φιλόπτωχα ταμεία και την φιλόπτωχο αδελφότητα ” ο Άγιος Στέφανος”, καθώς δε και σχολή βυζαντινής μουσικής. Ιδρυτής επίσης και της τότε γυναικείας Ι.Μονής Αγίων Αναργύρων Αρναίας.
Κατά τα έτη 1957-1958 βοήθησε κατά πολύ ηθικώς και υλικώς εις την αποκατάστασιν του ιστορικού μνημείου του Ι.Ναού των Αγίων Πάντων, μετόχιον της Ιεράς Μονής Ασωμάτων Πετράκη, ο οποίος Ναός και αναστηλώθηκε υπό την εποπτεία του περίφημου αρχαιολόγου Αναστ.Ορλάνδου.
Τη 3η Φεβρουαρίου 1959 μετετέθη εις την γενέτειρα Μητρόπολίν του, Μονεμβασίας και Σπάρτης.
Ως πρώτο μέλημα του ήταν η ανέγερσις κτιριακού συγκροτήματος διά την δημιουργία πνευματικού κέντρου της τοπικής εκκλησίας, στέγη νεότητος και οικοτροφείο.
Ενεργείαις του ελειτούργησε το γηροκομείο Σπάρτης εις το κτίριο του νοσοκομείου των Αγ.Αναργύρων.
Ίδρυσε παιδικές κατασκηνώσεις εις τον Πάρνωνα. Δημιούργησε και εδώ σχολή βυζαντινής μουσικής και οίκο ιεροκηρύκων, όπου εστεγάζετο το ιστορικόν αρχείον.
Εξέδιδε τα περιοδικά “Γαλήνη” και “Κατηχητικά νέα”.
Προνοία του αποπερατώθηκε η αγιογράφηση του Ι.Ναού Οσίου Νίκωνος “του μετανοείτε” , ενώ ίδρυσε δύο άλλους νέους ναούς, του Αγ.Νικολάου και του Αγ.Σπυρίδωνος.
Το έτος 1968 συνεκέντρωσε παλαιές εικόνες και τέμπλα ιστορικών ναών δημιουργώντας ειδικό μέρος διά την στέγασιν και προφύλαξιν των.
Ίδρυσε εν Σπάρτη τον “Καρπόν αγάπης” διά την περίθαλψιν ασθενών και απόρων οικογενειών.
Επι ποιμαντορίας του κατάφερε να αναβιώσει την προσφώνησιν του εκάστοτε Μητροπολίτου Σπάρτης εις “Παναγιώτατον” και να συμπεριληφθεί εν τη “φήμη” του, εντός των ορίων της επαρχίας του, ένεκεν της ιστορικής τοποθεσίας της Μητροπόλεως Μονεμβασίας.
Το έτος 1970 παρητήθην του θρόνου του, εφησυχάζων έκτοτε, ως πρώην Μονεμβασίας και Σπάρτης εν Αθήναις. Εκοιμήθη εν Κυρίω την 3η Σεπτεμβρίου 1975 εις την πόλιν των Αθηνών. Ήταν κατά κοινή ομολογία ένας φιλήσυχος και ηπίων τόνων Ιεράρχης πλην όμως δραστήριος, ιεροπρεπής και με πλούσιο φιλανθρωπικό, λειτουργικό και κοινωνικό έργο και εις τας δύο μητροπόλεις εις τας οποίες υπηρέτησε. Απόδειξις δε τούτων ότι έλαβε πλείστα παράσημα υπό της πολιτείας και της Εκκλησίας.
Τεσσαράκοντα έτη μετά ίσως οι άνθρωποι ως είναι φυσικό να ελησμόνησαν την μνήμη του. Η φιλόστοργος όμως στρατευομένη εκκλησία μας μνημονεύει εσαεί του πανσεβασμίου ονόματός του.
Είη η μνήμη του αιωνία.